Κοροναϊός - Οι λόγοι που οι Έλληνες πειθάρχησαν στα περιοριστικά μέτρα
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων τήρησε τα περιοριστικά μέτρα κίνησης που έλαβε έγκαιρα η Κυβέρνηση, για την μείωση διασποράς του covid 19. Κοινός παρονομαστής της συμμόρφωσης και πειθαρχίας των Ελλήνων είναι η δομή της ελληνικής κοινωνίας και οικογένειας αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Αρετή Βεργούλη. Μας εξηγεί τους λόγους που οι Έλληνες ένας «εξωστρεφής», αλλά και «συναισθηματικός» λαός τήρησαν με «ευλάβεια» τα μέτρα περιορισμού.
Η απάντηση είναι εύκολο να δοθεί, αν αναλογιστούμε ότι η Ελλάδα είναι μια πατριαρχική κοινωνία, που πιστεύει στην ιεραρχία και στο σεβασμό προς το «μεγαλύτερο», αναφέρει η κ. Βεργούλη. Θεωρεί επίσης, μεγάλη την επιρροή που δεχόμαστε από άλλους ανθρώπους, έστω και αν δεν είναι παρόντες, μέσω των νοητικών μας αναπαραστάσεων γι' αυτούς ή των σχέσεων μας μαζί τους - πρόκειται για το φαινόμενο που είναι γνωστό ως συμβολική κοινωνική επιρροή. «Για να δούμε την επίδραση της συλλογικής εγγραφής, ας φέρουμε στο νου μας πως λειτουργούμε εμείς απέναντι στους ηλικιωμένους και πως λειτούργησαν οι γείτονες Γάλλοι πριν μερικά χρόνια (Αύγουστος 2003 απώλεια 15.000 ηλικιωμένων από καύσωνα)».
Σύμφωνα με την κ. Βεργούλη ο τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας, δηλαδή αν είναι ατομοκεντρική ή συλλογική κοινωνία, παίζει καθοριστικό ρόλο. Η τάση για συμμόρφωση είναι μικρότερη στις κουλτούρες που δίνουν έμφαση στην ατομικότητα παρά σε εκείνες που δίνουν έμφαση στο σύνολο. Στην Ελλάδα από τη γέννηση μας, εντασσόμαστε σε ισχυρές οικογενειακές ομάδες, τα γνωστά «σόγια», πολυάριθμες οικογένειες από θείες, θείους, ξαδέλφια, με ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς.
Επιπλέον «το ποσοστό κοινωνικής συμμόρφωσης σε συνδυασμό με το μεγάλο ποσοστό επιδοκιμασίας που δόθηκε στην κυβέρνηση, ότι πήρε τα απαιτούμενα μέτρα την κατάλληλη στιγμή, μπορεί να ληφθεί και ως βελτίωση της εικόνας του κράτους απέναντι στον πολίτη που την τοποθετεί ξανά στον ρόλο του «καλοήθη γονιού», που έλεγε και ο John Bowlby και ως μια ακόμη αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αρχετυπικές φιγούρες και εξουσία. Το Κράτος γονιός με τους πολίτες παιδιά».
Φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι ερευνητές όπως ο G.Gorer έκαναν λόγο για την επίδραση στην υιοθέτηση συμπεριφοράς, υποτακτικής ή επαναστατικής ανάλογα με τον τρόπο που κάποιος έχει μεγαλώσει. Σύμφωνα με την κ. Βεργούλη , «από το Κράτος, στη περίπτωση της πανδημίας, αποφασίσθηκε να υιοθετηθεί, προστακτική νόρμα, για το ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή και όχι περιγραφική νόρμα που υποδεικνύει τι κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι σε μια δεδομένη κατάσταση».
Άλλη μια τεχνική ενίσχυσης της ενδοτικότητας στα μέτρα, που φαίνεται ότι έχει εφαρμοστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, «είναι εκείνη «του ποδιού στην πόρτα», όπου αρχικά οι περιορισμοί είναι μικροί και στη συνέχεια αυξάνονται, αυτό που εξαρχής επιθυμούσε η Πολιτεία και στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν σωτήριο».
Επίσης, άλλος παράγοντας που εξηγεί το υψηλό ποσοστό, είναι «ο βαθμός ανοχής στην αβεβαιότητα, που φαίνεται ότι ως λαός το έχουμε σχετικά χαμηλά. H Ελλάδα ως έθνος, εμφανίζει αυξημένο άγχος απέναντι σε κάτι διφορούμενο και ως λαός πιο συναισθηματικός, έχουμε ανάγκη κανόνων και νόμων, που δύσκολα αποχωριζόμαστε έστω και αν είναι αναχρονιστικοί, γιατί δημιουργούν ασφάλεια. Έχοντας πολλές φορές ως λαός ξεγελαστεί από ψιλά γράμματα συμφωνιών, είμαστε συλλογικά επιφυλακτικοί, απέναντι σε κάτι που δεν είναι ξεκάθαρο».
Επομένως, καταλήγει η ψυχολόγος Αρετή Βεργούλη «η κοινωνική συμμόρφωση που δείξαμε, συνδέεται άρρηκτα με τις βαθιές συλλογικές εγγραφές που έχουμε ως λαός και που ως άλλο νόμισμα, ανάλογα με τη «τύχη» άλλοτε μας οδηγούν μπροστά και άλλοτε είμαστε δέσμιοι αυτών»
Η απάντηση είναι εύκολο να δοθεί, αν αναλογιστούμε ότι η Ελλάδα είναι μια πατριαρχική κοινωνία, που πιστεύει στην ιεραρχία και στο σεβασμό προς το «μεγαλύτερο», αναφέρει η κ. Βεργούλη. Θεωρεί επίσης, μεγάλη την επιρροή που δεχόμαστε από άλλους ανθρώπους, έστω και αν δεν είναι παρόντες, μέσω των νοητικών μας αναπαραστάσεων γι' αυτούς ή των σχέσεων μας μαζί τους - πρόκειται για το φαινόμενο που είναι γνωστό ως συμβολική κοινωνική επιρροή. «Για να δούμε την επίδραση της συλλογικής εγγραφής, ας φέρουμε στο νου μας πως λειτουργούμε εμείς απέναντι στους ηλικιωμένους και πως λειτούργησαν οι γείτονες Γάλλοι πριν μερικά χρόνια (Αύγουστος 2003 απώλεια 15.000 ηλικιωμένων από καύσωνα)».
Σύμφωνα με την κ. Βεργούλη ο τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας, δηλαδή αν είναι ατομοκεντρική ή συλλογική κοινωνία, παίζει καθοριστικό ρόλο. Η τάση για συμμόρφωση είναι μικρότερη στις κουλτούρες που δίνουν έμφαση στην ατομικότητα παρά σε εκείνες που δίνουν έμφαση στο σύνολο. Στην Ελλάδα από τη γέννηση μας, εντασσόμαστε σε ισχυρές οικογενειακές ομάδες, τα γνωστά «σόγια», πολυάριθμες οικογένειες από θείες, θείους, ξαδέλφια, με ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς.
Επιπλέον «το ποσοστό κοινωνικής συμμόρφωσης σε συνδυασμό με το μεγάλο ποσοστό επιδοκιμασίας που δόθηκε στην κυβέρνηση, ότι πήρε τα απαιτούμενα μέτρα την κατάλληλη στιγμή, μπορεί να ληφθεί και ως βελτίωση της εικόνας του κράτους απέναντι στον πολίτη που την τοποθετεί ξανά στον ρόλο του «καλοήθη γονιού», που έλεγε και ο John Bowlby και ως μια ακόμη αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αρχετυπικές φιγούρες και εξουσία. Το Κράτος γονιός με τους πολίτες παιδιά».
Φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι ερευνητές όπως ο G.Gorer έκαναν λόγο για την επίδραση στην υιοθέτηση συμπεριφοράς, υποτακτικής ή επαναστατικής ανάλογα με τον τρόπο που κάποιος έχει μεγαλώσει. Σύμφωνα με την κ. Βεργούλη , «από το Κράτος, στη περίπτωση της πανδημίας, αποφασίσθηκε να υιοθετηθεί, προστακτική νόρμα, για το ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή και όχι περιγραφική νόρμα που υποδεικνύει τι κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι σε μια δεδομένη κατάσταση».
Άλλη μια τεχνική ενίσχυσης της ενδοτικότητας στα μέτρα, που φαίνεται ότι έχει εφαρμοστεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, «είναι εκείνη «του ποδιού στην πόρτα», όπου αρχικά οι περιορισμοί είναι μικροί και στη συνέχεια αυξάνονται, αυτό που εξαρχής επιθυμούσε η Πολιτεία και στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν σωτήριο».
Επίσης, άλλος παράγοντας που εξηγεί το υψηλό ποσοστό, είναι «ο βαθμός ανοχής στην αβεβαιότητα, που φαίνεται ότι ως λαός το έχουμε σχετικά χαμηλά. H Ελλάδα ως έθνος, εμφανίζει αυξημένο άγχος απέναντι σε κάτι διφορούμενο και ως λαός πιο συναισθηματικός, έχουμε ανάγκη κανόνων και νόμων, που δύσκολα αποχωριζόμαστε έστω και αν είναι αναχρονιστικοί, γιατί δημιουργούν ασφάλεια. Έχοντας πολλές φορές ως λαός ξεγελαστεί από ψιλά γράμματα συμφωνιών, είμαστε συλλογικά επιφυλακτικοί, απέναντι σε κάτι που δεν είναι ξεκάθαρο».
Επομένως, καταλήγει η ψυχολόγος Αρετή Βεργούλη «η κοινωνική συμμόρφωση που δείξαμε, συνδέεται άρρηκτα με τις βαθιές συλλογικές εγγραφές που έχουμε ως λαός και που ως άλλο νόμισμα, ανάλογα με τη «τύχη» άλλοτε μας οδηγούν μπροστά και άλλοτε είμαστε δέσμιοι αυτών»