Η Τουρκία φέρεται να είναι έτοιμη να επιστρέψει στη Ρωσία τα συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας S-400, τα οποία αγόρασε πριν από σχεδόν μια δεκαετία, μια κίνηση που θα της επέτρεπε να επιστρέψει στο πρόγραμμα προμηθειών των αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg, το θέμα έθεσε ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, στο περιθώριο συνάντησής τους στο Τουρκμενιστάν την προηγούμενη εβδομάδα, μετά από αντίστοιχες επαφές που είχαν ήδη γίνει μεταξύ αξιωματούχων των δύο πλευρών.Η τουρκική προεδρία και το τουρκικό υπουργείο Άμυνας αρνήθηκαν να σχολιάσουν, ενώ το Κρεμλίνο αρνήθηκε ότι υποβλήθηκε τέτοιο αίτημα κατά τη διάρκεια της συνάντησης μεταξύ των δύο ηγετών. Η κατοχή των πυραύλων S-400 από την Τουρκία και η επιθυμία της να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των F-35 τέθηκαν κατά τη διάρκεια της συνάντησης του Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Σεπτέμβριο.

Η Άγκυρα πλησιάζει στην εγκατάλειψη των S-400

Ο στενός σύμμαχος του Αμερικανού προέδρου και πρέσβης στην Τουρκία, Τομ Μπαράκ, δήλωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι η Άγκυρα πλησιάζει στην εγκατάλειψη των S-400, προβλέποντας ότι το ζήτημα θα μπορούσε να επιλυθεί τους επόμενους τέσσερις έως έξι μήνες. Όπως αναφέρει το εν λόγω δημοσίευμα, η Τουρκία αναμένει ότι ο ρόλος της ως μεσολαβητής μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα ενθαρρύνει τη Μόσχα να είναι δεκτική στο αίτημα οι οποίες ζήτησαν να μην κατονομαστούν λόγω της ευαισθησίας του θέματος.

Η Άγκυρα ζητά επίσης επιστροφή χρημάτων για τα δισεκατομμύρια δολάρια που δαπάνησε για την αγορά του συστήματος αεράμυνας S-400, σύμφωνα με την ίδια πηγή. Αυτό εγείρει την πιθανότητα η Τουρκία να ζητήσει έκπτωση από τον λογαριασμό εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία αν αυτό θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Πάντως, η επαναφορά της Άγκυρας στο πρόγραμμα δεν είναι καθόλου απλή και εξαρτάται από το Κογκρέσο και όχι την απόφαση ενός προέδρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Τουρκία αποβλήθηκε από το πρόγραμμα των F-35 το 2019 και την επόμενη χρονιά η Ουάσιγκτον επέβαλε κυρώσεις στο πλαίσιο του νόμου CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act), οι οποίες περιορίζουν την πρόσβαση της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας σε ευαίσθητη αμερικανική τεχνολογία.