Έρευνα για τον κοροναϊό: Οι Έλληνες ανησυχούν για την πανδημία και την οικονομία
Επανάκαμψη της ανησυχίας των πολιτών για την υγεία, τόσο τη δική τους, όσο και των συγγενικών τους προσώπων, μετά από τη σημαντική υποχώρησή της κατά την περίοδο του «ανοίγματος» της οικονομικής-κοινωνικής δραστηριότητας μετά την καραντίνα της περιόδου Μαρτίου-Μαΐου 2020, καταγράφεται σε έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικά- για λογαριασμό του ΕΒΕΘ- από την εταιρεία Palmos Analysis, στο χρονικό διάστημα 27-29 Ιουλίου, στον νομό Θεσσαλονίκης και σε δείγμα 605 ατόμων-καταναλωτών.
Ειδικότερα, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία τους, λόγω του κοροναϊού, αυξάνεται αθροιστικά από το 36% στις αρχές Ιουνίου στο 45% σήμερα (59% στην αρχή της πανδημίας τον Μάρτιο), ενώ παρόμοια αύξηση- από το 61% στις αρχές Ιουνίου στο 70% σήμερα- εμφανίζεται στο ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία των δικών τους (81% τον Μάρτιο). Παράλληλη, η ανησυχία για τα οικονομικά του νοικοκυριού, λόγω της κρίσης του κοροναϊού, εμφανίζεται αμετάβλητη (58% σήμερα όσο και στις αρχές Ιουνίου και 67% τον Μάρτιο).
Σε συμφωνία με τα παραπάνω, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΒΕΘ, ενισχύονται η ανησυχία και η ανασφάλεια ως τα κυρίαρχα αισθήματα που αναφέρουν οι καταναλωτές σε σχέση με την πανδημία του κοροναϊού, ενώ υποχωρούν, έστω και οριακά, η αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον και την αντιμετώπιση της κρίσης.
Ενδεικτικό, επίσης, της ενίσχυσης της ανησυχίας είναι και ότι το ποσοστό όσων κρίνουν ως «Υπερβολικά/Πολύ αυστηρά» τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κοροναϊού, μειώνεται στο 11% από το 15% στις αρχές Ιουνίου, ενώ αυξάνεται από το 4% στο 8% το ποσοστό όσων θεωρούν τα περιοριστικά μέτρα «Χαλαρά/Ανεπαρκή» (με τη συντριπτική, ωστόσο, πλειοψηφία (78%) να εξακολουθεί να κρίνει τα μέτρα ως «Αναγκαία/ Όπως πρέπει»).
Ανατροπή παρατηρείται, σύμφωνα με το ΕΒΕΘ, και στις απόψεις των ερωτηθέντων σχετικά με την ανταπόκριση των πολιτών στα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κοροναϊού που εφαρμόζονται σήμερα: μόλις το 37% (από 60% στις αρχές Ιουνίου και 53% το Μάρτιο) θεωρούν ότι η ανταπόκριση είναι ικανοποιητική και οι πολίτες γενικά ανταποκρίνονται, ενώ αυξάνεται το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η ανταπόκριση είναι μέτρια και οι πολίτες δεν έχουν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος (46% από 33% στις αρχές Ιουνίου και 36% το Μάρτιο), αλλά και το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η ανταπόκριση των πολιτών είναι απαράδεκτη και οι πολίτες είναι γενικά απείθαρχοι και ανεύθυνοι (16% από 6% στις αρχές Ιουνίου και 10% το Μάρτιο).
Το σχολαστικό και συχνό πλύσιμο των χεριών (79% - εφαρμόζουν «Πάντα», 18% εφαρμόζουν «Συχνά»), η χρήση μάσκας στο super market (82% - «Πάντα», 7% - «Συχνά»), η συχνή χρήση αντισηπτικού χεριών/επιφανειών (60% - «Πάντα», 27% - «Συχνά») και η τήρηση αποστάσεων στις επαφές με άλλους (46% - «Πάντα», 32% - «Συχνά») είναι τα μέτρα που εφαρμόζουν σε μεγάλο βαθμό οι πολίτες, ενώ σε μικρότερο ποσοστό χρησιμοποιούν μάσκα σε κοινόχρηστους/ δημόσιους χώρους (46% - «Πάντα», 15% - «Συχνά») και αποφεύγουν κοινωνικές επαφές (19% - «Πάντα», 26% - «Συχνά»).
Η βασική επίπτωση από την εξάπλωση του κοροναϊού είναι η ακύρωση/αναβολή σημαντικών γεγονότων (όπως π.χ. ταξιδιών, κοινωνικών εκδηλώσεων κτλ.) σε ποσοστό 38% (από 35% στις αρχές Ιουνίου και 42% τον Μάρτιο 2020), ενώ αμβλύνονται η συρρίκνωση του εισοδήματος του νοικοκυριού (26% σήμερα από 30% στις αρχές Ιουνίου και 43% το Μάρτιο), η μείωση εργασίας/αλλαγή τρόπου εργασίας (19% σήμερα από 25% στις αρχές Ιουνίου και 27% το Μάρτιο) και η αναστολή εργασίας/απόλυση (10% σήμερα έναντι 15% στις αρχές Ιουνίου και 27% το Μάρτιο).
Η αξιολόγηση της αντιμετώπισης της πανδημίας από την Πολιτεία στο οικονομικό επίπεδο, διχάζει τους ερωτώμενους, καθώς το 46% χαρακτηρίζει τα μέτρα της Πολιτείας «Επαρκή και αποτελεσματικά», έναντι 40% που τα χαρακτηρίζει «Ανεπαρκή και αναποτελεσματικά». Μάλιστα, η αξιολόγηση των πολιτών για τα μέτρα στήριξης εμφανίζει σταδιακή επιδείνωση από την αρχή της πανδημίας, καθώς το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι θεωρούν τα μέτρα «Ανεπαρκή και Αναποτελεσματικά» αυξήθηκε από το 26% το Μάρτιο, στο 38% στις αρχές Ιουνίου και στο 40% σήμερα, με αντίστοιχη μείωση όσων θεωρούν τα μέτρα «Επαρκή και Αποτελεσματικά» (57% το Μάρτιο, 47% στις αρχές Ιουνίου και 46% σήμερα).
Μόλις το 17% των ερωτηθέντων απαντούν ότι δεν έχει επηρεαστεί η κοινωνική τους ζωή και συμπεριφορά από τους περιορισμούς που ίσχυαν μέχρι πρόσφατα, ενώ περίπου 6 στους 10 (63%) δηλώνουν ότι είναι πλέον πιο προσεκτικοί/επιφυλακτικοί στις κοινωνικές τους επαφές και περίπου 1 στους 5 (20%) συνεχίζουν να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές και θα συνεχίσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε σχέση με την καταναλωτική τους συμπεριφορά, περίπου 6 στους 10 (58%) δηλώνουν ότι έχουν μειώσει τις επισκέψεις τους στην αγορά και στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με την προ της πανδημίας του κοροναϊού περίοδο. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι μειωμένο σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό που καταγράφηκε στις αρχές Ιουνίου (66%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απαντήσεις των καταναλωτών που έχουν μειώσει τις επισκέψεις τους στην αγορά και στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με τους λόγους που τους οδήγησαν στην απόφαση αυτή: το 58% αυτών δηλώνουν ότι ο βασικός λόγος είναι ο φόβος για την υγεία λόγω του κοροναϊού, ενώ ακολουθούν – με μεγάλη όμως απόσταση – οι οικονομικοί λόγοι, όπως η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος (15%) και ο φόβος/επιφύλαξη για την εξέλιξη των οικονομικών τους στο μέλλον (15%). Παράλληλα, το 29% των καταναλωτών δηλώνουν ότι έχουν αυξήσει τις αγορές τους μέσω του διαδικτύου σε σχέση με την προ της πανδημίας του κοροναϊού περίοδο, έναντι 57% που δηλώνουν ότι οι αγορές τους μέσω του διαδικτύου παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο και 3% που απαντούν ότι μειώθηκαν.
Σημαντικό εύρημα σε σχέση με τη διαφαινόμενη προσώρας τάση άμβλυνσης των επιπτώσεων της πανδημίας του κοροναϊού στο πεδίο της κατανάλωσης, αναφέρει το ΕΒΕΘ, αποτελεί η μείωση του ποσοστού όσων δηλώνουν ότι προβλέπουν μείωση των αγορών τους σε σχέση με την προ της πανδημίας περίοδο σε μια σειρά από κατηγορίες προϊόντων. Συγκεκριμένα, για τα προϊόντα ένδυσης/υπόδησης το ποσοστό όσων προβλέπουν μείωση των αγορών σε σχέση με την προ της πανδημίας περίοδο, μειώνεται στο 31% από 48% στις αρχές Ιουνίου, για τα προϊόντα τεχνολογίας και οικιακές συσκευές μειώνεται στο 20% από 38% και για σημαντικές αγορές (αυτοκίνητα/ έπιπλα κτλ.) το αντίστοιχο ποσοστό μειώνεται στο 23% από το 46% στις αρχές Ιουνίου.
Αρκετά ικανοποιητική θεωρεί η πλειοψηφία των καταναλωτών την εφαρμογή των μέτρων προστασίας από τον Covid-19 από τα εμπορικά καταστήματα και τα super market (52% όσο και στις αρχές Ιουνίου), ενώ το 16% θεωρούν ότι είναι πολύ ικανοποιητική (από 15% στις αρχές Ιουνίου). Στον αντίποδα, το 22% θεωρούν ότι η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων προστασίας είναι λίγο και το 8% καθόλου ικανοποιητική (από 19% και 9% αντίστοιχα στις αρχές Ιουνίου).
Αντίθετα, οι καταναλωτές δεν είναι ικανοποιημένοι από την εφαρμογή των μέτρων προστασίας από τον κοροναϊό από τα καφέ – μπαρ και τις επιχειρήσεις εστίασης: το 50% χαρακτηρίζουν την εφαρμογή των μέτρων «Λίγο» (25%) ή «Καθόλου» (25%) ικανοποιητική, έναντι μόλις 39% που την χαρακτηρίζουν «Πολύ» (9%) ή «Αρκετά» (30%) ικανοποιητική.
Το 43% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν πραγματοποίησαν και δεν θα πραγματοποιήσουν φέτος διακοπές εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας τους. Το 23% επέλεξαν ή θα επιλέξουν διακοπές σε ιδιόκτητη κατοικία, το 10% επέλεξαν ή θα επιλέξουν το σπίτι κάποιου συγγενούς ή φίλου και μόνο το 22% επέλεξαν ή θα επιλέξουν κάποιο μισθωμένο κατάλυμα. Οι οικονομικοί λόγοι αναφέρονται συχνότερα ως αιτία μη πραγματοποίησης διακοπών εκτός του τόπου της μόνιμης κατοικίας από τους ερωτηθέντες (30% αναφέρουν υφιστάμενες οικονομικές δυσχέρειες και 11% αβεβαιότητα για τα οικονομικά τους στο μέλλον), ωστόσο ο φόβος για την υγεία εξαιτίας του κοροναϊού αποτελεί πολύ ισχυρό παράγοντα, καθώς τον επικαλείται το 29% όσων δεν πραγματοποίησαν ή δεν θα κάνουν φέτος διακοπές.
Τέλος, η επαναφορά στην κανονικότητα φαίνεται ότι θα αργήσει πολύ, με βάση τις εκτιμήσεις των καταναλωτών του Νομού Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο αυτό, μόλις το 11% συνολικά προβλέπουν ότι η ζωή θα επανέλθει στην προ της επιδημίας του κοροναϊού κατάστασης μέχρι το τέλος του 2020 – το αντίστοιχο ποσοστό στις αρχές Ιουνίου ήταν 44% – ενώ το 41% προβλέπει αποκατάσταση της κανονικότητας μέσα στο 2021, το 16% κάποια στιγμή από το 2020 και μετά και για περίπου 1 στους 5 (18%) η ζωή μας δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικά- για λογαριασμό του ΕΒΕΘ- από την εταιρεία Palmos Analysis, στο χρονικό διάστημα 27-29 Ιουλίου, στον νομό Θεσσαλονίκης και σε δείγμα 605 ατόμων-καταναλωτών.
Ειδικότερα, το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία τους, λόγω του κοροναϊού, αυξάνεται αθροιστικά από το 36% στις αρχές Ιουνίου στο 45% σήμερα (59% στην αρχή της πανδημίας τον Μάρτιο), ενώ παρόμοια αύξηση- από το 61% στις αρχές Ιουνίου στο 70% σήμερα- εμφανίζεται στο ποσοστό όσων δηλώνουν ότι ανησυχούν «Πολύ» ή «Αρκετά» για την υγεία των δικών τους (81% τον Μάρτιο). Παράλληλη, η ανησυχία για τα οικονομικά του νοικοκυριού, λόγω της κρίσης του κοροναϊού, εμφανίζεται αμετάβλητη (58% σήμερα όσο και στις αρχές Ιουνίου και 67% τον Μάρτιο).
Σε συμφωνία με τα παραπάνω, σύμφωνα με την έρευνα του ΕΒΕΘ, ενισχύονται η ανησυχία και η ανασφάλεια ως τα κυρίαρχα αισθήματα που αναφέρουν οι καταναλωτές σε σχέση με την πανδημία του κοροναϊού, ενώ υποχωρούν, έστω και οριακά, η αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον και την αντιμετώπιση της κρίσης.
Ενδεικτικό, επίσης, της ενίσχυσης της ανησυχίας είναι και ότι το ποσοστό όσων κρίνουν ως «Υπερβολικά/Πολύ αυστηρά» τα περιοριστικά μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα από την Πολιτεία για την αντιμετώπιση της εξάπλωσης του κοροναϊού, μειώνεται στο 11% από το 15% στις αρχές Ιουνίου, ενώ αυξάνεται από το 4% στο 8% το ποσοστό όσων θεωρούν τα περιοριστικά μέτρα «Χαλαρά/Ανεπαρκή» (με τη συντριπτική, ωστόσο, πλειοψηφία (78%) να εξακολουθεί να κρίνει τα μέτρα ως «Αναγκαία/ Όπως πρέπει»).
Ανατροπή παρατηρείται, σύμφωνα με το ΕΒΕΘ, και στις απόψεις των ερωτηθέντων σχετικά με την ανταπόκριση των πολιτών στα μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κοροναϊού που εφαρμόζονται σήμερα: μόλις το 37% (από 60% στις αρχές Ιουνίου και 53% το Μάρτιο) θεωρούν ότι η ανταπόκριση είναι ικανοποιητική και οι πολίτες γενικά ανταποκρίνονται, ενώ αυξάνεται το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η ανταπόκριση είναι μέτρια και οι πολίτες δεν έχουν αντιληφθεί την έκταση του προβλήματος (46% από 33% στις αρχές Ιουνίου και 36% το Μάρτιο), αλλά και το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η ανταπόκριση των πολιτών είναι απαράδεκτη και οι πολίτες είναι γενικά απείθαρχοι και ανεύθυνοι (16% από 6% στις αρχές Ιουνίου και 10% το Μάρτιο).
Το σχολαστικό και συχνό πλύσιμο των χεριών (79% - εφαρμόζουν «Πάντα», 18% εφαρμόζουν «Συχνά»), η χρήση μάσκας στο super market (82% - «Πάντα», 7% - «Συχνά»), η συχνή χρήση αντισηπτικού χεριών/επιφανειών (60% - «Πάντα», 27% - «Συχνά») και η τήρηση αποστάσεων στις επαφές με άλλους (46% - «Πάντα», 32% - «Συχνά») είναι τα μέτρα που εφαρμόζουν σε μεγάλο βαθμό οι πολίτες, ενώ σε μικρότερο ποσοστό χρησιμοποιούν μάσκα σε κοινόχρηστους/ δημόσιους χώρους (46% - «Πάντα», 15% - «Συχνά») και αποφεύγουν κοινωνικές επαφές (19% - «Πάντα», 26% - «Συχνά»).
Η βασική επίπτωση από την εξάπλωση του κοροναϊού είναι η ακύρωση/αναβολή σημαντικών γεγονότων (όπως π.χ. ταξιδιών, κοινωνικών εκδηλώσεων κτλ.) σε ποσοστό 38% (από 35% στις αρχές Ιουνίου και 42% τον Μάρτιο 2020), ενώ αμβλύνονται η συρρίκνωση του εισοδήματος του νοικοκυριού (26% σήμερα από 30% στις αρχές Ιουνίου και 43% το Μάρτιο), η μείωση εργασίας/αλλαγή τρόπου εργασίας (19% σήμερα από 25% στις αρχές Ιουνίου και 27% το Μάρτιο) και η αναστολή εργασίας/απόλυση (10% σήμερα έναντι 15% στις αρχές Ιουνίου και 27% το Μάρτιο).
Η αξιολόγηση της αντιμετώπισης της πανδημίας από την Πολιτεία στο οικονομικό επίπεδο, διχάζει τους ερωτώμενους, καθώς το 46% χαρακτηρίζει τα μέτρα της Πολιτείας «Επαρκή και αποτελεσματικά», έναντι 40% που τα χαρακτηρίζει «Ανεπαρκή και αναποτελεσματικά». Μάλιστα, η αξιολόγηση των πολιτών για τα μέτρα στήριξης εμφανίζει σταδιακή επιδείνωση από την αρχή της πανδημίας, καθώς το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι θεωρούν τα μέτρα «Ανεπαρκή και Αναποτελεσματικά» αυξήθηκε από το 26% το Μάρτιο, στο 38% στις αρχές Ιουνίου και στο 40% σήμερα, με αντίστοιχη μείωση όσων θεωρούν τα μέτρα «Επαρκή και Αποτελεσματικά» (57% το Μάρτιο, 47% στις αρχές Ιουνίου και 46% σήμερα).
Μόλις το 17% των ερωτηθέντων απαντούν ότι δεν έχει επηρεαστεί η κοινωνική τους ζωή και συμπεριφορά από τους περιορισμούς που ίσχυαν μέχρι πρόσφατα, ενώ περίπου 6 στους 10 (63%) δηλώνουν ότι είναι πλέον πιο προσεκτικοί/επιφυλακτικοί στις κοινωνικές τους επαφές και περίπου 1 στους 5 (20%) συνεχίζουν να αποφεύγουν τις κοινωνικές επαφές και θα συνεχίσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε σχέση με την καταναλωτική τους συμπεριφορά, περίπου 6 στους 10 (58%) δηλώνουν ότι έχουν μειώσει τις επισκέψεις τους στην αγορά και στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με την προ της πανδημίας του κοροναϊού περίοδο. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι μειωμένο σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό που καταγράφηκε στις αρχές Ιουνίου (66%).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απαντήσεις των καταναλωτών που έχουν μειώσει τις επισκέψεις τους στην αγορά και στα εμπορικά καταστήματα σε σχέση με τους λόγους που τους οδήγησαν στην απόφαση αυτή: το 58% αυτών δηλώνουν ότι ο βασικός λόγος είναι ο φόβος για την υγεία λόγω του κοροναϊού, ενώ ακολουθούν – με μεγάλη όμως απόσταση – οι οικονομικοί λόγοι, όπως η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος (15%) και ο φόβος/επιφύλαξη για την εξέλιξη των οικονομικών τους στο μέλλον (15%). Παράλληλα, το 29% των καταναλωτών δηλώνουν ότι έχουν αυξήσει τις αγορές τους μέσω του διαδικτύου σε σχέση με την προ της πανδημίας του κοροναϊού περίοδο, έναντι 57% που δηλώνουν ότι οι αγορές τους μέσω του διαδικτύου παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο και 3% που απαντούν ότι μειώθηκαν.
Σημαντικό εύρημα σε σχέση με τη διαφαινόμενη προσώρας τάση άμβλυνσης των επιπτώσεων της πανδημίας του κοροναϊού στο πεδίο της κατανάλωσης, αναφέρει το ΕΒΕΘ, αποτελεί η μείωση του ποσοστού όσων δηλώνουν ότι προβλέπουν μείωση των αγορών τους σε σχέση με την προ της πανδημίας περίοδο σε μια σειρά από κατηγορίες προϊόντων. Συγκεκριμένα, για τα προϊόντα ένδυσης/υπόδησης το ποσοστό όσων προβλέπουν μείωση των αγορών σε σχέση με την προ της πανδημίας περίοδο, μειώνεται στο 31% από 48% στις αρχές Ιουνίου, για τα προϊόντα τεχνολογίας και οικιακές συσκευές μειώνεται στο 20% από 38% και για σημαντικές αγορές (αυτοκίνητα/ έπιπλα κτλ.) το αντίστοιχο ποσοστό μειώνεται στο 23% από το 46% στις αρχές Ιουνίου.
Αρκετά ικανοποιητική θεωρεί η πλειοψηφία των καταναλωτών την εφαρμογή των μέτρων προστασίας από τον Covid-19 από τα εμπορικά καταστήματα και τα super market (52% όσο και στις αρχές Ιουνίου), ενώ το 16% θεωρούν ότι είναι πολύ ικανοποιητική (από 15% στις αρχές Ιουνίου). Στον αντίποδα, το 22% θεωρούν ότι η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων προστασίας είναι λίγο και το 8% καθόλου ικανοποιητική (από 19% και 9% αντίστοιχα στις αρχές Ιουνίου).
Αντίθετα, οι καταναλωτές δεν είναι ικανοποιημένοι από την εφαρμογή των μέτρων προστασίας από τον κοροναϊό από τα καφέ – μπαρ και τις επιχειρήσεις εστίασης: το 50% χαρακτηρίζουν την εφαρμογή των μέτρων «Λίγο» (25%) ή «Καθόλου» (25%) ικανοποιητική, έναντι μόλις 39% που την χαρακτηρίζουν «Πολύ» (9%) ή «Αρκετά» (30%) ικανοποιητική.
Το 43% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν πραγματοποίησαν και δεν θα πραγματοποιήσουν φέτος διακοπές εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας τους. Το 23% επέλεξαν ή θα επιλέξουν διακοπές σε ιδιόκτητη κατοικία, το 10% επέλεξαν ή θα επιλέξουν το σπίτι κάποιου συγγενούς ή φίλου και μόνο το 22% επέλεξαν ή θα επιλέξουν κάποιο μισθωμένο κατάλυμα. Οι οικονομικοί λόγοι αναφέρονται συχνότερα ως αιτία μη πραγματοποίησης διακοπών εκτός του τόπου της μόνιμης κατοικίας από τους ερωτηθέντες (30% αναφέρουν υφιστάμενες οικονομικές δυσχέρειες και 11% αβεβαιότητα για τα οικονομικά τους στο μέλλον), ωστόσο ο φόβος για την υγεία εξαιτίας του κοροναϊού αποτελεί πολύ ισχυρό παράγοντα, καθώς τον επικαλείται το 29% όσων δεν πραγματοποίησαν ή δεν θα κάνουν φέτος διακοπές.
Τέλος, η επαναφορά στην κανονικότητα φαίνεται ότι θα αργήσει πολύ, με βάση τις εκτιμήσεις των καταναλωτών του Νομού Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο αυτό, μόλις το 11% συνολικά προβλέπουν ότι η ζωή θα επανέλθει στην προ της επιδημίας του κοροναϊού κατάστασης μέχρι το τέλος του 2020 – το αντίστοιχο ποσοστό στις αρχές Ιουνίου ήταν 44% – ενώ το 41% προβλέπει αποκατάσταση της κανονικότητας μέσα στο 2021, το 16% κάποια στιγμή από το 2020 και μετά και για περίπου 1 στους 5 (18%) η ζωή μας δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια.