Τι αλλάζει -και τι όχι- με το «περιορισμένο» πλήγμα στη Συρία
ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία κλιμακώνουν τους τόνους του μηνύματος με πρώτο αποδέκτη τη Ρωσία και έπειτα τον Άσαντ
Μία εβδομάδα μετά τις τραγικές εικόνες από την καταγγελλόμενη χημική επίθεση στην Ντούμα, η προαναγγελθείσα -περιορισμένη και μεμονωμένη- επέμβαση ήρθε: ΗΠΑ, Γαλλία και Βρετανία προχώρησαν τα ξημερώματα του Σαββάτου σε πλήγματα εναντίον θέσεων του συριακού χημικού οπλοστασίου, παρά τις επανειλημμένες «προειδοποιήσεις» από τη Ρωσία, βασικό σύμμαχο του Άσαντ.
Τα πλήγματα έγιναν σε τρεις θέσεις (στην περιοχή της Δαμασκού και στην περιοχή της Χομς) και η συριακή αεράμυνα υποστηρίζει ότι αναχαίτισε κάποιους από τους πυραύλους που εκτοξεύτηκαν. Από την πλευρά εκείνων που επιχείρησαν, η Γαλλία περιορίστηκε στο ότι δεν υπήρξαν ενδείξεις πως τουλάχιστον τα δικά της μέσα βρήκαν αντίσταση.
Τα βασικότερα σημεία που πρέπει να κρατήσει κανείς από τις επιχειρήσεις είναι δύο: Το πρώτο είναι ότι, όπως άφησαν να φανεί οι εμπλεκόμενοι, υπήρξε μέριμνα να αποφευχθεί εμπλοκή με τα ρωσικά μέσα που βρίσκονται στην Συρία. Μέχρι και η ίδια η Μόσχα επιβεβαίωσε ότι οι αναχαιτίσεις έγιναν από τη συριακή αεράμυνα -επιβεβαιώνοντας δηλαδή έμμεσα ότι οι πύραυλοι του Σαββάτου έμειναν μακριά «της».
Το δεύτερο είναι πως ΗΠΑ και Γαλλία άφησαν να φανεί ότι η επέμβαση ήταν μεμονωμένη και ολοκληρώθηκε. Από την Γαλλία ακούστηκε ότι δεν σχεδιάζεται άμεση συνέχεια, από το Πεντάγωνο στάλθηκε το ίδιο μήνυμα με τον αμερικανό υπουργό Άμυνας να μιλάει χαρακτηριστικά για επιχείρηση «προς το παρόν, μία και έξω» (one-off). Το μήνυμα που έστειλε παράλληλα ο Τραμπ θα μπορούσε να αναγνωστεί και αμφίσημα -αν και, ουσιαστικά, η αμφισημία του είναι το κεντρικό στοιχείο του μηνύματος.
Ο Τραμπ, στο νυχτερινό διάγγελμα που ανακοίνωνε τα πλήγματα, ανέφερε πως στόχος ήταν να δοθεί απάντηση στην χρήση χημικών όπλων από την συριακή κυβέρνηση εναντίον αμάχων λέγοντας πως για αυτό αξιοποιείται «στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική πίεση» προς τον Άσαντ. «Είμαστε έτοιμοι να επιμείνουμε σε αυτήν την απάντηση μέχρι το καθεστώς να σταματήσει να χρησιμοποιεί απαγορευμένους χημικούς παράγοντες» είπε.
Αυτή ήταν η δήλωση που, εκ πρώτης όψεως, δεν θα απέκλειε στο μέλλον νέα πλήγματα: Ωστόσο, ο Τραμπ σε αυτό το σημείο κάθε άλλο παρά εγκαινίασε συνεχιζόμενη επέμβαση, αλλά μιλούσε για «επιμονή και συνέχεια» μόνο σε γενική αναφορά όλης της γκάμας δράσεων (συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών) που έχει στη διάθεσή της η Ουάσινγκτον. Προφανώς, για να έχει οποιοδήποτε νόημα το οποιοδήποτε πλήγμα, δεν μπορεί να συνοδευτεί με το μήνυμα «ήταν η τελευταία φορά».
Ο Τραμπ, υπενθυμίζεται, είχε έναν χρόνο πριν προχωρήσει ξανά σε πλήγμα εναντίον των συριακών θέσεων που επίσης σχετίζονταν με το συριακό χημικό οπλοστάσιο. Οι διαφορές όμως σήμερα είναι αρκετές: Όχι μόνο το σύνολο της δύναμης που αξιοποίησε το Σάββατο η αμερικανική αεροπορία ήταν διπλάσιο από πέρυσι, αλλά τώρα ήρθε μαζί με τη Γαλλία και τη Βρετανία.
Επιπλέον, τώρα ήρθε ενώ έχουν ανέβει οι τόνοι στη σύγκρουση ΗΠΑ και Ρωσίας, και ενώ ο Άσαντ είχε ήδη όχι μόνο αγνοήσει το περυσινό πλήγμα αλλά, χάρη και στην υποστήριξη Ρωσίας και Ιράν, έχει πλέον ανακτήσει σημαντικό μέρος του ελέγχου που είχε χάσει. Ωστόσο, το χάος είναι ακόμη μεγαλύτερο στη Συρία και όλο και περισσότεροι ξένοι παράγοντες διευρύνουν τη δική τους σφαίρα ελέγχου -πέραν του φιλικού στον Άσαντ Ιράν, αυτό είναι ακόμη εμφανέστερο με το τι συμβαίνει με την Τουρκία στον κουρδικό βορρά.
Η δε Ρωσία έχει δείξει ότι είναι διατεθειμένη να επενδύσει όσο περισσότερα μπορεί στην στήριξη στον Άσαντ. Σκοπός του Πούτιν είναι η Μόσχα, για πρώτη φορά μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, να εγκαθιδρύσει κυρίαρχη επιρροή σε περιοχές μακριά από την δική της «γειτονιά». Και επειδή η Μόσχα έχει επενδύσει τόσα, η Ουάσινγκτον γνωρίζει ότι το διακύβευμα είναι μεγάλο -και, κατ' αναλογία, και οι κίνδυνοι σύγκρουσης, με τον κίνδυνο ανεξέλγκτης να μένει αρκετά υπαρκτός.
Τίποτε από όλα αυτά δεν πρόκειται να αλλάξει με το πλήγμα του Σαββάτου.
Οι ισορροπίες είναι πολύ ευαίσθητες, και το πλήγμα του Σαββάτου έδειξε πως όλες οι πλευρές επικεντρώνονται ακριβώς στο να μην υπάρξει ανοικτή σύγκρουση: Το πώς πρόσεξαν πρωτίστως οι δυτικές δυνάμεις να μην υπάρξει διένεξη με ρωσικά μέσα, το πώς το Παρίσι φρόντισε να κρατήσει διαύλους με τη Μόσχα (ο Μακρόν είχε μιλήσει με τον Πούτιν μόλις την προηγουμένη), το πώς μέχρι και στο διάγγελμά του ο Τραμπ «έτεινε» χείρα συνεργασίας στη Μόσχα, το πώς οι ρωσικές κάννες στη Συρία έμειναν (παρά τις «προειδοποιήσεις» πως θα υπήρχε απάντηση) σιωπηρές ενώ έπεφταν οι πύραυλοι.
Ωστόσο, ο στόχος ΗΠΑ, Γαλλίας και Βρετανίας ήταν να σταλεί μήνυμα κόκκινης γραμμής: Το πλήγμα ήταν απάντηση στις «προειδοποιήσεις» της Μόσχας -ότι δηλαδή δεν διστάζουν απέναντι σε μία Ρωσία που στοχεύει να εγκαθιδρυθεί στην περιοχή. Τυχαία, αυτό φάνηκε ακόμη και με το πώς προαναγγέλθηκε το πλήγμα -με εκείνο το (ομολογουμένως, ανεπανάληπτης ελαφρότητας στα χρονικά) tweet του Τραμπ που απαντούσε σε ρωσικές προειδοποιήσεις. Η Μόσχα ήταν ο πρώτος αποδέκτης - το να αποθαρρυνθεί ο Άσαντ από χρήση χημικών ήταν, υπό αυτήν την οπτική, ένα εξίσου θετικό «παράπλευρο» κέρδος, για όσο κρατήσει.
Αυτός επίσης φαίνεται ότι ήταν και ένας από τους λόγους, πέραν του στενού δεσμού με τις ΗΠΑ, που συμμετείχε και η Βρετανία, η οποία έχει μπει σε τροχιά σύγκρουσης με την Μόσχα με αφορμή το Σάλισμπουρι. Πιο ενδεικτικό του τραγικά ειρωνικού παραλληλισμού του Σάλισμπουρι (επίθεση με νευροτοξικό παράγοντα) και της Ντούμα (επίθεση πιθανότατα με χλώριο) ήταν ότι την Παρασκευή η Μόσχα υποστήριξε πως την επίθεση στην Συρία την έστησε... το Λονδίνο.
Ολόκληρο το αδιέξοδο όμως, το οποίο δεν αλλάζει με το πλήγμα, είναι ότι οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να έχουν συγκροτημένο στόχο για την ίδια την Συρία. Αυτό είναι εμφανέστατο εδώ και χρόνια, και απλώς επιβεβαιώνεται κάθε φορά που ο Τραμπ λέει, όπως γινόταν μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, πως σκοπεύει σύντομα να αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις ενώ λίγες ημέρες μετά απειλεί (και έπειτα, το τηρεί) με πλήγμα.
Ο Άσαντ είναι μεν διαγεγραμμένος για τη Δύση, όμως η Ούασινγκτον πιθανότατα ανησυχεί εξίσου με το τι θα γινόταν αν έπεφτε σήμερα ο Άσαντ. Για αυτό και, από την πλευρά αυτήν την φορά του Λονδίνου, ήταν πολύ ειλικρινής η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι το Σάββατο όταν διευκρίνιζε το αυτονόητο: Τα πλήγματα του Σαββάτου «δεν έχουν στόχο αλλαγή καθεστώτος», επανέλαβε.