Θα οδηγήσει άραγε η κατάρρευση των διαπραγματεύσεων στη Γερμανία σε νέες εκλογές και αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ; Η απάντηση στο ερώτημα είναι δύσκολη, αφού όλες οι πιθανές εκδοχές (κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Πράσινους, νέες εκλογές, νέος μεγάλος συνασπισμός με τους Σοσιαλδημοκράτες, νέος κύκλος διαπραγματεύσεων Τζαμάικα) μοιάζουν στην προκειμένη περίπτωση εξίσου απίθανες.

Ο μεγάλος συνασπισμός αποδοκιμάστηκε εκλογικά, μια κυβέρνηση μειοψηφίας θα ήταν ασταθής και θα οδηγούσε σε πολιτικό πάρτι του AfD και του FDP, νέες εκλογές θα αναδείκνυαν την αδυναμία της καγκελαρίου Μέρκελ να βρει λύση, ενώ θα έπλητταν καίρια το βασικό της πολιτικό πλεονέκτημα: την παροχή ασφάλειας και σταθερότητας. Ταυτόχρονα, η Μέρκελ θα προσερχόταν σ’ αυτές έχοντας αποδυναμώσει το βασικό της χαρτί προς τα δεξιά, τον Σόιμπλε που έφυγε από το υπουργείο Οικονομικών για να τεθεί επικεφαλής της Μπούντεσταγκ.

Τα επίμαχα σημεία των διαπραγματεύσεων -περιορισμός στις 200 χιλιάδες των προσφύγων που θα υποδέχεται η Γερμανία, αναθεώρηση των στόχων μείωσης των εκπομπών CO2, κατάργηση από το 2030 των νέων, μη ηλεκτρικών αυτοκινήτων, πρόταση Macron για κοινό προϋπολογισμό της ευρωζώνης και άμεση κατάργηση του φόρου «αλληλεγγύης» που είχε επιβληθεί μετά την επανένωση της Γερμανίας- είναι ούτως ή άλλως πολλά και δύσκολα, για να μπορεί να έχει ελπίδες επιτυχίας ένας νέος κύκλος διαπραγματεύσεων.

Το πρόβλημα όμως βρίσκεται αλλού. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, η ίδια η Μέρκελ εμφανίζεται αδύναμη, και η αδυναμία της αυτή είναι και ο πραγματικός λόγος του αδιεξόδου στη Γερμανία, μια αδυναμία που επηρεάζει αναπόφευκτα αρνητικά τόσο την πορεία της Ευρώπης συνολικά, όσο και την Ελλάδα, που παραμένει ο πιο αδύναμος κρίκος.

Το βασικό σενάριο για την Ελλάδα, όπως δείχνουν οι πληροφορίες από την ευρωπαϊκή και την ελληνική πλευρά, αναφέρει ότι θα επιδιωχθεί τεχνική συμφωνία (Staff Level Agreement) ως το Eurogroup της 4ης Δεκεμβρίου και ολοκλήρωση της αξιολόγησης ως το Eurogroup της 22ας Ιανουαρίου, έτσι ώστε να ξεκινήσουν αμέσως μετά οι δύσκολες συζητήσεις για τον ρόλο του ΔΝΤ, τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους και ο σχεδιασμός για την επόμενη ημέρα, δηλαδή πώς ακριβώς θα πορευθεί η Ελλάδα μετά από την ολοκλήρωση του 3ου Μνημονίου.

Μετά τη συνεδρίαση του προεδρείου του κόμματος το πρωί της Δευτέρας ο Μάρτιν Σουλτς δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι εξακολουθεί να ισχύει η θέση του SPD, ότι δεν πρόκειται να συνεχίσει το μεγάλο συνασπισμό και ότι θα πρέπει να επαναληφθούν οι εκλογές. Παράλληλα όμως παρέπεμψε στις πρωτοβουλίες που θα αναλάβει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με τον οποίο θα συναντηθεί την Τετάρτη.

«Η εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης παραμένει», δήλωσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ και κάλεσε τα κόμματα να ξανασκεφτούν τις θέσεις τους. «Δεν μπορείς να επιστρέψεις έτσι απλά την ευθύνη στον ψηφοφόρο (…) Όποιος ζητάει την ευθύνη διακυβέρνησης, δεν επιτρέπεται μετά να κρύβεται», τόνισε.

«Βρισκόμαστε ενώπιον μιας κατάστασης η οποία δεν υπήρξε έως τώρα ποτέ στην Ομοσπονδιακή Γερμανία. Η πρόκληση για τα πολιτικά κόμματα είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Πρέπει να ακολουθήσουν την εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης -- αυτή η ευθύνη υπερβαίνει τα συμφέροντά τους. Η εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης παραμένει. Δεν μπορείς να επιστρέψεις έτσι απλά την ευθύνη στον ψηφοφόρο. Τα κόμματα πρέπει για άλλη μια φορά να μπουν σε περισυλλογή και να ξανασκεφτούν τις θέσεις τους», δήλωσε ο κ. Σταϊνμάιερ και πρόσθεσε: «Τα κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο έχουν ως υποχρέωση το κοινό καλό. Περιμένω από όλα τα κόμματα διάθεση για συνομιλίες, για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Όποιος ζητάει την ευθύνη διακυβέρνησης, δεν επιτρέπεται μετά να κρύβεται», ενώ σημείωσε ότι τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας --ιδιαίτερα στους Ευρωπαίους εταίρους μας-- θα είναι δύσκολο να κατανοηθεί το να μην μπορούν οι πολιτικές δυνάμεις μας να ανταποκριθούν στην ευθύνη τους».

Ο κ. Σταϊνμάιερ τις επόμενες ημέρες θα συναντηθεί με τους αρχηγούς των κομμάτων και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς.

Τα πιθανά σενάρια

Όλα τα ενδεχόμενα είναι πλέον ανοιχτά. Ένα πρώτο σενάριο είναι η κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Ο πρόεδρός του Μάρτιν Σουλτς επανέλαβε ότι δεν πρόκειται να οδηγήσει το κόμμα του και πάλι στα κυβερνητικά έδρανα, δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου καταψήφισαν τον μεγάλο συνασπισμό. Ένα δεύτερο σενάριο είναι η κυβέρνηση μειοψηφίας με τους Φιλευθέρους και τους Πρασίνους. Κι αυτό όμως όχι μόνο είναι πρωτόγνωρο για τα γερμανικά πολιτικά ειωθότα, αλλά πρακτικά ανέφικτο δεδομένου ότι κάθε φορά και για κάθε κυβερνητική απόφαση η καγκελάριος Μέρκελ θα πρέπει να αναζητά πλειοψηφίες. Το απέκλεισε, εξάλλου, και το ηγετικό στέλεχος των Πρασίνων Γιούργκεν Τριτίν, λέγοντας ότι η Γερμανία χρειάζεται σταθερή κυβέρνηση.

Απομένει το σενάριο των πρόωρων εκλογών, αλλά εκτός του ότι υπάρχουν συγκεκριμένες συνταγματικές επιταγές που δυσκολεύουν πολύ μια τέτοια λύση, πιθανή προσφυγή και πάλι στις κάλπες θα ενίσχυε το ακροδεξιό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) και θα έκανε ακόμη πιο δύσκολη την εύρεση πλειοψηφιών για σχηματισμό κυβέρνησης.

Θεωρητικά πάντα θα υπήρχε και ένα δεύτερος γύρος διερευνητικών για σχηματισμό κυβέρνησης Τζαμάικα, μετά από μια χρονική περίοδο ψυχραιμότερης αντιμετώπισης της πραγματικότητας.