Οι ενδείξεις της τέλεσης εκ μέρους του Δημήτρη Κουφοντίνα του αδικήματος της διέγερσης σε « διάπραξη κακουργήματος ή πλημμελήματος» ήταν ένας από τους λόγους που δεν χορηγήθηκε η έβδομη άδεια στον Δημήτρη Κουφοντίνα.



Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Βόλου με το υπ´ αριθμόν 134/2019 βούλευμα του, απέρριψε το αίτημα του για τη χορήγηση 7ης τακτικής άδειας για τρίτη φορά.


Σύμφωνα με τους δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου το αίτημα του Δημήτρη Κουφοντίνα «σκοντάφτει» όχι τις τυπικές προυποθέσεις αλλά στις ουσιαστικές που θέτει ο νόμος.


Συγκεκριμένα το δικαστικό συμβούλιο έκρινε ότι «βασίμως εκτιμάται ότι υπάρχει: α) σοβαρός κίνδυνος, κατά τη διάρκεια της άδειάς του, ο κρατούμενος να τελέσει και νέες αξιόποινες πράξεις, και να σχεδιάσει και να καθοδηγήσει τις ως άνω αναφερόμενες οργανώσεις, ομάδες και συλλογικότητες του αναρχικού - αντιεξουσιαστικού χώρου, με τις οποίες ο ίδιος δηλώνει «αλληλέγγυος» και εξακολουθεί ακόμη και μέσα από τη φυλακή να διατηρεί ισχυρούς δεσμούς, στην τέλεση και νέων αξιόποινων πράξεων βίας σε βάρος προσώπων και πραγμάτων, λαμβάνοντας υπόψη ότι όντας ήδη κρατούμενος δεν διστάζει επανειλημμένως να διεγείρει τους «αλληλέγγυους συντρόφους» του, όπως ο ίδιος τους αποκαλεί, στην τέλεση (τουλάχιστον) πλημμελημάτων που ενέχουν πράξεις βίας (ή και απειλής βίας) κατά προσώπων και πραγμάτων, εκθέτοντας κατ' αυτόν τον τρόπο σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη, προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του, και δη τη χορήγηση άδειας από το κατάστημα κράτησης όπου κρατείται, β) βάσιμη προσδοκία ότι τοιουτοτρόπως ο εν λόγω κρατούμενος θα κάνει κακή χρήση της άδειάς του και γ) η λήψη μέτρων για τη σταδιακή επάνοδό του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας, με την παροχή αδειών, ουδεμία ωφέλεια μπορεί να έχει για την προσωπικότητά του»





Αναλυτικά, στο σκεπτικό, το δικαστικό συμβούλιο, επικαλείται δηλώσεις και τοποθετήσεις του Δημήτρη Κουφοντίνα το προηγούμενο διάστημα.


Συγκεριμένα για στα όσα είπε ο Δ. Κουφοντίνας στο προηγούμενο συμβούλιο που έκρινε την άδεια του, το δικαστικό συμβούλιο τονίζει πως ο

«εν λόγω κρατούμενος, ερωτηθείς εάν σέβεται τους κανόνες της έννομης τάξης με βάση τους οποίους οριοθετείται, προσδιορίζεται και λειτουργεί το κοινωνικό σύνολο στο οποίο επιδιώκει να ενταχθεί, έστω και για λίγο, με τη λήψη τακτικής αδείας, απέφυγε συνειδητά να απαντήσει αρνητικά ή θετικά, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι, ο «αγώνας» του είναι πάντα ο ίδιος.

Επίσης, εξέθεσε ότι κινείται πάντα με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, εντούτοις, όταν ρωτήθηκε εάν σέβεται το ίδιο και την ανθρώπινη ζωή, που αποτελεί υπέρτατο έννομο αγαθό, απέφυγε να απαντήσει, επαναλαμβάνοντας μόνον ότι σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ότι βιώνει δραματικά την αντινομία ανάμεσα στις πράξεις του και στον πόνο των συγγενών των θυμάτων του, που είναι και δικός του (βλ. το με αριθ. 37/2019 Βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Βόλου). Το ανωτέρω γεγονός καταδεικνύει ότι αρνείται συνειδητά να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο και να σεβαστεί τις επιταγές της έννομης τάξης, ενώ εξακολουθεί να μην αποδέχεται την βαρύτητα των εγκλημάτων της αφαίρεσης των ανθρώπινων ζωών, που έχει διαπράξει, καθώς και τις έννομες συνέπειες αυτών. Συνεπώς, το παρόν Συμβούλιο πιθανολογεί διότι σε περίπτωση που τύχει τακτικής αδείας, έστω και ολιγοήμερης, δεν θα σεβαστεί τις επιταγές της έννομης τάξης».


Επίσης, οι δικαστές επικαλούνται το γεγονός ότι «κατά τη διάρκεια της κράτησής του, στις 30-5-2018, απέστειλε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κείμενο στο οποίο, αφού περιέγραφε τον εαυτό του ως πολιτικό κρατούμενο.

Συγκεκριμένα οι δικαστές αναφέρουν «Ο ανωτέρω κατάδικος, κατά τη διάρκεια της κράτησής του, στις 30-5-2018, απέστειλε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης κείμενο στο οποίο, αφού περιέγραφε τον εαυτό του ως πολιτικό κρατούμενο, ανέφερε τα εξής: «Και επειδή τίποτε και ποτέ δεν μας χαρίστηκε και αυτά που αποκαλούνται δικαιώματα δεν είναι παρά οι κατακτήσεις μακρών και πολύχρονων αγώνων, η μόνη απάντηση που μπορούμε να δώσουμε είναι να ξαναπιάσουμε, μέσα και έξω από τη φυλακή, το κόκκινο νήμα αυτών των αγώνων». Από το γεγονός ότι οι παραπάνω δηλώσεις, οι οποίες παραπέμπουν ευθέως στη βία, πράγματι μετουσιώθηκαν στην παράνομη πράξη της απλής συνέργειας στη στάση κρατουμένων στις 24.2.2018 -η οποία πράξη (στάση κρατουμένων) έχει ιδιαίτερη ποινική απαξία, καθ' όσον αποτελεί προσβολή κατά της πολιτειακής εξουσίας- συνάγεται αρνητικό συμπέρασμα ως προς την πορεία του σωφρονισμού του συγκεκριμένου κατάδικου. Επίσης, προσφάτως αξίωσε να αφαιρεθεί το δικαίωμα «βέτο» του προέδρου του πειθαρχικού συμβουλίου των φυλακών, εισαγγελέως πρωτοδικών, στην απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου περί παροχής αδείας (συνέντευξη του την 5-6-2018 στην Εφημερίδα των Συντακτών). Καλεί, δε, σε συμπαράσταση και αλληλεγγύη προς υποστήριξη του αγώνα του για τη λήψη άδειας εξόδου από το σωφρονιστικό κατάστημα, και ομάδες εκτός της φυλακής, οι οποίες τελούν έκνομες πράξεις με στόχο την λήψη αδείας εκ μέρους του, με τις οποίες ομάδες διατηρεί στενούς δεσμούς εκτός του σωφρονιστικού καταστήματος, όπου εκτίει την ποινή του, καθώς και με οργανώσεις και συλλογικότητες του αναρχικού - αντιεξουσιαστικού χώρου (όπως άλλωστε οι ίδιες αυτοπροσδιορίζονται), οι οποίες κινούνται εκτός των ορίων της νομιμότητας, δεδομένου ότι, άλλως, αυτές δεν θα παρείχαν τόσο αυξημένης έντασης υποστήριξη στο πρόσωπό του εκδηλούμενη με έκνομες συμπεριφορές (δια τελέσεως αξιόποινων πράξεων) και όχι με νόμιμες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, και ότι ο ίδιος ο κρατούμενος δεν θα έσπευδε να τους «ευχαριστήσει για τη συμπαράστασή τους στο πρόσωπό του», στην από 10-5-2019 επιστολή που απέστειλε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης όντας νοσηλευόμενος στο Γ. Ν. Βόλου «…………….». Εκτιμάται, επομένως, βάσιμα ότι, επί ικανοποιήσεως του αιτήματός του για χορήγηση άδειας εξόδου από το ως άνω κατάστημα κράτησης, ελλοχεύει σοβαρός κίνδυνος να συναντηθεί με μέλη των εν λόγω ομάδων-οργανώσεων και να τελέσει, σχεδιάσει νέες αξιόποινες πράξεις, ή να καθοδηγήσει σε αυτές, κάνοντας κακή χρήση της άδειάς του».


Παράλληλα οι δικαστές τονίζουν πως ο Δ.Κουφοντίνας προκαλεί «ερεθισμό των των πνευμάτων των «αλληλέγγυων»

και επισημαίνουν πως υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για την τέλεση εκ μέρους του του αδικήματος διέγερσης σε διάπραξη κακουργήματος ή πλημμελήματος».