Πρόληψη: Στην κορυφή της «ατζέντας» των Ελλήνων
Αλλά μόνο… θεωρητικώς
Περίπου δέκα εκστρατείες ενημέρωσης της κοινής γνώμης για την αξία του εμβολιασμού πραγματοποιούνται κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, ενώ εκατοντάδες εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης διατρέχουν όλη τη χώρα, καθ’ όλο τον χρόνο, για την αξία της πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης ουκ ολίγων νοσημάτων, λοιμωδών και μη.
Με αυτό ως δεδομένο, ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας προτίθεται να καταθέσει στο επόμενο χρονικό διάστημα νομοσχέδιο στη Βουλή, με το οποίο θα ενοποιούνται, μεταξύ άλλων, ομοειδείς και παρόμοιες εκστρατείες ενημέρωσης της κοινής γνώμης για την αξία της πρόληψης.
Στα χέρια του Βασίλη Κικίλια βρίσκονται τα στοιχεία της έρευνας του Κοινωνικού Βαρόμετρου για το 2019, η οποία περιλαμβάνει ευρήματα, τα οποία οδηγούν σε κάποιους ιδιαίτερα ενδιαφέροντες άξονες συμπερασμάτων, σχετικά με τη στάση και την αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας για την αξία της πρόληψης στην υγεία, τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται και τη χρήση των εμβολίων από τους ενήλικες.
Μέρος των σχετικών ευρημάτων παρουσίασε πρόσφατα η επίκουρη καθηγήτρια Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Παρασκευή Κατσαούνου.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Σύμφωνα με αυτά τα ευρήματα, λοιπόν, παρατηρείται μία ιδιαιτέρως υψηλή θεωρητική αξία της πρόληψης στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, καθώς το 94% των ερωτηθέντων στο πλαίσιο της έρευνας την αξιολογεί ως «πολύ» και «αρκετά σημαντική» και το 65% ως «πολύ σημαντική».
Ο δεύτερος άξονας, αφορά την αντίληψη της κοινωνίας για την πρόληψη, με την υγιεινή διατροφή (83%), τις διαγνωστικές εξετάσεις (80%) και την τακτική άσκηση (71%) να συνιστούν το βασικό τρίπτυχο και τον εμβολιασμό (58%) και τη διακοπή του καπνίσματος (56%) να ακολουθούν.
Η Παρασκευή Κατσαούνου επεσήμανε με νόημα ότι, παρά το γεγονός ότι υπάρχει βελτίωση στο ενδιαφέρον για την πρόληψη, η σχετική ιεράρχηση εξακολουθεί να μην είναι η “ενδεικνυόμενη”, καθώς το κάπνισμα - το κύριο αίτιο θνησιμότητας που μπορεί να αποτραπεί – κατατάσσεται τελευταίο και ο εμβολιασμός, δηλαδή ο τρόπος εκρίζωσης των λοιμώξεων και αποφυγής της νοσηρότητας και της θνητότητας, είναι προτελευταίος.
Σύμφωνα με την ίδια, το γεγονός ότι το 43% του δείγματος δεν θυμάται αν έχει εμβολιαστεί θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μη αξιολόγηση αυτού ως προτεραιότητα. Ωστόσο, σημαντικό στοιχείο αποτελεί το εύρημα, σύμφωνα με το οποίο ο ιατρός αποτελεί κυρίως αυτόν τον οποίο εμπιστεύονται για λήψη συμβουλής, σε σχέση με το διαδίκτυο.
Η αυξημένη λήψη μέτρων πρόληψης είναι, επίσης, ένα στοιχείο, που θα πρέπει να υπογραμμίσουμε, καθώς σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2017, καταγράφεται αύξηση των ποσοστών εμβολιασμού (+13%), της τακτικής άσκησης (+8%) και των διαγνωστικών εξετάσεων (+7%).
Παράλληλα, αναδεικνύονται ως παράγοντες που εμποδίζουν τη λήψη πρόσθετων μέτρων πρόληψης η έλλειψη ενημέρωσης, από το 12% το 2017 στο 26% το 2019, και η έλλειψη χρόνου (29% με αύξηση 3%), ενώ η αδυναμία κάλυψης του κόστους μειώνεται κατά 9%, παραμένοντας, ωστόσο, σταθερά στην πρώτη θέση με 37%.
Τέλος, επιβεβαιώνεται η ανάγκη για αυξημένη ενημέρωση, καθώς μόνο το 21% των ερωτηθέντων θεωρεί σήμερα ότι είναι «πολύ ενημερωμένο» και πρόσθετο 48% δηλώνει «αρκετά ενημερωμένο», ενώ 30% δηλώνει «λίγο/καθόλου», με συνέπεια η έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης να εμφανίζεται ως βασικός λόγος για τη μη λήψη μέτρων πρόληψης.
Η έλλειψη ενημέρωσης αποτυπώνεται και στα αποτελέσματα που αφορούν τη διακοπή του καπνίσματος.
Έτσι το 80% των καπνιστών αποπειρώνται να διακόψουν μόνοι τους το κάπνισμα, με ποσοστά επιτυχίας 3% - 5%, ενώ μόνο 4% απευθύνεται στα ιατρεία διακοπής του καπνίσματος, με ποσοστά επιτυχίας πάνω από 35%, και 8% καταφεύγει στα καινούργια καπνικά προϊόντα, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και οι προσπάθειες των τελευταίων ετών αρχίζουν να αποδίδουν ενάντια στο αντι-εμβολιαστικό κίνημα, μόνο το 43% του δείγματος αξιολογεί τον εμβολιασμό ως μέτρο πρόληψης!
Μάλιστα, τα συμπληρώματα διατροφής εξακολουθούν να κατέχουν μερίδιο στους τρόπους πρόληψης, ενώ η υγιεινή διατροφή, αν και πρώτη στην κατάταξη, μείωσε το ποσοστό της.
«Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων αναγνωρίζει την πρόληψη ως προτεραιότητα, αλλά μόνο το 21% είναι καλά ενημερωμένο, απλά καταδεικνύει την αναγκαιότητα και την αξία εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού», κατέληξε η Παρασκευή Κατσαούνου.
Με αυτό ως δεδομένο, ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας προτίθεται να καταθέσει στο επόμενο χρονικό διάστημα νομοσχέδιο στη Βουλή, με το οποίο θα ενοποιούνται, μεταξύ άλλων, ομοειδείς και παρόμοιες εκστρατείες ενημέρωσης της κοινής γνώμης για την αξία της πρόληψης.
Στα χέρια του Βασίλη Κικίλια βρίσκονται τα στοιχεία της έρευνας του Κοινωνικού Βαρόμετρου για το 2019, η οποία περιλαμβάνει ευρήματα, τα οποία οδηγούν σε κάποιους ιδιαίτερα ενδιαφέροντες άξονες συμπερασμάτων, σχετικά με τη στάση και την αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας για την αξία της πρόληψης στην υγεία, τα προληπτικά μέτρα που λαμβάνονται και τη χρήση των εμβολίων από τους ενήλικες.
Μέρος των σχετικών ευρημάτων παρουσίασε πρόσφατα η επίκουρη καθηγήτρια Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Παρασκευή Κατσαούνου.
ΕΥΡΗΜΑΤΑ
Σύμφωνα με αυτά τα ευρήματα, λοιπόν, παρατηρείται μία ιδιαιτέρως υψηλή θεωρητική αξία της πρόληψης στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, καθώς το 94% των ερωτηθέντων στο πλαίσιο της έρευνας την αξιολογεί ως «πολύ» και «αρκετά σημαντική» και το 65% ως «πολύ σημαντική».
Ο δεύτερος άξονας, αφορά την αντίληψη της κοινωνίας για την πρόληψη, με την υγιεινή διατροφή (83%), τις διαγνωστικές εξετάσεις (80%) και την τακτική άσκηση (71%) να συνιστούν το βασικό τρίπτυχο και τον εμβολιασμό (58%) και τη διακοπή του καπνίσματος (56%) να ακολουθούν.
Η Παρασκευή Κατσαούνου επεσήμανε με νόημα ότι, παρά το γεγονός ότι υπάρχει βελτίωση στο ενδιαφέρον για την πρόληψη, η σχετική ιεράρχηση εξακολουθεί να μην είναι η “ενδεικνυόμενη”, καθώς το κάπνισμα - το κύριο αίτιο θνησιμότητας που μπορεί να αποτραπεί – κατατάσσεται τελευταίο και ο εμβολιασμός, δηλαδή ο τρόπος εκρίζωσης των λοιμώξεων και αποφυγής της νοσηρότητας και της θνητότητας, είναι προτελευταίος.
Σύμφωνα με την ίδια, το γεγονός ότι το 43% του δείγματος δεν θυμάται αν έχει εμβολιαστεί θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μη αξιολόγηση αυτού ως προτεραιότητα. Ωστόσο, σημαντικό στοιχείο αποτελεί το εύρημα, σύμφωνα με το οποίο ο ιατρός αποτελεί κυρίως αυτόν τον οποίο εμπιστεύονται για λήψη συμβουλής, σε σχέση με το διαδίκτυο.
Η αυξημένη λήψη μέτρων πρόληψης είναι, επίσης, ένα στοιχείο, που θα πρέπει να υπογραμμίσουμε, καθώς σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2017, καταγράφεται αύξηση των ποσοστών εμβολιασμού (+13%), της τακτικής άσκησης (+8%) και των διαγνωστικών εξετάσεων (+7%).
Παράλληλα, αναδεικνύονται ως παράγοντες που εμποδίζουν τη λήψη πρόσθετων μέτρων πρόληψης η έλλειψη ενημέρωσης, από το 12% το 2017 στο 26% το 2019, και η έλλειψη χρόνου (29% με αύξηση 3%), ενώ η αδυναμία κάλυψης του κόστους μειώνεται κατά 9%, παραμένοντας, ωστόσο, σταθερά στην πρώτη θέση με 37%.
Τέλος, επιβεβαιώνεται η ανάγκη για αυξημένη ενημέρωση, καθώς μόνο το 21% των ερωτηθέντων θεωρεί σήμερα ότι είναι «πολύ ενημερωμένο» και πρόσθετο 48% δηλώνει «αρκετά ενημερωμένο», ενώ 30% δηλώνει «λίγο/καθόλου», με συνέπεια η έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης να εμφανίζεται ως βασικός λόγος για τη μη λήψη μέτρων πρόληψης.
Η έλλειψη ενημέρωσης αποτυπώνεται και στα αποτελέσματα που αφορούν τη διακοπή του καπνίσματος.
Έτσι το 80% των καπνιστών αποπειρώνται να διακόψουν μόνοι τους το κάπνισμα, με ποσοστά επιτυχίας 3% - 5%, ενώ μόνο 4% απευθύνεται στα ιατρεία διακοπής του καπνίσματος, με ποσοστά επιτυχίας πάνω από 35%, και 8% καταφεύγει στα καινούργια καπνικά προϊόντα, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και οι προσπάθειες των τελευταίων ετών αρχίζουν να αποδίδουν ενάντια στο αντι-εμβολιαστικό κίνημα, μόνο το 43% του δείγματος αξιολογεί τον εμβολιασμό ως μέτρο πρόληψης!
Μάλιστα, τα συμπληρώματα διατροφής εξακολουθούν να κατέχουν μερίδιο στους τρόπους πρόληψης, ενώ η υγιεινή διατροφή, αν και πρώτη στην κατάταξη, μείωσε το ποσοστό της.
«Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων αναγνωρίζει την πρόληψη ως προτεραιότητα, αλλά μόνο το 21% είναι καλά ενημερωμένο, απλά καταδεικνύει την αναγκαιότητα και την αξία εκστρατειών ενημέρωσης του κοινού», κατέληξε η Παρασκευή Κατσαούνου.