Λίγες ώρες κράτησε το μεσημέρι το «τάιμ άουτ» στην πτώση της τουρκικής λίρας που είχε ξεκινήσει το πρωί: Το απόγευμα, το νόμισμα άρχισε ξανά να πέφτει κατακόρυφα και έχει καταλήξει αποδυναμωμένο κατά 18% (έναντι του δολ.) από τα επίπεδα που είχε ξεκινήσει το πρωί. 

Για να μπει αυτό σε ευρύτερο πλαίσιο: Από την αρχή του χρόνου, η τουρκική λίρα έχει χάσει 40%, δηλαδή σχεδόν το μισό της αξίας της. 

Η αναταραχή έχει συμπαρασύσει και τα διεθνή χρηματιστήρια, με την Γουόλ Στριτ να ξεκινά το μεσημέρι της Παρασκευής (ώρα Αθήνας) τη συνεδρίαση στο κόκκινο ακολουθώντας το κλίμα σε Φρανκφούρτη, Λονδίνο και Παρίσι. Ισχυρές πιέσεις δέχονται επίσης εν γένει τα νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών.  

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κάλεσε τους Τούρκους να ανταλλάξουν δολάρια και χρυσό με τουρκικές λίρες, με στόχο να ανασχεθεί η κατρακύλα (κάτι τέτοιο πάντως μεσοπρόθεσμα θα είχε, στην καλύτερη περίπτωση, ανεπαίσθητο αποτέλεσμα).  

Η τουρκική οικονομία υφίσταται τις τελευταίες εβδομάδες αυξανόμενη πίεση, σε σημείο που τις τελευταίες ημέρες μεγάλα διεθνή οικονομικά ΜΜΕ -όπως το Bloomberg ή οι Financial Times- ήγειραν άμεσο ενδεχόμενο να στραφεί η Άγκυρα στο ΔΝΤ και να καταφύγει σε επιβολή capital controls. 

Η πορεία του τουρκικού νομίσματος -μαζί με τον υψηλό πληθωρισμό, εξαιτίας και της πολιτικής επιτοκίων- είναι τις τελευταίες εβδομάδες το βασικότερο πεδίο στο οποίο αποτυπώνεται η πίεση στην τουρκική οικονομία, αλλά εσχάτως έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται αισθητές οι επιπτώσεις και στα CDS.

Αν και τα δημοσιονομικά της Τουρκίας δεν βρίσκονται σε ιδιαίτερα άσχημη θέση (έλλειμμα και χρέος βρίσκονταν σχετικά υπό έλεγχο, κάτι όμως που άρχισε να χαλάει ήδη με τις προεκλογικές παροχές Ερντογάν) και η πορεία του τουρκικού ΑΕΠ δεν δημιουργούσε, μέχρι πρότινος, ανησυχίες (έστω κι αν -πλέον- πολλοί περιμένουν πρόσκαιρη συρρίκνωση στα επόμενα τρίμηνα), η υποτίμηση της λίρας μπορεί να γίνει το μοιραίο πλήγμα. 

Η υποτίμηση δυσχαιρένει την αποπληρωμή δανείων σε ξένα νομίσματα, είτε αυτό αφορά το τουρκικό Δημόσιο είτε -κάτι εξίσου επικίνδυνο για φαινόμενο ντόμινο- τα δάνεια τουρκικών επιχειρήσεων. Σε αυτό πρέπει, εξυπακούεται, να προστεθεί το αυξανόμενο κόστος για καύσιμα και πρώτες ύλες.

Μπροστά σε όλα αυτά, το όποιο όφελος από τη φθηνότερη λίρα στις εξαγωγές ή στον τουρισμό (και μάλιστα σε μία περίοδο που οι περισσότεροι ξένοι επισκέπτες είχαν ήδη κλείσει τις διακοπές τους) θα ήταν σταγόνα στον ωκεανό.

Στην κορυφή όσων έχουν προκαλέσει ανησυχίες για την τουρκική οικονομία βρίσκεται η στάση του Ερντογάν απέναντι στη νομισματική πολιτική: Ο Τούρκος πρόεδρος είχε αρχίσει να διατρανώνει την εντελώς ανορθόδοξη, για τον ανεπτυγμένο κόσμο, πεποίθησή του πως η άσκηση νομισματικής πολιτικής δεν πρέπει να είναι ανεξάρτητη. 

Τα πράγματα δεν βοήθησε ιδιαίτερα το ότι, μετά την επανεκλογή του, ο Ερντογάν επέλεξε τον... γαμπρό του, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, για το υπουργείο Οικονομικών (που έχει συνενωθεί με το Οικονομίας). 

Ο Αλμπαϊράκ προσπάθησε επίσης την Παρασκευή να κατευνάσει τις ανησυχίες παρουσιάζοντας το πρόγραμμά του για την οικονομική πολιτική της Άγκυρας, δίνοντας βάρος σε εξαγγελίες πως θα επικεντρωθεί σε δημοσιονομική ισορροπία και μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών - η απουσία ωστόσο σαφών στόχων ή αριθμών από τις δηλώσεις του προκάλεσε απορίες. 

Προσπαθώντας δε ιδιαίτερα να απαντήσει στη βασική ανησυχία από το εξωτερικό, ο Αλμπαϊράκ υπογράμμισε πως η «ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας είναι καθοριστικής σημασίας».