Aποτελεί κοινή παραδοχή ότι η αντιμετώπιση της πανδημίας έχει διαμορφώσει ένα νέο περιβάλλον όπου προτεραιότητες και βεβαιότητες του χθες αναπροσαρμόζονται με βασικό στόχο την υγειονομική αντιμετώπιση, αλλά και τον περιορισμό των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων σε όλο τον κόσμο.

Η κριτική ανάλυση των πρωτόγνωρων φαινομένων που παρουσιάζονται σε σχέση με την πανδημία covid-19 παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από την σκοπιά της πολιτικής επιστήμης, καθώς φέρνει στο δημόσιο διάλογο νέες πτυχές και προοπτικές. Αναδεικνύει τους άρρηκτους δεσμούς των όσων τεκταίνονται στον τομέα της υγείας με τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο πλαίσιο αυτό εγείρονται σοβαρά ερωτήματα που αφορούν την προστασία και σε ποιό βαθμό αυτή εκτείνεται από τις προτεινόμενες πολιτικές της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων. Αυτό έχει να κάνει κυρίως με την ανάγκη έγκαιρης και γρήγορης ανίχνευσης και ελέγχου των επαφών ενός κρούσματος, αλλά και εξασφάλισης ότι τηρούνται τα μέτρα της καραντίνας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη μεγάλες εταιρείες όπως η Google και η Apple έχουν ανακοινώσει ότι συνεργάζονται για σχετική εφαρμογή που με όρους ανωνυμίας θα πληροφορεί ως προς την παρουσία προσώπων θετικών στον ιό. Αντίστοιχες, εφαρμογές συζητούνται σε μια σειρά από χώρες. Μέσα στις συνθήκες αυτές ο Economist δημοσίευσε μία εξαιρετική έρευνα σχετικά με το κίνδυνο παραβίασης προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με την οποία οι τεχνικές ανίχνευσης επαφών έχουν υψηλό κίνδυνο εάν στηρίζονται στη δυνατότητα των κυβερνήσεων να επεξεργάζονται δεδομένα από πλατφόρμες και χαμηλό εάν απλώς περιορίζονται στην επικοινωνία μεταξύ τηλεφώνων. Υψηλός ο κίνδυνος και για την προσπάθεια για διαμόρφωση διαγραμμάτων επαφών με βάση την επεξεργασία δεδομένων από την κινητή τηλεφωνία, αν και η τεχνική αυτή δεν εφαρμόζεται. Μεσαίος είναι ο κίνδυνος για τις εφαρμογές ελέγχου της τήρησης των μέτρων καραντίνας και χαμηλός για τις εφαρμογές που απλώς καταγράφουν γενικές κινήσεις πληθυσμών.

Είναι αληθές πάντως ότι το απόρρητο και το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτα δικαιώματα. Πράγματι, δεν είναι όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα απόλυτα δικαιώματα. Ένα δικαίωμα είναι απόλυτο, όταν υπερτερεί κάθε άλλου στοιχείου, συμπεριλαμβανομένων άλλων δικαιωμάτων και ελευθεριών, της επιταγής της διάσωσης ανθρώπινων ζωών και της προστασίας της αποτελεσματικότητας ενός οικονομικού συστήματος. Οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, το εθνικό συμφέρον και οι εξαιρετικές περιστάσεις έχουν επιτρέψει στο παρελθόν προσωρινούς περιορισμούς θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα.

Έχοντας χαρακτηριστεί ως "απειλή για κάθε χώρα, πλούσια και φτωχή" από τον Γενικό Διευθυντή του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η πανδημία COVID-19 είναι σαφώς μια εξαιρετική περίσταση που εν δυνάμει οδηγεί χώρες σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι περιορισμοί στην άσκηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που αναγνωρίζονται από το Χάρτη μπορούν να επιβάλλονται μόνο εάν ανταποκρίνονται πραγματικά σε στόχους γενικού ενδιαφέροντος που αναγνωρίζονται από την Ένωση. Όσον αφορά την ιδιωτικότητα, το άρθρο 8 παράγραφος 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα απαριθμεί τους νόμιμους στόχους που μπορούν να δικαιολογήσουν παραβιάσεις του δικαιώματος σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής: "προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας ασφάλειας ή της οικονομικής ευημερίας της χώρας, για την πρόληψη της αναταραχής ή του εγκλήματος, για την προστασία της υγείας και των ηθών, ή για την προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των άλλων". Επιπλέον, ο GDPR προσθέτει λεπτομέρειες σε αυτά τα ζητήματα. Η αιτιολογική σκέψη 4 προβλέπει ότι η προστασία των δεδομένων πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπ' όψιν σε σχέση με τη λειτουργία της στην κοινωνία και να ισορροπεί έναντι άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Τέλος το άρθρο 23 παράγραφος 1 του GDPR επιτρέπει στα κράτη μέλη να περιορίζουν τα δικαιώματα δεδομένων των υποκειμένων, καθώς και τις αρχές που περιγράφονται στο άρθρο 5, μέσω νομοθετικού μέτρου και με σεβασμό στην ουσία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Αυτοί οι περιορισμοί, υπό την προϋπόθεση ότι ενσωματώνονται σε απαραίτητα και αναλογικά μέτρα μιας δημοκρατικής κοινωνίας, θα πρέπει να στοχεύουν, μεταξύ άλλων, στους "σημαντικούς στόχους γενικού δημόσιου συμφέροντος […] συμπεριλαμβανομένων νομισματικών, δημοσιονομικών και φορολογικών θεμάτων, δημόσιας υγείας και κοινωνικής ασφάλισης".

Σε περίπτωση πανδημίας όπως αυτή, η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων είναι απαραίτητη για τη λήψη κατάλληλων μέτρων για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού και τον περιορισμό των επιπτώσεών του. Πρώτον, η επεξεργασία ορισμένων προσωπικών δεδομένων (όπως όνομα, διεύθυνση κατοικίας, χώρος εργασίας, ταξιδιωτικές πληροφορίες) μπορεί να είναι χρήσιμη για να διερευνηθεί εάν ένα άτομο μπορεί να έχει επισκεφθεί μολυσματικές περιοχές ή να έχει συναντηθεί με άλλα εκτεθειμένα άτομα. Δεύτερον, η επεξεργασία ειδικών κατηγοριών προσωπικών δεδομένων (όπως δεδομένα υγείας, συμπεριλαμβανομένης της θερμοκρασίας του σώματος) είναι ζωτικής σημασίας για να κατανοηθεί εάν ένα άτομο εμφανίζει συμπτώματα που σχετίζονται με τη μόλυνση.

Σε κάθε περίπτωση η ύπαρξη νομικής βάσης παραμένει απαραίτητη ακόμη και σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Σε αυτό το πλαίσιο, μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία σχετικά προσωπικά δεδομένα εκτός από δεδομένα ειδικής κατηγορίας σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχεία δ και ε του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων. Αυτές οι νομικές βάσεις επιτρέπουν την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων που είναι είτε απαραίτητα για την προστασία του ζωτικού συμφέροντος των ατόμων ( δηλ. για την διάσωση ζωών ) ή για την διαφύλαξη του δημοσίου συμφέροντος ή κατά την άσκηση επίσημης εξουσίας που ανήκει στον υπεύθυνο επεξεργασίας. Λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι το δημόσιο συμφέρον μπορεί να καθοριστεί μόνο από το δίκαιο της Ένωσης ή ενός κράτους μέλους, η αιτιολογική σκέψη 46 του GDPR αναφέρει ρητά την παρακολούθηση των επιδημιών ως περιστάσεις, στις οποίες η επεξεργασία μπορεί να εξυπηρετεί τόσο σημαντικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, όσο και τα ζωτικά συμφέροντα των υποκείμενων των δεδομένων.

Στην χώρα μας το κράτος δικαίου επιβάλλει η διαχείριση των κρίσεων να γίνεται σύμφωνα με τους νόμους, οι οποίοι σέβονται τις ατομικές ελευθερίες. Γι’ αυτό και προβλέπει στο άρθρο 48 ( κατάσταση πολιορκίας ) και στο άρθρο 44 ( έκδοση ΠΝΠ ) του Συντάγματος το πλαίσιο λειτουργίας του κράτους. Οι έκτακτες περιστάσεις δεν εξαντλούνται, όμως, μόνο στα περιοριστικώς αναφερόμενα γεγονότα που σχετίζονται με τον πόλεμο. Μια θανατηφόρα πανδημία απαιτεί έκτακτα μέτρα «έξω από το κουτί», αλλά «μέσα» στο Σύνταγμα. Το δικαίωμα στην προστασία της υγείας προστατεύεται από το ελληνικό Σύνταγμα ως ένα από τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Συνδέεται ευθέως με την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας: τον σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου ( άρθρο 2 Σ ).

Το δικαίωμα στην υγεία πρωταγωνιστεί τόσο ως ατομικό όσο και ως κοινωνικό δικαίωμα. Η ατομική έκφανση του δικαιώματος της υγείας κατοχυρώνεται συνταγματικά στα άρθρα 5 ( παρ. 2 και παρ. 5 ) και στο άρθρο 7 παρ.2. Η κοινωνική έκφανση θεμελιώνεται με την προστασία της δημόσιας υγείας στη γενική υποχρέωση του κράτους να «μεριμνά για την υγεία των πολιτών» ( άρθρο 21, παρ. 3 ).

Η επιβολή όμως συνταγματικά ανεκτών περιορισμών στις ελευθερίες δεν είναι ούτε απεριόριστη, ούτε και ανέλεγκτη. Στη συνταγματική θεωρία προβλέπονται οι «περιορισμοί των περιορισμών». Οι περιορισμοί είναι αποδεκτοί, όταν δικαιολογούνται από την εξυπηρέτηση λόγων δημοσίου συμφέροντος, έχουν γενική ισχύ, γενικό και αφηρημένο χαρακτήρα, ούτως ώστε να μην εισάγουν διακρίσεις από την αρχή της ισότητας. Οι όποιοι περιορισμοί των συνταγματικών δικαιωμάτων θα πρέπει να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας ( αρ. 25 Σ ). Το μέτρο που επιλέγεται για την επίτευξη των σκοπών που έχουν τεθεί να τελεί σε συνάφεια με αυτό, δηλαδή να είναι κατάλληλο και πρόσφορο για την εξυπηρέτησή του. Το περιοριστικό μέτρο να είναι το αναγκαίο. Να μην μπορεί, δηλαδή, να εξυπηρετηθεί ο σκοπός του περιορισμού που επιβάλλεται στην άσκηση ενός δικαιώματος με άλλο ηπιότερο μέτρο. Οι περιορισμοί, τέλος, δεν θα πρέπει να καταργούν τον πυρήνα του ίδιου του δικαιώματος. Ο περιορισμός δεν μπορεί να είναι απεριόριστος σε έκταση και σε διάρκεια, ούτε να καταλήγει στην πρακτική απαγόρευση ενός δικαιώματος. Τα σημερινά μέτρα δεν καταστρατηγούν τις συνταγματικές αρχές. Εξ άλλου δεν συνιστούν πλήρες lockdown.

Η κλιμάκωση των μέτρων της κυβέρνησης είναι ανάλογη της έξαρσης του ιού και του βαθμού συνειδητοποίησης της κοινωνίας. Σε ένα κράτος δικαίου, τα δικαιώματα δύνανται μερικώς να συστέλλονται. Επανέρχονται ωστόσο σε πλήρη έκταση και εφαρμογή. Συμπερασματικά, η προστασία των δεδομένων και το απόρρητο δεν εμποδίζουν την Ευρώπη και τον κόσμο να καταπολεμήσουν την COVID-19 Ωστόσο, οι υπάρχουσες παραχωρήσεις δεν είναι απεριόριστες. Είναι απαραίτητο ο καθένας από εμάς να εξετάσει εάν κάθε μέτρο είναι αναλογικό για τον σκοπό που θέλουμε να επιτύχουμε και αν το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με λιγότερο παρεμβατικά μέσα.

*Ο Δημήτρης Βακαλόπουλος είναι δικηγόρος, υποψήφιος διδάκτωρ του ΕΜΠ