Η πελατειακή λογική με την οποία αντιμετώπισε τα ΑΕΙ η προηγούμενη κυβέρνηση, η λογική της «ανωτατοποίησης» των ΤΕΙ, αλλά και αύξηση των εισακτέων είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα: Σε 132 από τα 459 πανεπιστημιακά τμήματα έχει εισαχθεί τουλάχιστον ένας υποψήφιος με βαθμό κάτω από τη βάση, ενώ σε επτά τμήματα όλοι οι υποψήφιοι είχαν βαθμό κάτω από τη βάση.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που φέρνει η Καθημερινή: υποψήφιος στις Πανελλαδικές κατάφερε να μπει στο πανεπιστήμιο σχεδόν με λευκή κόλλα, αφού η βαθμολογία του αντιστοιχεί σε 840 μονάδες, δηλαδή 0,84 με άριστα το 20.

Τον έντονο προβληματισμό της για την πτώση των βάσεων και την είσοδο σε πανεπιστημιακά τμήματα με βαθμούς κάτω από τη βάση εξέφρασε η υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως, η οποία έχει προαναγγείλει την επαναφορά της βάσης του 10 για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια. 

Σχολιάζοντας τις χαμηλές βαθμολογίες, με τις οποίες εισήχθησαν μαθητές σε ΑΕΙ, τόνισε ότι η κυβέρνηση «έχει από καιρό πει ότι πρέπει να υπάρχει μια ελάχιστη βάση εισαγωγής που θα ορίζεται από την Πολιτεία και από εκεί και πέρα να μπορεί κάθε Πανεπιστήμιο να ορίζει, εάν θέλει, ακόμη υψηλότερη βάση».

«Τα σημερινά αποτελέσματα πρέπει να μας προβληματίσουν, όπως έκανα εγώ όταν είδα σήμερα ότι μπαίνει στο Πανεπιστήμιο ένας μαθητής με βαθμολογία 0,8», είπε η Νίκη Κεραμέως, επισημαίνοντας ότι υπάρχει αδήριτη ανάγκη για αλλαγή, η οποία όμως, όπως τόνισε, θα γίνει μετά από ευρύ κοινωνικό διάλογο.

«Κρατήθηκαν» οι σχολές που προσφέρουν επαγγελματική αποκατάσταση

Yψηλές διατηρήθηκαν οι βάσεις 2019 στις περιζήτητες, λόγω επαγγελματικής αποκατάστασης σχολές, όπως της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής, με 18.241 μόρια (άνοδο 118 μόρια) για την Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας.

Στις σχολές και τα τμήματα της ΑΣΟΕΕ, του Οικονομικού Πανεπιστημίου της Αθήνας οι βάσεις διατηρήθηκαν στα περσινά επίπεδα ή και ανέβηκαν κατά περίπτωση, όπως στο τμήμα Διοικητικής Επιστήμης και Τεχνολογίας με 17.959 (άνοδος 659 μόρια) και το τμήμα Πληροφορικής με βάση 16.433 μόρια και άνοδο 458 ωστόσο… δεν έλειψαν οι δημοφιλείς σχολές που μπαίνουν φοιτητές με κάτω από 10.000 μόρια.

Η βάση της Ιατρικής Σχολής Αθήνας διαμορφώνεται στα 18.724 μόρια, παρουσιάζοντας πτώση 305 μόρια σε σχέση με το 2018, που ήταν στα 19.029, ενώ στη Νομική Αθηνών στα 18.013 καταγράφοντας πτώση 208 μορίων.

Στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο στη σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών η βάση διαμορφώνεται στα 18.314, αυξημένη κατά 74 μόρια, ενώ στη σχολή Αρχιτεκτόνων η βάση είναι στα 19.050, παρουσιάζοντας πτώση 284 μόρια.

Χαρακτηριστικό της πτώσης των φετινών βάσεων είναι το τμήμα Φιλολογίας Αθήνας με βάση στα 14.677 μόρια, μειωμένη κατά 1.590, και το Μαθηματικό Αθήνας με τη βάση να διαμορφώνεται στα 14.617 μόρια από τα 15.152 που ήταν πέρυσι.

Οι σχολές με τη μεγαλύτερη πτώση

Στις πρώτες θέσεις των σχολών που κατέγραψαν τη μεγαλύτερη πτώση βάσεων, σε απόλυτο αριθμό μορίων, «φιγουράρει» το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, καθώς τα τμήματα Διοίκησης Επιχειρήσεων, Οικονομικής και Διοίκησης Τουρισμού και Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης, που βρίσκονται στη Χίο, σημείωσαν πτώση βάσεων πάνω από 4.000 μόρια.

Πού οφείλεται η μεγάλη πτώση

Όπως σημείωσε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Γιώργος Χατζητέγας, εκπαιδευτικός αναλυτής, η μεγάλη αυτή πτώση οφείλεται στο γεγονός ότι φέτος ο αριθμός εισακτέων ήταν αυξημένος και ο αριθμός των υποψηφίων ήταν ο μεγαλύτερος της τελευταίας πενταετίας.

Για τη γενικότερη πτώση των βάσεων, ο κ. Χατζητέγας σχολίασε: «Στο 2ο και το 4ο πεδίο διαμορφώνονται συνθήκες ελεύθερης πρόσβασης σε σωρεία τμημάτων, αφού σε πολλά από αυτά οι βάσεις είναι εξαιρετικά χαμηλές και δίνεται η δυνατότητα μετεγγραφής σε πανεπιστήμια που η διαφορά μορίων είναι μεγάλη».

Επίσης, ο κ. Χατζητέγας σημείωσε ότι στα περιφερειακά τμήματα όλων των πεδίων και ιδιαίτερα στα φιλολογικά, ιστορικά και στα τμήματα φυσικής και χημείας οι βάσεις κινούνται γύρω και κάτω από τα 10.000 μόρια.

«Μάλιστα στα περιφερειακά τμήματα οικονομικών, πληροφορικής και μηχανικών, οι βάσεις κινούνται στα 5 και 6 χιλιάδες μόρια» πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τον κ. Χατζητέγα, δεδομένης της διαμόρφωση των φετινών βάσεων, τίθεται ζήτημα αξιοπιστίας των γνώσεων που έχουν οι υποψήφιοι που μπαίνουν στα περιφερειακά τμήματα, τα οποία όπως είπε έχουν υψηλό επίπεδο σπουδών και καθηγητών, ως προς το αν θα μπορέσουν να αποπερατώσουν τις σπουδές τους.

Πάντως, όπως σημείωσε, η συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων «θα πρέπει να είναι ικανοποιημένη καθώς πέτυχαν σε σχολές που δεν ανέμεναν».