«Η Γερμανία θα παραμείνει Γερμανία», διαβεβαιώνει η καγκελάριος 'Αγγελα Μέρκελ, επιχειρώντας να καθησυχάσει τους συμπολίτες της σε ό,τι αφορά την υποδοχή προσφύγων στη χώρα. Ομολογεί ωστόσο, ότι «και εμείς οι Γερμανοί αγνοούσαμε για πολύ καιρό το πρόβλημα».
 
«Ήδη το 2004 και το 2005 ήρθαν πολλοί πρόσφυγες και αφήσαμε να ασχοληθούν με αυτό η Ισπανία και άλλες χώρες στα εξωτερικά σύνορα», σημειώνει η κυρία Μέρκελ σε απόσπασμα συνέντευξής της στην «Sueddeutsche Zeitung» που θα κυκλοφορήσει αύριο.
 
Η καγκελάριος παραδέχεται μεταξύ άλλων ότι και το Βερολίνο αντιστάθηκε για καιρό σε μεταρρυθμίσεις, οι οποίες είναι σήμερα πολύ απαραίτητες στην Ε.Ε. Έτσι απορριπτόταν μια αναλογική κατανομή των προσφύγων, καθώς και η προστασία των εξωτερικών συνόρων, η οποία θα έφερνε περιορισμούς στην εθνική κυριαρχία. «Η Γερμανία ήταν αρκετά ευτυχής, μετά τους πολλούς πρόσφυγες που υποδεχτήκαμε κατά τη διάρκεια των πολέμων της Γιουγκοσλαβίας, για το γεγονός ότι τώρα άλλοι είχαν κατά προτεραιότητα να αντιμετωπίσουν το ζήτημα», αναφέρει η καγκελάριος και τονίζει ότι «δεν γίνεται όμως έτσι».
 
Αναφερόμενη στις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις, η κυρία Μέρκελ χαρακτηρίζει «απολύτως κατανοητή» την ανησυχία και τον φόβο που προκαλείται. Παραδέχεται μάλιστα ότι μεταξύ των προσφύγων υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι δεν έχουν έλθει μόνο με αγαθές προθέσεις. Αυτό, συνεχίζει η καγκελάριος, καθιστά την ενσωμάτωση των προσφύγων ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση. Ταυτόχρονα όμως, η ίδια απορρίπτει μια άμεση σύνδεση μεταξύ των προσφύγων και της τρομοκρατίας. «Είναι απλώς λάθος ότι η τρομοκρατία ήρθε μόλις με τους πρόσφυγες, διότι ήταν εδώ ήδη από πριν, κυρίως σε ό,τι αφορά τους υπόπτους που πρέπει να παρακολουθούμε», δηλώνει χαρακτηριστικά.
 
Αναφερόμενη στην περίφημη φράση της «θα τα καταφέρουμε», που είχε χρησιμοποιήσει πριν από έναν χρόνο στην αρχή της προσφυγικής κρίσης, και στην οποία ασκήθηκε πολλή κριτική τους τελευταίους δώδεκα μήνες, η 'Αγγελα Μέρκελ ομολογεί ότι δεν περίμενε να έχει τέτοια επίδραση. «Αν είχα ερωτηθεί προηγουμένως, αν έφερα μαζί μου μια συγκεκριμένη φράση, η οποία θα επαναλαμβανόταν πάρα πολύ, τότε δεν θα είχα επιλέξει αυτή την μία φράση», δηλώνει, τονίζοντας ωστόσο, ότι χρησιμοποίησε την φράση κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου «με βαθιά πεποίθηση» και μάλιστα «με επίγνωση του ότι θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε ένα μεγάλο και όχι απλό έργο». Για την ίδια ήταν σαφές, εξήγησε, ότι θα χρειαζόταν να διαλυθούν πολλά εμπόδια και φόβοι.
 
Η κυρία Μέρκελ δεν απαντά πάντως στην ερώτηση εάν η συγκεκριμένη φράση βρισκόταν στις σημειώσεις της ομιλίας της, αλλά ερωτώμενη αν την χρησιμοποιεί και αλλού και απέναντι στους συνεργάτες της, απαντά: «Φυσικά, πρόκειται προ πάντων για μια φράση που σημαίνει «σηκώνω τα μανίκια», την οποία γνωρίζουν όλοι - είτε από τον επαγγελματικό τους χώρο είτε από την προσωπική τους ζωή», επισήμανε.
 
Η καγκελάριος διαβεβαιώνει ακόμη ότι η Γερμανία δεν θα αλλάξει κατά πολύ, ούτε μετά την ενσωμάτωση εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων. «Η Γερμανία θα παραμείνει Γερμανία, με όλα όσα μας είναι αγαπητά και σημαντικά», δηλώνει χαρακτηριστικά, αν και παραδέχεται ότι θα υπάρξουν αλλαγές, όπως άλλωστε έχει αλλάξει πολλές φορές η χώρα από την ίδρυσή της. Οι αξίες όμως και οι αρχές που καθιστούν ελκυστική την Γερμανία, δεν θα εγκαταλειφθούν. «Αντικατοπτρίζονται στην ελευθερία μας, στην δημοκρατία μας, στο κράτος δικαίου μας και στην τεράστια δέσμευσή μας για την κοινωνική οικονομία της αγοράς, η οποία μέσω της οικονομικής ισχύος στηρίζει τους πιο αδύναμους».
 
Η καγκελάριος ζητάει, τέλος, εγκράτεια και μετριοπάθεια στην μεταχείριση ξενόφοβων που φέρονται επιθετικά. Δηλώνει δε πεπεισμένη, ότι σε τέτοιους καιρούς είναι σημαντικό «τουλάχιστον οι πολιτικοί να εκφράζονται με μετριοπάθεια». Ερωτώμενη δε για την αντίδραση του αντικαγκελάριου Ζίγκμαρ Γκάμπριελ στην επίθεση ακροδεξιών, όπου ύψωσε το μεσαίο δάχτυλό του, η κυρία Μέρκελ δηλώνει: «Ο καθένας έχει τον τρόπο του».