Η ινδική κυβέρνηση ανακοίνωσε σήμερα ότι προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο με σκοπό την ακύρωση του νόμου που ποινικοποιεί την ομοφυλοφιλία, τον οποίο επικύρωσε την περασμένη εβδομάδα η ανώτατη δικαστική αρχή της χώρας.

Η κυβέρνηση ζητεί από το Ανώτατο Δικαστήριο να ανακαλέσει την απόφασή του και να κηρύξει αντισυνταγματικό το νόμο αυτό, κληροδότημα της νομοθεσίας της βρετανικής αποικιοκρατίας του 1860, εκτιμώντας ότι "παραβιάζει την αρχή της ισότητας" μεταξύ των πολιτών.

Στις 12 Δεκεμβρίου, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε απόφαση που είχε λάβει δικαστήριο του Νέου Δελχί το 2009, με την οποία αποποινικοποιούσε τις σεξουαλικές σχέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους του ιδίου φύλου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της ινδικής πρωτεύουσας αποφάνθηκε το 2009 ότι το άρθρο 377 του ποινικού κώδικα του 1860, το οποίο ποινικοποιεί τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, κυρίως το σοδομισμό, συνιστά "παραβίαση των θεμελιωδών συνταγματικών δικαιωμάτων".

Το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο αυτό είναι σύμφωνο με το Σύνταγμα και παρέπεμψε στο Κοινοβούλιο το θέμα.

Η κυβέρνηση είχε αφήσει να εννοηθεί ότι ίσως ζητούσε από το Κοινοβούλιο να αποφανθεί, αλλά η διαδικασία αυτή είναι άκρως αργή και είναι μάλλον αδύνατο να διεξαχθεί ψηφοφορία για το θέμα αυτό πριν από τις εκλογές του Μαΐου.

Ο ποινικός κώδικας χαρακτηρίζει ως σήμερα την ομοφυλοφιλία ως "παρά φύση" συμπεριφορά, η οποία τιμωρείται με πρόστιμο και με κάθειρξη δέκα ετών.

Παρόλο που ο νόμος αυτός σπάνια εφαρμόζεται, οργανώσεις για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων διαμαρτύρονται για προσβολές, εκφοβισμό και παρενοχλήσεις από αστυνομικούς σε μια άκρως συντηρητική χώρα. Κανένας ομοφυλόφιλος από το χώρο της πολιτικής, των σπορ ή του θεάματος δεν έχει αποκαλύψει τις σεξουαλικές του επιλογές.

Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι η αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας θα συνέβαλε στον αγώνα κατά της μετάδοσης του ιού του AIDS που έχει προσβάλει περίπου 2,5 εκατομμύρια Ινδούς.