Κοροναϊός και ενδοοικογενειακή βία. Ένα θέμα ταμπού, ένα πρόβλημα που μένει πίσω από κλειστές πόρτες ακόμα και αν μιλάμε για την διπλανή μας πόρτα.

Η Ελένη, 29 ετών, μίλησε στο MEGA για τον εφιάλτη που έζησε.

«Λόγω του ότι και εκείνος δουλεύει πολλές ώρες, γύρω στις 15 – 16 ώρες δουλεύει, λόγω και η κλεισούρα. Είναι και το μωρό που κλαίει, τώρα βγάζει δόντια και κλαίει όλη την ώρα. Δεν ήταν μαθημένος να είναι κλεισμένος μέσα στο σπίτι. Έβγαινε, πήγαινε τις βόλτες του, πήγαινε στη μαμά του, πήγαινε από εδώ, πήγαινε από εκεί. Και ξεκίνησαν οι καυγάδες. Και μετά υπήρξε ένας ξυλοδαρμός».

Η Ελένη απάντησε, και τα πράγματα έγιναν χειρότερα:

«Ε, ήρθαμε σε αντιπαράθεση, γιατί προσπαθούσα να μην απαντάω, για να μην τσακωθούμε χειρότερα. Αλλά και εγώ άνθρωπος είμαι, και απάντησα. Και πιαστήκαμε στα χέρια. Με έσπρωξε και άρχισε να με χτυπάει. Τον φοβήθηκα γιατί δεν τον είχα ξαναδεί έτσι. Απλά περίμενα να σταματήσει. Και απλά περίμενα πότε θα φύγει να πάει στην δουλειά του. Και έτσι πήγα στην αστυνομία, λέω το περιστατικό, του κάνω μήνυση από εκεί, από το τμήμα. Και πήρα το παιδί και έφυγα».

Με ένα παιδί προσπαθεί να συνεχίσει την ζωή της, γιατί ξέρει πως άνθρωποι που καταφεύγουν στην βία δεν θα σταματήσουν.

«Εύκολο δεν μου ήταν. Καθόλου. Αλλά έπρεπε να γίνει. Αφού έγινε μια φορά θα ξαναγίνει, και αφού έγινε σε εμένα, θα γινόταν και στο παιδί μετά. Γιατί εάν γινόταν και στο παιδί μετά θα είχαμε άλλα πράγματα.

Η δραματική εμπειρία της Ελένης επιβεβαιώνει αυτό που οι επιστήμονες έχουν καταγράψει. Ο εγκλεισμός στα σπίτια εκτόξευσε τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.

Σύμφωνα με την Ιωάννα Παναγοπούλου, δικηγόρο της 29χρονης, το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας πάντα υπήρχε, απλά σε περιόδους κρίσεων κορυφώνεται.

Στα ιδιωτικά ιατρεία των ιατροδικαστών οι επισκέψεις έχουν αυξηθεί, στις κρατικές υπηρεσίες όχι. Οι γυναίκες ακόμα και τώρα φοβούνται να καταγγείλουν την βία

.