Πέραν μιας ανακατανομής και μετεγκατάστασης των προσφύγων, όπως επίσης της αλληλεγγύης στην αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης, είναι αναγκαία μία ισχυρότερη συστηματική διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ώστε να τύχουν προστασίας εκείνοι που πραγματικά την χρειάζονται, τονίζει, μεταξύ άλλων, ο επίτροπος Μετανάστευσης, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ιθαγένειας Δημήτρης Αβραμόπουλος, σε σημερινό άρθρο του στην αυστριακή εφημερίδα "Βίνερ Τσάιτουνγκ".

Από αυτό εξαρτάται όχι μόνον η αξιοπιστία του συστήματος, αλλά επίσης η αποτελεσματικότητα της προστασίας, σημειώνει ο Έλληνας επίτροπος, παρατηρώντας πως η τρέχουσα προσφυγική κρίση έδειξε και πάλι -όπως είχε καταστήσει ήδη σαφές η οικονομική και δημοσιονομική κρίση- ότι λειτουργικές λύσεις για ευρωπαϊκά προβλήματα μπορούν να βρεθούν μόνον σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να έχει διακρίνει έγκαιρα την κατάσταση και να έχει καταθέσει ανάλογες προτάσεις λύσης.

Όπως αναφέρει ο κ. Αβραμόπουλος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει μία λύση με την πρότασή της για μία ευρωπαϊκή υπηρεσία προστασίας των συνόρων και των ακτών, η οποία προβλέπει την ταχεία κινητοποίηση εφεδρείας υπαλλήλων προστασίας συνόρων και τεχνικού εξοπλισμού, όπως επίσης ταχύτερη επέμβαση με μέσα βοήθειας και διάσωσης.

Σε αυτά προστίθενται οι παροχές υποστήριξης για την Ελλάδα και την Ιταλία, για τις χώρες κατά μήκος της προσφυγικής διαδρομής στα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά και για την Αυστρία, όπως επίσης το κοινό σχέδιο δράσης με την Τουρκία, η δημιουργία ενός "Trust Fonds" για την Αφρική και η υποστήριξη προς τη Συρία, το Λίβανο και την Ιορδανία.

Αναφέρει επίσης πως, όπως προβλέπεται στο πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το επόμενο έτος, θα υπάρξει μια εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της ισχύουσας διάταξης Δουβλίνο-ΙΙΙ, για να είναι δυνατή η παρουσίαση, πιθανόν έως τον Μάρτιο, μιας νέας διάταξης, η οποία θα ανταποκρίνεται στις επίκαιρες προκλήσεις.

Σε άλλο σημείο της συνέντευξης του, ο Έλληνας επίτροπος επισημαίνει ότι η Ευρώπη πρέπει να αναγνωρίσει πως άνθρωποι συνεχίζουν να χάνουν τη ζωή τους κατά τη φυγή τους προς την Ευρώπη και πως πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν είναι, ακόμη, πρόθυμες σε ικανοποιητικό βαθμό να αναλάβουν τις ευθύνες τους, όταν πρόκειται να καταστεί δυνατή μία δίκαιη και αλληλέγγυα κατανομή των βαρών.