Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατίας της Γερμανίας και το κρατίδιο της Βαυαρίας κατά τη διάρκεια του 1960 και του 1970 πούλησαν αντικείμενα αυτής της συλλογής σε «τιμές ευκαιρίας»,  χωρίς να αποδώσουν τα έσοδα στους πιθανούς προηγούμενους ιδιοκτήτες τους.

Πρόκειται για μια «δηλητηριώδη» κληρονομιά, την οποία τα γερμανικά μουσεία αλλά και οι κυβερνήσεις έχουν αποτύχει να διαχειριστούν κατάλληλα έως και σήμερα. Είναι μια κληρονομιά που είναι τρομακτικά άβολη για μια νεοσύστατη δημοκρατία, όπως αυτή της Γερμανίας. Συνδέεται με μια εποχή που κανείς δεν θέλει να φέρει στο προσκήνιο.

Και η λύση ήταν απλή, τα αντικείμενα αυτά μπήκαν στις κούτες τους και κλειδώθηκαν καλά, να μην τα δει ποτέ ξανά κανείς. Αυτή η πρακτική ακολουθείται ακόμη και σήμερα στη Γερμανία ως προς τους θησαυρούς που ο Χίτλερ, ο  Γκάρινγκ και άλλα ηγετικά στελέχη των ναζί άρπαξαν και έκλεψαν από άλλους στη διάρκεια 12 χρόνων τυραννίας.

Η Spiegel ξεκίνησε μια έρευνα για την κληρονομιά του Τρίτου Ράιχ. Το αναπάντεχο εύρημα αυτής της έρευνας είναι τα έγγραφα που πιστοποιούν πως η Ομοσπονδιακή Δημοκρατίας της Γερμανίας και το κρατίδιο της Βαυαρίας κατά τη διάρκεια του 1960 και του 1970 πούλησαν έργα τέχνης και αντικείμενα της συλλογής του Χίτλερ και του Goring σε «τιμές ευκαιρίας» χωρίς να αποδώσουν τα έσοδα στους πιθανούς προηγούμενους ιδιοκτήτες τους ή σε οργανώσεις για τους Εβραίους-θύματα του Ολοκαυτώματος.

Τα αντικείμενα που φυλάσσονται στις αποθήκες ενός μουσείο στο Μόναχο είναι μόνο ένα ελάχιστο μέρος του θησαυρού των ναζί που πέρασε στα χέρια της μεταπολεμικής Γερμανίας. Σχεδόν επτά δεκαετίες αργότερα το γερμανικό κράτος εξακολουθεί να έχει στην κατοχή του πίνακες ζωγραφικής, χαλιά, έπιπλα, σχέδια, γλυπτά, ασημένια σκεύη, ταπετσαρίες, βιβλία και πολύτιμους λίθους κληροδοτημένα από την εποχή των ναζί.

Η γερμανική κυβέρνηση κατέχει περίπου 20.000 αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένων πινάκων ζωγραφικής, γλυπτών, επίπλων, βιβλίων και νομισμάτων. Σύμφωνα με μια εκτίμηση του 2004, μόνον οι 2.300 πίνακες έχουν ασφαλιστική αξία ύψους 60 εκατομμυρίων ευρώ. Εκατοντάδες ακόμη βρίσκονται σε αποθήκες μουσείων σε ολόκληρη τη χώρα.

Κανείς δεν θέλει να μιλά γι’ αυτό τον τεράστια συλλογή, εν μέρει επειδή συνοδεύεται με το αίσθημα ενοχής για την κατοχή περιουσιακών στοιχείων συχνά ασαφούς προέλευσης. Για παράδειγμα έργα τέχνης που αποκτήθηκαν από εβραϊκές συλλογές που πωλήθηκαν σε κατάσταση πανικού μετά το 1933 ή είχαν αρπαγεί από τους νόμιμους ιδιοκτήτες τους λίγο πριν αυτοί σταλούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Πάντως, δεν κρατούνται κρυφά από το κοινό όλα τα αντικείμενα αυτής της ναζιστικής κληρονομιάς.  Μια σειρά έργων βρίσκονται σε διάφορα μέρη στη χώρα, σε δημόσια μουσεία, ιδιωτικές συλλογές, στο γραφείο του γερμανού προέδρου, στην καγκελαρία στο Βερολίνο, στους κυβερνητικούς ξενώνες και σε γερμανικά προξενεία ανά τον κόσμο.

Για περίπου 68 χρόνια, οι ιθύνοντες για τον τομέα της Τέχνης -ασχέτως με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις - έχουν κάνει ελάχιστα ως προς τη διερεύνηση της προέλευσης των πολύτιμων αυτών αντικειμένων που συνθέτουν αυτή τη «δηλητηριώδη» κληρονομιά και να τα επιστρέψουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες.

Μεταξύ των πολύτιμων αντικειμένω ήταν το διαμαντένιο ρολόι που δώρισε ο Χίτλερ στην ερωμένη του Έυα Μπράουν στα 27α γενέθλιά της, το Φεβρουάριο του 1939. Στο πίσω μέρος του ρολογιού γράφει: «Στις 6 Φεβρουαρίου 1939. Με όλη μου την αγάπη. Α. Χίτλερ».

Ένα χρυσό ποτήρι σαμπάνιας 18 καρατίων που ανήκε στον Χ. Γκαίρινγκ

Μια διαμαντένια τιάρα 32 καρατίων επίσης από τη συλλογή του Γκαίρινγκ.

Σε μια από τις φωτογραφίες στις 13 Ιανουαρίου 1938, βλέπουμε τον Χέρμαν Γκαίρινγκ να θαυμάζει έναν πίνακα, τον οποίο του δώρησε ο Α. Χίτλερ για τα 45α γενέθλιά του.

Αμερικανοί στρατιώτες βρήκαν στις 3 Μαΐου 1945 έναν πίνακα κρυμμένο από τους ναζί σε αλατωρυχείο κοντά στο Heilbronn.

Αμερικανοί στρατιώτες κουβαλούν πίνακες ζωγραφικής από μια ανεκτίμητη συλλογή που ανακαλύφθηκε σε αυστριακό κάστρο. Μεγάλο μέρος της επρόκειτο να παρουσιαστεί στο τεράστιο μουσείο Τέχνης που οι ναζί σχεδίαζαν να χτίσουν στο Λιντς.