Σε ηλικία 91 ετών «έφυγε» από τη ζωή η Γαλλίδα ηθοποιός Μπριζίτ Μπαρντό, η θρυλική Γαλλίδα ηθοποιός, φεμινιστικό σύμβολο των χρόνων του 1960 και ένθερμη προστάτιδα των ζώων, όπως ανακοίνωσε το ίδρυμα που φέρει το όνομά της (Fondation Brigitte Bardot).

«Το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό ανακοινώνει με απέραντη θλίψη τον θάνατο της ιδρύτριας και προέδρου του, της Μπριζίτ Μπαρντό, μιας διεθνώς αναγνωρισμένης ηθοποιού και τραγουδίστριας, που επέλεξε να εγκαταλείψει μια περίβλεπτη σταδιοδρομία για να αφιερώσει τη ζωή και την ενέργειά της στην υπεράσπιση των ζώων και στο Ίδρυμά της», αναφέρει ανακοίνωση που διαβιβάστηκε στο Γαλλικό Πρακτορείο, χωρίς να αναφέρει την ημέρα ή τον τόπο θανάτου.

Η Μπριζίτ Μπαρντό είχε εγκαταλείψει τον κινηματογράφο πριν από 50 και πλέον χρόνια, αφήνοντας πίσω της μια πενηνταριά ταινίες και δύο σκηνές που εισήλθαν στο Πάνθεον της Έβδομης Τέχνης, ένα παθιασμένο μάμπο σε εστιατόριο του Σαν Τροπέ στην ταινία "Και ο Θεός έπλασε τη Γυναίκα" (Et Dieu... créa la femme") και έναν μονόλογο, γυμνή, στην ταινία "Η Περιφρόνηση" ("Mépris").

Η Μπαρντό έγινε παγκοσμίως γνωστή τη δεκαετία του ’50 και του ’60, μέσα από ταινίες όπως το «Και ο Θεός Έπλασε τη Γυναίκα». Την ίδια περίοδο ασχολήθηκε και με το τραγούδι, κυκλοφορώντας αρκετούς δίσκους. Σταμάτησε να ασχολείται με την υποκριτική το ’70, εγκαταστάθηκε στο Σαιν-Τροπέ, στη γαλλική Ριβιέρα και αφοσιώθηκε στην προάσπιση των δικαιωμάτων των ζώων μέσω ενός ιδρύματος που φέρει το όνομά της.



Ποια ήταν η Μπριζίτ Μπαρντό

Η Μπριζίτ Ανν-Μαρί Μπαρντό υπήρξε Γαλλίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια, καθώς και ένθερμη ακτιβίστρια για τα δικαιώματα των ζώων. Ίδρυσε και προΐστατο του Ιδρύματος Μπριζίτ Μπαρντό.

Καθιερώθηκε ως «μύθος» και παγκόσμιο σύμβολο του σεξ τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, αποτελώντας μούσα και έμπνευση για κορυφαίους καλλιτέχνες της εποχής. Η εικόνα της ως femme fatale, ελεύθερη και προκλητική, αντικατόπτριζε την επανάσταση στα ήθη και την σεξουαλική απελευθέρωση σε μια μεταπολεμική και συντηρητική κοινωνία.

Με 48 ταινίες και πάνω από 80 τραγούδια σε 21 χρόνια καριέρας, η Μπαρντό, ευρύτερα γνωστή με τα αρχικά της BB («Μπεμπέ»), παραμένει μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και σημαντικές Γαλλίδες καλλιτέχνιδες παγκοσμίως.


Από το Παρίσι στην αρχή της καριέρας

Η Μπριζίτ Μπαρντό γεννήθηκε στο Παρίσι, στις 28 Σεπτεμβρίου 1934, στην Πλατεία Βιολέ, 15ο διαμέρισμα, σε μια αστική οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν βιομήχανος και ιδιοκτήτης εργοστασίων, ενώ η μητέρα της, γνωστή ως Τοτί, ασχολούνταν με τα οικιακά και αγαπούσε τη μόδα και τον χορό. Η Μπριζίτ μεγάλωσε μαζί με την αδερφή της, Μαρί-Ζαν, και από μικρή έδειξε έντονο ενδιαφέρον για τον κλασικό χορό, ξεκινώντας μαθήματα στα cours Bourgat σε ηλικία 7 ετών. Το 1949 εισήχθη στο Ωδείο του Παρισιού, απ’ όπου απέσπασε την πρώτη της τιμητική διάκριση.

Ο πατέρας της, με πάθος για τον κινηματογράφο, είχε ήδη κινηματογραφήσει την Μπριζίτ ως παιδί, αφήνοντας σπάνιο οπτικό υλικό για την εποχή. Η οικογένεια συμμετείχε ενεργά στην υψηλή κοινωνία του Παρισιού, διατηρώντας σχέσεις με ανθρώπους των μέσων ενημέρωσης, του θεάτρου, του κινηματογράφου και της μόδας.

Σε ηλικία 15 ετών, η Μπριζίτ προσλήφθηκε από τη διευθύντρια των περιοδικών ELLE και Le Jardin des Modes, Ελέν Λαζαρέφ, φίλη της μητέρας της. Πολύ σύντομα έγινε μασκότ του περιοδικού ELLE και εμφανίστηκε στο εξώφυλλο το 1950. Αυτή η παρουσίαση τράβηξε την προσοχή του σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ, ο οποίος της πρότεινε ρόλο στην ταινία Les lauriers sont coupés, η οποία τελικά δεν γυρίστηκε. Ωστόσο, εκείνη τη στιγμή γνώρισε τον Ροζέ Βαντίμ, με τον οποίο ξεκίνησε ένα έντονο και αμφιλεγόμενο ειδύλλιο, παρά την αντίθεση των γονιών της.


Τα πρώτα βήματα της Μπριζίτ Μπαρντό στον κινηματογράφο

Το 1952, η Μπριζίτ Μπαρντό έκανε το πρώτο της βήμα στον κινηματογράφο με έναν μικρό ρόλο στην ταινία Le trou normand του Ζαν Μπουαγιέ, δίπλα στον Μπουρβίλ. Χωρίς να γνωρίζει τότε, αυτό το πρώτο βήμα θα την έβαζε σε έναν κόσμο που αργότερα θα της φαινόταν δύσκολος και περιοριστικός. Λίγο αργότερα, ο Γουιλί Ροζιέ της πρόσφερε τον δεύτερο κινηματογραφικό της ρόλο στην ταινία Μανίνα, ο γυμνός θησαυρός.



Στα 18 της χρόνια, ο πατέρας της συμφώνησε στον γάμο της με τον Ροζέ Βαντίμ, που τελέστηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1952 στην εκκλησία του Πασί.

Το 1953 η Μπαρντό είχε την πρώτη και μοναδική της εμπειρία στο θέατρο, παίζοντας στο έργο L'Invitation au château του Ζαν Ανούιγ σε σκηνοθεσία Αντρέ Μπαρσάκ. Την ίδια χρονιά γνώρισε την Όλγα Χόρστιγκ, η οποία θα γινόταν η ιμπρεσάριο της για όλη την καριέρα της. Στα 19 της, συμμετείχε στην ταινία Κίτρινο διαβατήριο, αλλά η πραγματική αναγνωρισιμότητα ήρθε με τη συμμετοχή της στο Φεστιβάλ των Καννών, όπου η νεαρή στάρλετ τράβηξε όλα τα φλας των φωτογράφων και εντυπωσίασε το κοινό με το σεξαπίλ της. Ο Κερκ Ντάγκλας μάλιστα προσπάθησε να την φέρει στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Από εκεί και πέρα, η Μπαρντό συμμετείχε σε δεκάδες ταινίες, όπως Κορίτσια με μέλλον του Μαρκ Αλεγκρέ, Η σκλάβα του Νέρωνος του Στένο, Τα μεγάλα γυμνάσια του Ρενέ Κλαιρ, Μαμζέλ Πιγκάλ του Μισέλ Μπουαρόν και Ξεφυλλίζοντας τη Μαργαρίτα ξανά με τον Αλεγκρέ.


Η δημιουργία του μύθου "Μπέμπε"

Το 1956, σε ηλικία 22 ετών, η Μπριζίτ Μπαρντό εισήλθε στο πάνθεον του παγκόσμιου κινηματογράφου και έγινε διεθνές σύμβολο του σεξ, χάρη στην ταινία του Ροζέ Βαντίμ Και ο Θεός... έπλασε τη γυναίκα. Υποδύθηκε τη Ζιλιέτ Αρντί, μαζί με τους Κουρτ Γιούργκενς, Κριστιάν Μαρκάν και Ζαν Λουί Τρεντινιάν. Ο Βαντίμ περιέγραψε τη Ζιλιέτ ως μια νέα γυναίκα που αποτινάσσει κάθε κοινωνικό ταμπού και εκφράζει τη σεξουαλικότητά της με απόλυτη ελευθερία.

Η ταινία, αρχικά με μέτρια επιτυχία στη Γαλλία, γνώρισε τεράστια απήχηση στις ΗΠΑ το 1957, παρά τις απαγορεύσεις προβολής σε κάποιες Πολιτείες. Η διεθνής αυτή επιτυχία ανατροφοδότησε την απήχηση της στην ίδια της τη χώρα, καθιστώντας το έργο θρίαμβο και δημιουργώντας τον μύθο της B.B.

Η εικόνα της Μπαρντό – μακριά ξανθά μαλλιά με μπούκλες ή την διάσημη κόμμωση «choucroute», μάτια τονισμένα με μαύρο αϊλάινερ, κόκκινα ή ροζ χείλη, σέξυ και κομψά ρούχα, μπικίνι που έκανε μόδα – έγινε σύμβολο. Καλλιτέχνες και διανοούμενοι όπως ο Φρανσουά Νουρισιέ, η Μαργκερίτ Ντυράς, ο Ζαν Κοκτώ και η Σιμόν ντε Μπωβουάρ την παρακολουθούσαν και της αφιέρωναν άρθρα, ενώ η «μπαρντολατρία» κατέκλυσε τον κόσμο.

Παρά τις προτάσεις του Χόλιγουντ, η Μπαρντό προτίμησε να παραμείνει γαλλική αξία. Το 1958 αγόρασε τη Μαντράγκ στο Σαιν-Τροπέ, συνεισφέροντας στη φήμη του τόπου ως σημείο συγκέντρωσης καλλιτεχνών και διάσημων προσωπικοτήτων. Εκείνη την εποχή είχε σχέση με τον μουσικό Σασά Ντιστέλ και η ζωή της, γεμάτη ελευθερία και δημοσιότητα, παρακολουθείτο συνεχώς από παπαράτσι, ενώ το 1963 γυρίστηκε το ντοκιμαντέρ Παπαράτσι για την ανελέητη παρακολούθηση της.

Η καριέρα της συνεχίστηκε με επιτυχημένες ταινίες, όπως η κωμωδία Μια Παριζιάνα του Μισέλ Μπουαρόν και η συνέχεια Θέλετε να χορέψετε μαζί μου;, αν και η τελευταία συνδέθηκε τραγικά με το θάνατο του συμπρωταγωνιστή της Ανρί Βιντάλ.

Το 1958 κυκλοφόρησε το Υβέτ, το κορίτσι της ακολασίας του Κλωντ Ωτάν Λαρά, με τους Ζαν Γκαμπέν και Εντβίζ Φεγιέ, μια ταινία που έγινε κλασική για τον γαλλικό κινηματογράφο. Ακολούθησε το 1959 το Η Μπαμπέτ πάει στον πόλεμο του Κριστιάν Ζακ, όπου παντρεύτηκε τον συμπρωταγωνιστή της Ζακ Σαριέ στις 11 Ιουνίου 1959, υπό τα βλέμματα του παγκόσμιου Τύπου. Στις 11 Ιανουαρίου 1960 γέννησε τον γιο τους Νικολά, στην οικία της, καθώς οι δημοσιογράφοι είχαν αποκλείσει κάθε πιθανή έξοδο. Η γέννηση του Νικολά έγινε παγκόσμιο γεγονός, με τον Σαριέ να ανακοινώνει τα πρώτα λεπτομερή χαρακτηριστικά του μωρού, ενισχύοντας τη φήμη και την περιέργεια γύρω από τη ζωή της B.B.


Η Μπριζίτ Μπαρντό σύμβολο του Σεξ

Το 1960, η Μπριζίτ Μπαρντό πρωταγωνιστεί στην ταινία «Η αλήθεια», μαζί με τους Σαρλ Βενέλ, Σάμι Φρέι και Μαρί Ζοζέ Νατ, μια δραματική ιστορία έρωτα και εγκλήματος πάθους, την οποία θεωρούσε η ίδια την καλύτερη της καριέρας της. Ωστόσο, τα δύσκολα γυρίσματα υπό την καθοδήγηση του Ανρί-Ζωρζ Κλουζό, οι πιέσεις για το παιδί της, η προδοσία του γραμματέα της, η αδιάκοπη προσοχή των δημοσιογράφων και οι απαιτήσεις των θαυμαστών την οδήγησαν σε ακραίο ψυχολογικό στρες. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1960, την ημέρα των γενεθλίων της, υπέστη σοβαρή κρίση και επιβίωσε από θαύμα.

Το 1962, η Μπαρντό ξεκινά την πρώτη της μάχη υπέρ των δικαιωμάτων των ζώων, καταδικάζοντας τη βίαιη θανάτωση στα σφαγεία. Από εκείνη την περίοδο γίνεται χορτοφάγος και αφοσιώνεται στον ακτιβισμό για τα ζώα.

Το 1963, συμμετέχει στην ταινία «Η περιφρόνηση του Ζαν Λυκ Γκοντάρ», με τον Μισέλ Πικολί και τον Τζακ Πάλανς στο Κάπρι. Η ταινία γνώρισε μεικτές κριτικές, ενώ η ίδια παραδέχτηκε ότι δεν κατάλαβε πλήρως το πνεύμα του σκηνοθέτη, αλλά διασκέδασε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

Το 1964, μαζί με τον σύντροφό της Μπομπ Ζαγκουρί, περνάει διακοπές σε ένα χωριό της Βραζιλίας, που έκτοτε αποκτά παγκόσμια φήμη χάρη στην παρουσία της και της αφιερώνουν άγαλμα σε ένδειξη ευγνωμοσύνης.

Το 1965 πρωταγωνιστεί στην ταινία Βίβα Μαρία του Λουί Μαλ, μαζί με τη Ζαν Μορό. Το φιλμ γνώρισε τεράστια επιτυχία, ιδίως στις ΗΠΑ, και της εξασφάλισε υποψηφιότητα για βραβείο BAFTA στην κατηγορία καλύτερης ξένης ηθοποιού.

Το 1966 παντρεύεται τον Γερμανό πολυεκατομμυριούχο Γκούντερ Ζαχς με μια σεμνή τελετή στο Λας Βέγκας. Ο κεραυνοβόλος έρωτας κράτησε δύο χρόνια, ενώ η δημόσια ζωή της συνεχίζει να παρακολουθείται στενά. Το 1967, έχει ειδύλλιο με τον Σερζ Γκενσμπούρ, που τη μετατρέπει σε μούσα του, γράφοντας αρκετές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της, όπως «Initials BB» και «Harley Davidson».

Το 1967 συμμετέχει σε τηλεοπτικά σόου αφιερωμένα σε εκείνη, ενώ πολλοί διάσημοι συνθέτες της γράφουν επιτυχημένα τραγούδια.

Το 1968, ο πρόεδρος Σαρλ ντε Γκωλ αναγνωρίζει την οικονομική και πολιτιστική της αξία για τη Γαλλία και της προτείνει να ποζάρει για την προτομή της Μαριάν, του εμβληματικού συμβόλου της γαλλικής δημοκρατίας. Η Μπαρντό γίνεται έτσι η πρώτη γυναίκα που ενσαρκώνει τα χαρακτηριστικά του εθνικού αυτού συμβόλου, ακολουθούμενη από διάσημες γυναίκες όπως η Κατρίν Ντενέβ και η Λετίσια Κάστα.


Ο επίλογος της καριέρας της και οι αγώνες για τα ζώα

Το 1970 η Μπριζίτ Μπαρντό εμφανίζεται στην ταινία Η ερωτιάρα του Μισέλ Ντεβίλ, ενώ το 1971 πρωταγωνιστεί στις ταινίες Η λεωφόρος των λαθρεμπόρων του Ρομπέρ Ενρικό και Δυο λησταρχίνες σαρώνουν το Γουέστ του Κριστιάν Ζακ. Αυτές οι τρεις ταινίες σηματοδοτούν τις τελευταίες κινηματογραφικές της επιτυχίες.

Το 1973, μετά από 21 χρόνια καριέρας, 50 ταινίες και 80 τραγούδια, η Μπαρντό αποσύρεται οριστικά από τον κινηματογράφο, αναζητώντας ηρεμία και αφιερώνοντας τη ζωή της στην υπεράσπιση των ζώων. Η ίδια είχε δηλώσει ότι η ζωή της ήταν ανυπόφορη λόγω της συνεχιζόμενης υπερέκθεσης και της αδιάκοπης προσοχής των μίντια.

Το 1977 ξεκινά την πρώτη μεγάλη καμπάνια για τα ζώα, ταξιδεύοντας στον Καναδά για να καταδικάσει τη θανάτωση μωρών φώκιας. Η εκστρατεία της οδήγησε στην απαγόρευση του εμπορίου δέρματος φώκιας νεότερης των τεσσάρων εβδομάδων. Το 1978 εκδίδει το παιδικό βιβλίο Noonoah, η μικρή λευκή φώκια, αφιερωμένο στα ζώα. Το 1982 επιστρέφει για να ηχογραφήσει το τραγούδι Toutes les bêtes sont à aimer, ενώ το 1985 αρνείται τον τίτλο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής που της προτάθηκε.



Το 1986 ιδρύει το Ίδρυμα Μπριζίτ Μπαρντό, με κύριο στόχο την προστασία των ζώων και την ευαισθητοποίηση του κοινού για την κακοποίηση τους. Στη συνέχεια παρουσιάζει τις εκπομπές SOS Animaux (1989-1992), που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Το 1992 παντρεύεται τον Μπερνάρ ντ’ Ορμάλ και συνεχίζει να ζει στον Σαιν-Τροπέ.

Το 1993 θεσπίζεται το Διεθνές Βραβείο Μπριζίτ Μπαρντό, προς τιμήν της συμβολής της στην προστασία των ζώων, ενώ το 1996 και 1999 εκδίδονται τα απομνημονεύματά της (Initiales BB και Le Carré de Pluton), καλύπτοντας τη ζωή της πριν και μετά την απόσυρσή της από τον κινηματογράφο.

Στις αρχές των 2000s συνεχίζει τον ακτιβισμό της για τα ζώα, με σημαντικές ενέργειες όπως η προώθηση της προστασίας της φώκιας (2006), η αντίθεση στην κατανάλωση κρέατος σκυλιών και γατιών στη Νότια Κορέα (2002) και η έκδοση του βιβλίου Pourquoi? για τα 20 χρόνια λειτουργίας του Ιδρύματός της (2006).

Παράλληλα, η Μπαρντό προκαλεί δημόσιες αντιδράσεις λόγω πολιτικών και κοινωνικών δηλώσεών της, που της έφεραν καταδίκες για υποκίνηση ρατσιστικού μίσους (2004, 2008), ενώ συχνά υποστήριξε ακροδεξιές προσωπικότητες στη Γαλλία λόγω της φιλοζωικής τους στάσης (2012, 2017).

Με αυτόν τον τρόπο, η Μπριζίτ Μπαρντό αφήνει ανεξίτηλο αποτύπωμα τόσο στον παγκόσμιο κινηματογράφο όσο και στον αγώνα για τα δικαιώματα των ζώων, συνδέοντας τη φήμη και την επιρροή της με μία ισχυρή κοινωνική αποστολή.