Με άνοδο των εξαγωγών σχεδόν 5% έκλεισε το 2019 για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια αγγίζοντας σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ τους 100.345 τόνους αξίας 458 εκατ. ευρώ.

Όπως επισημαίνει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Θαλασοκκαλλιεργειών, το 2019 ο κλάδος ενίσχυσε ακόμα περισσότερο τον δείκτη εξωστρέφειάς του αφού το 82% της παραγωγής εξάχθηκε σε 45 χώρες. Η βελτίωση αυτή οφείλεται κυρίως στις αυξημένες πωλήσεις λαβρακιού εντός ΕΕ. Πιο συγκεκριμένα, από τους 100.345 τόνους το 95% εξάχθηκε σε 25 χώρες της ΕΕ (95.046 τόνοι 430,1 εκατ. ευρώ) και το 5% σε 20 χώρες εκτός ΕΕ (4.893 τόνοι, 25,6 εκατ. ευρώ).

Ως προς τις πωλήσεις στην ΕΕ, με εξαίρεση τη Γερμανία και την Πορτογαλία που σημειώθηκε πτώση, σε όλες τις άλλες χώρες παρατηρήθηκε αύξηση που κυμάνθηκε από 5% έως και 65%. Η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία αποτελούν με διαφορά τις κύριες αγορές της ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας καθώς απορροφούν το 60% της ελληνικής παραγωγής. Ως προς τις τρίτες χώρες, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις σε 11 νέες χώρες σε σχέση με το 2018.

Ως προς τα επίπεδα των μέσων τιμών, η τιμή της τσιπούρας παρουσίασε οριακή αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος και κυμάνθηκε στα 4,5 ευρώ/κιλό, ενώ η τιμή στο λαβράκι υποχώρησε κατά 8% και κυμάνθηκε στα 4,6 ευρώ/κιλό. Σε εθνικό επίπεδο, αξίζει να σημειωθεί πως από τις 20 γενικές κατηγορίες αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας συγκαταλέγεται μεταξύ των μόλις 6 που συμβάλλουν θετικά στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.

Ο γενικός δευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασοκκαλλιεργειών κ. Γιάννης Πελεκανάκης δήλωσε πως «αν και ο κλάδος επιβεβαίωσε για άλλη μια χρόνια την υψηλή εξωστρέφειά του και την συμβολή του στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, δεν είναι ώρα για εφησυχασμό. Οι επιχειρήσεις του κλάδου έδειξαν ανθεκτικότητα κατά την διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας και μετά από μια μακρά και επίπονη περίοδο προσαρμογής ξαναβρήκαν τον βηματισμό τους και επέστρεψαν σε ρυθμούς ανάπτυξης. Ωστόσο η πανδημία του COVID-19 έχει προκαλέσει ένα νέο και άνευ προηγουμένου σοκ στον κλάδο. Οι επιχειρήσεις έχουν να διαχειριστούν δυο στρατηγικές προκλήσεις: την έλλειψη ρευστότητας λόγω της απότομης και κατακόρυφης πτώσης των πωλήσεων και την διαχείριση μιας διαρκώς αυξανόμενης πλεονάζουσας ποσότητας, η οποία όσο παραμένει αδιάθετη λειτουργεί σαν μια ‘‘βιολογική ωρολογιακή βόμβα’’.

Θετική εξέλιξη σε όλη αυτήν την κατάσταση αποτελεί το γεγονός πως ο κλάδος βρίσκεται σε στενή συνεργασία με το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων για την έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή των έκτακτων μέτρων στήριξης που θέσπισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας, δηλαδή κατ’ εξαίρεση ενισχύσεις και αποζημιώσεις προς τους παραγωγούς ιχθυοκαλλιέργειας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας».

Ανάλογη εικόνα παρουσιάζει και η διαχρονική τάση των μεγεθών που προκύπτει μέσω της σύγκρισής τους με το μέσο όρο της προηγούμενης 5ετίας.

Δηλαδή σε αξία η αύξηση σε σχέση με το μέσο όρο της προηγούμενης 5ετίας καταγράφεται στο +28,96%, σε ποσότητα η αύξηση ανέρχεται στο 15,72%, ενώ η μέση τιμή πώλησης έχει αυξηθεί κατά 12,06%.

Να σημειωθεί ότι οι ελληνικές Εξαγωγές οίνων σε ποσότητα αντιστοιχούν σε ποσοστό στο 11,32% της ελληνικής οινοπαραγωγής του 2018/2019 (283.510 hl έναντι 2.505.400 hl).