Την δραματική πραγματικότητα για την ανεργία των νέων σε όλο τον κόσμο αναδεικνύει με έρευνά του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εργασίας (ILO).

Η σχετική έκθεση του ILO δείχνει ότι ο αριθμός των νέων ως ποσοστό στο παγκόσμιο εργατικό δυναμικό κατέγραψε άνοδο κατά 11,6% μεταξύ του 1991 και του 2014, καθώς αυξήθηκε αντίστοιχα η εγγραφή των νέων στα πανεπιστήμια και τα κολέγια.

Ωστόσο, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων μεταξύ των νέων έχει αυξηθεί. Μετά από μια περίοδο γρήγορης αύξησης μεταξύ του 2007 και του 2010, τα παγκόσμια ποσοστά ανεργίας μεταξύ των νέων έχουν «σταθεροποιηθεί» στο 13% και δεν έχουν ακόμα ανακάμψει στα προ κρίσης ποσοστά του.

Πρωταθλήτριες στην Ευρώπη για το 2014 είναι η Ελλάδα, η Ιταλία και η Σλοβακία.

Για τις αναπτυγμένες οικονομίες, η ανεργία των νέων βελτιώθηκε τη διετία 2012-2014, παρόλα αυτά τα περσινά ποσοστά υπερβαίνουν ακόμα το 20% στα δύο τρίτα των Ευρωπαϊκών χωρών και περισσότεροι από ένας στους τρεις νέους (35,5%) αναζητούν δουλειά για περισσότερο από ένα χρόνο.

Παρότι στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, την Καραϊβική και την υποσαχάρια Αφρική, η ανεργία των νέων δείχνει τάσεις μείωσης, σε όλες τις περιοχές του κόσμου η προοπτική μιας σταθερής καριέρας γίνεται ολοένα και πιο αβέβαιη και η κατάσταση μπορεί να εκφυλιστεί κι άλλο στις αναπτυγμένες χώρες, όπου η επίσημη υπογραφή σύμβασης αορίστου χρόνου ήταν κάποτε ο πλέον συνηθισμένος τρόπος πρόσληψης.

Γι αυτό και σε αυτές τις χώρες, το μερίδιο των νέων που απασχολούνται με καθεστώς μερικής απασχόλησης ή με συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή βρίσκουν προσωρινή δουλειά έχει μεν υποχωρήσει από την κορύφωση της κρίσης, αλλά μακροπρόθεσμα η τάση δείχνει αυξητικές τάσεις, καθώς όλο και περισσότεροι νέοι συνδυάζουν την μερική απασχόληση με τις σπουδές.

Τάσεις στην ανεργία των νέων

-Η εικόνα της ανεργίας των νέων στις αναπτυγμένες οικονομίες και την Ε.Ε. άρχισε να βελτιώνεται. Το αντίστοιχο ποσοστό μειώθηκε μεταξύ του 2012-2014 από το 18% στο 16,6% και προβλέπεται ότι το 2020 θα έχει πέσει στο 15,1%.

-Το 2014 η ανεργία των νέων ήταν υψηλότερη στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική στο 28,2% και 30,5%, αντίστοιχα και χαμηλότερη στη Νότια Ασία, στο 9,9% και την Ανατολική Ασία, στο 10,6%.

-Οι διαφορές μεταξύ των δυο φύλων είναι μικρές και σε παγκόσμιο επίπεδο και σε περιφερειακό με εξαίρεση την Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, όπου η ανεργία των νέων γυναικών υπερβαίνει αυτή των ανδρών κατά 20 έως 22 μοδάνες αντίστοιχα.

-Στις 28 χώρες της Ε.Ε. έχει αυξηθεί από το 32,6% το 2012 στο 35,5% το 2014, το ποσοστό των νέων ανέργων που αναζητούν απασχόληση για περισσότερο από ένα χρόνο.

-Το 2014 το μερίδιο των εργαζόμενων νέων σε σύγκριση με τον πληθυσμό κυμαινόταν από 22,5% στη Μέση Ανατολή μέχρι 49,2% στην Ανατολική Ασία. Η αναλογία μειώθηκε σε όλες τις περιοχές με εξαίρεση την υποσαχάρια Αφρική, μεταξύ του 2007 και του 2014.

-Το ένα πέμπτο (20,7%) των εργαζόμενων νέων στις χώρες του ΟΟΣΑ δούλευαν λιγότερο από 30 ώρες την εβδομάδα (μερική απασχόληση) το 2000, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 30,1% το 2013. Το ποσοστό των νέων σε μη εθελοντική μερική απασχόληση αυξήθηκε από 12,2% το 2007 στο 17,1% το 2010 και μετά μειώθηκε στο 14,8% το 2013.

-Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες είναι αυξητική η τάση της προσωρινής απασχόλησης μεταξύ των νέων. Ο μέσος όρος στις 28 χώρες παρουσίασε άνοδο και από 40% το 2005 έφθασε στο 43,3% το 2014.

-Το 2013 το 37,8% των εργαζόμενων νέων (δηλαδή πάνω από το ένα τρίτο) στις αναπτυσσόμενες χώρες ήταν φτωχοί (17,7% ζούσαν σε καθεστώς ακραίας φτώχειας και 20,1% σε μέτρια φτώχεια).

-Την ίδια χρονιά περίπου 169 εκατομμύρια νέοι εργάζονταν μεν, αλλά ζούσαν με λιγότερα από 2 δολάρια την ημέρα. Ο αριθμός αυτός αυξάνεται στα 286 εκατομμύρια εάν συμπεριληφθούν και οι «σχεδόν» φτωχοί, μετρώντας την «απασχολούμενη φτώχεια» κάτω από τα 4 δολάρια την ημέρα.

«Η ανάπτυξη δεν είναι καθολική και πολλοί νέοι γυναίκες και άνδρες παραμένουν σε καθεστώς αναταραχής από την αλλαγή των δεδομένων στον χώρο της εργασίας», λέει η Σάρα Ελντερ, η βασική συντάκτρια της έκθεσης. «Οι νέοι στις αναπτυσσόμενες χώρες συνεχίζουν να υποφέρουν από τη φτώχεια που προέρχεται από τη μη τακτική απασχόληση και την έλλειψη επίσημης εργασιακής και κοινωνικής προστασίας».