Η νίκη των υποψηφίων του κόμματος «La Republique en Marche» ολοκληρώθηκε με την «αποσύνθεση» ενός τμήματος του εκλογικού σώματος, καθώς μόνο το 48.71% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ψήφισαν χθες Κυριακή, υποστηρίζουν σε άρθρο τους οι γαλλικοί ιστότοποι Le Monde -Le Figaro.

Με το ποσοστό του 51,29% αυτών που ψήφισαν στον πρώτο γύρο είναι φανερό οτι η αποχή κατέγραψε ένα νέο ρεκόρ στις χθεσινές βουλευτικές εκλογές. Από τη μεταρρύθμιση του 2001, σύμφωνα με την οποία, οι δύο γύροι των εκλογών θα διεξάγονται στον απόηχο των προεδρικών εκλογών, δεδομένου οτι η θητεία του επικεφαλής του κλράτους μειώθηκε σε πέντε χρόνια, από επτά, η αποχή στις βουλευτικές εκλογές δεν σταμάτησε να αυξάνεται.

Έτσι, από το ποσοστό του 32,1% της αποχής που καταγράφηκε το 1997 (στον πρώτο γύρο), το 2002 αυξήθηκε σε 35,6%, σε 39,6% το 2007, 42,8% το 2012 πριν από το ποστοσό - ρεκόρ του 51,29% που καταγράφηκε φέτος. Η συνεχόμενη αυτή άνοδος της αποχής θα πρέπει να μπεί στο μικροσκόπιο των αναλυτών και να εξετασθεί και το ενδεχόμενο της ημερολογιακής επιλογής των εκλογών.

Οπως καταδεικνύει το ποσοστό της αποχής, οι βουλευτικές εκλογές έχουν υποβιβαστεί σε εκλογές δεύτερης επιλογής και όπως είναι φυσικό, είναι θεμιτό να αναρωτηθεί κάποιος για τους λόγους και τις συνέπειες αυτής της κατάστασης.
Διάφοροι παράγοντες συνέβαλαν στην περαιτέρω αύξηση αυτής της δυσαρέσκειας. Τα δύο πρώην μεγάλα κυβερνητικά κόμματα αποφάσισαν και τα δύο να ορίσουν τον υποψήφιό τους εν μέσω προκριμματικών γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα, η εκλογική κούρσα να αρχίσει από τον Σεπτέμβριο του 2016, κινητοποιώντας τον ουσιαστικό πολιτικό χρόνο.

Η εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν η οποία επιτεύχθηκε ύστερα από μία ατελείωτη σειρά απίθανων ανατροπών, ήχησε σαν το τέλος μίας ατελείωτης σαπουνόπερας. Πολλοί ψηφοφόροι ήθελαν να φωνάξουν: « σταματήστε, φτάνει πια» ενώ ακόμα και οι υποστηρικτές των χαμένων υποψηφίων έλαβαν σοβαρά υπόψιν τους την προεδρική ετυμηγορία.

Μετά από τη χαμηλή προσέλευση στις βουλευτικές εκλογές του 2012 (57,22% στον πρώτο γύρο), ο τότε πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ είχε εκφράσει την άποψη οτι ήταν απαραίτητη μία μεταρρύθμιση του εκλογικού χρονοδιαγράμματος. Πολύ σύντομα όμως εγκατέλειψε αυτην την ιδέα.
Η εκλογική εκστρατεία, η οποία εγκαινιάσθηκε το 2016, μάλλον συνέβαλε σε μία «δημοκρατική κόπωση» των ψηφοφόρων. Επίσης το μεσοδιάστημα των πέντε εβδομάδων που ακολούθησε μεταξύ των προεδρικών και των βουλευτικών εκλογών δεν ήταν αρκετό, ώστε οι υποψήφιοι να αναπτύξουν τα θέματα της προεκλογικής τους εκστρατείας. Φέτος δεν πραγματοποιήθηκαν μεγάλες συγκεντρώσεις, ούτε διενεργήθηκαν επίσημες τηλεοπτικές εκπομπές μεταξύ των υποψηφίων των κυριοτέρων κομμάτων πριν από τις βουλευτικές εκλογές. Η πολιτική εκπομπή του τηλεοπτικού καναλιού France 2, η οποία ήταν αφιερωμένη στα θέματα των εκλογών, βγήκε εκτός προγράμματος εξαιτίας της «μη διαθεσιμότητας των φιλοξενουμένων», σύμφωνα με το κανάλι. Οι συζητήσεις των υποψηφίων παρουσιάσθηκαν από τον τοπικό καθημερινό Τύπο και από τα τοπικά κανάλια του δικτύου France 3.

Σχηματισμός κυβέρνησης, ανακοίνωση Τραμπ οτι οι ΗΠΑ αποχωρούν από τη συμφωνία του Παρισιού για το περιβάλλον, τρομοκρατικές επιθέσεις στο Λονδίνο... Πολλά γεγονότα «συγκλόνισαν» την προεκλογική περίοδο και κατάφεραν να επισκιάσουν τις εκλογές, όπως η προκαταρκτική έρευνα από τον εισαγγελέα της Βρέστης για τον Ρισάρ Φεράν, υπουργό Εδαφικής Συνοχής των Περιφερειών, καθώς και η προκαταρκτική έρευνα που άρχισε το γραφείο του εισαγγελέα του Παρισιού σε βάρος του κεντρώου Δημοκρατικού Κινήματος (MoDem), κόμματος του νυν υπουργού Δικαιοσύνης Φρανσουά Μπαϊρού, έπειτα από καταγγελίες περί κατάχρησης δημοσίων πόρων, αφού στέλεχός του φέρεται να εργάστηκε σε πλασματική θέση εργασίας στο Ευρωκοινοβούλιο, κατηγορία που το κόμμα του Μπαϊρού αρνείτο. Οι δύο αυτές υποθέσεις δηλητηρίασαν την εκλογική εκστρατεία.

Σημαντικό όμως μερίδιο ευθύνης για την αποχή -ρεκόρ μπορεί να αποδοθεί και στην καλοκαιρινή ημέρα της 11η Ιουνίου, η οποία θα μπορούσε να αποτρέψει πολλούς ψηφοφόρους οι οποίοι προτίμησαν να «πάνε για ψάρεμα», παρά να ψηφίσουν.

Πηγή: ΑΠΕ, Le Monde-Le Figaro