Αλήθειες και ψέματα για την περίπτωση της ΠΙΤΣΟΣ: ΣΥΡΙΖΑ και συνδικαλιστές ζητούν την επιστροφή στις «προβληματικές του ’80»
Όσοι ξαφνιάστηκαν με το κλείσιμο της ιστορικής βιομηχανίας Πίτσος, είτε δεν κατανοούν το πως δουλεύουν οι βιομηχανίες είτε εργαλειοποιούν την υπόθεση για δημιουργία εντυπώσεων.
Πρώτοι απ’ όλους οι συνδικαλιστές. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου με επιστολή της στον πρωθυπουργό και τους υπουργούς Ανάπτυξης και Οικονομικών, ζητά “τη λήψη πρωτοβουλιών, ώστε να αποτραπεί το κλείσιμο ενός ιστορικού εργοστασίου και μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες αυτή τη στιγμή στη χώρα”. Επιπλέον επενδύουν σε ένα λογικοφανές σλόγκαν. “Ανάπτυξη με κλειστά εργοστάσια δεν υπάρχει”.
Παραλείπουν ωστόσο να αναφέρουν ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είχαν συμφωνήσει με την εταιρεία στο χρονοδιάγραμμα κλεισίματος του εργοστασίου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η οικονομική έκθεση που συνοδεύει τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό -αυτόν του 2017- η διοίκηση “κατόπιν διαβουλεύσεων με τους εργαζόμενους, συμφώνησε το κοινό πλαίσιο για την παράταση της παραγωγικής λειτουργίας του εργοστασίου της Αθήνας έως την 31η Δεκεμβρίου του 2020, οπότε και θα κλείσει πλέον οριστικά ο κύκλος της παραγωγικής του δραστηριότητας, ενώ η ολοκλήρωση κάθε εν γένει δραστηριότητας του εργοστασίου της Αθήνας θα πραγματοποιηθεί έως την 31η Μαρτίου του 2021”.
Γι ατό λόγο αυτό η εταιρεία προχώρησε και σε πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου εργαζομένων κόστους 20,9 εκατ. ευρώ. Η εθελούσια ωστόσο δεν στέφθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία. Δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν ότι μόλις 51 εργαζόμενοι από το σύνολο των 250 που εργάζονταν στο εργοστάσιο του Ρέντη, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα.
Όσο για το σλόγκαν των κλειστών εργοστασίων, οι συνδικαλιστές έχουν πρωτοστατήσει σε κλεισίματα εργοστασίων μετάλλου από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Τότε τα κλειστά εργοστάσια ήταν απόδειξη αγωνιστικότητας. Οι συνδικαλιστές αρνούνταν να συμβαδίσουν με την παγκόσμια οικονομία που βρισκόταν σε πρωτοφανή ύφεση. Μετά ήρθαν τα λουκέτα.
Το πτώμα της Πίτσος ήρθε φυσικά να σκυλέψει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Με κοινή ανακοίνωσή τους, οι τομεάρχες Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης και Εργασίας Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου απευθύνουν έκκληση στην Κυβέρνηση για να εξασφαλίσει τη συνέχιση της παραγωγής στη μονάδα της Πίτσος. Αναφέρουν επίσης ότι “Το 2018 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε και κατάφερε να δώσει μια πολύτιμη ανάσα ζωής σε μια ιστορική ελληνική βιομηχανία που απασχολεί εκατοντάδες εργαζόμενους”.
Παραλείπουν ωστόσο να αναφέρουν ότι η απόφαση για κλείσιμο του εργοστασίου είχε ήδη ληφθεί και συμφωνηθεί τότε, όπως ανέφερα προηγουμένως. Την εποχή εκείνη, η ίδια η διοίκηση ενημέρωνε ότι το εργοστάσιο της Αθήνας έχει ολοκληρώσει τον παραγωγικό κύκλο του. Επιπλέον ανέφερε ότι η εταιρεία έκανε προσπάθεια να επιμηκύνει σε έναν βαθμό τη λειτουργία του εργοστασίου “αν και η απόφαση αυτή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από αντικειμενικούς επιχειρηματικούς κανόνες και κριτήρια αφού επιβαρύνει περαιτέρω τη λειτουργία της εταιρείας”.
Καθώς μιλάμε για επιχειρήσεις με μετόχους που δεν έχουν σκοπό να χάσουν τα λεφτά τους, η απόφαση για μεταφορά της παραγωγής στην Τουρκία σχετίζεται τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια οικονομία και όχι με κάποιο εκδικητικό κίνητρο. Επιπλέον, στη βιομηχανία, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται αυτοστιγμεί. Απαιτείται χρόνος για να ληφθούν. Δεν ήταν “μια ακόμα απόδειξη για το πού οδηγεί η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας”, όπως απλουστευτικά αναφέρουν οι πολιτικοί γύπες του ΣΥΡΙΖΑ.
Βασικός παράγοντας γι’ αυτή την απόφαση ήταν τα φθηνά εργατικά χέρια στην Τουρκία. Τα μεροκάματα εκεί είναι υποδεκαπλάσια. Στην Ελλάδα της κρίσης, ακόμη και μετά τη δραματική μείωση των μισθών, οι μισθοί είναι πολύ υψηλότεροι άνω το μη μισθολογικό κόστος εκτινάχθηκε τα προηγούμενα χρόνια με τις αλχημείες του ΣΥΡΙΖΑ στο ασφαλιστικό και στους φόρους. Επιπλέον οι εργαζόμενοι, παρά το γεγονός ότι εργάζονταν τρεις ημέρες την εβδομάδα, αμείβονταν κανονικά. Χωρίς περικοπές.
Αν λάβει κανείς υπόψιν του και τη διαρκή υποτίμηση της Τουρκικής λίρας, το κόστος παραγωγής στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου είναι πολύ χαμηλότερο.
Τα εργοστάσια της Τουρκίας άλλωστε βρίσκονται εγγύτερα στις πρώτες ύλες και αυτό δεν αφορά μόνο τα μέταλλα αλλά και την κλωστοϋφαντουργία ή ακόμη και τα μαζικά προϊόντα τεχνολογίας.
Οι παραδοσιακές ευρωπαϊκές εταιρείες κατασκευής μαζικών προϊόντων, επιχειρούν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους μετακομίζοντας στη φθηνότερη Ασία. Τα προϊόντα που παράγονται εκεί είναι πλέον ευθέως ανταγωνιστικά. Η άνθιση του διεθνούς εμπορίου καθιστά πολύ ευκολότερη τη μεταφορά τους και όποιος δεν συμμορφωθεί, θα υποχρεωθεί σε λουκέτο.
Σε ότι αφορά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων σχετικά με τις υποσχέσεις της εταιρείας να επενδύσει, όντως η εταιρεία είχε δεσμευθεί να επενδύσει 60 εκατ. ευρώ για τη μεταφορά του εργοστασίου του Ρέντη στην Ελευσίνα, ως μέρος του συμβιβασμού της Siemens (η οποία ήταν μέτοχος στην BSH Hellas) με το ελληνικό δημόσιο. Ωστόσο αυτή η δέσμευση ελήφθη την προ-προηγούμενη δεκαετία. Οι συνθήκες άλλαξαν έκτοτε και τελικά αυτό που μπορεί να κάνει μια Κυβέρνηση είναι να τιμωρήσει τη Siemens για την αθέτηση μιας συμφωνίας. Από την πλευρά της η Siemens μπορεί επίσης εύκολα να αποδείξει σε κάθε διαιτητικό δικαστήριο ότι η απόφασή της επιβλήθηκε από την αλλαγή των συνθηκών. Το μόνο που θα κερδίσει η χώρα είναι να χάσει και την υπόλοιπη δραστηριότητα της Siemens.
Ο ΣΥΡΙΖΑ (και οι συνδικαλιστές) ζητούν από την Κυβέρνηση “να εξασφαλίσει τη συνέχιση της παραγωγής στη μονάδα της Πίτσος και τις θέσεις εργασίας”. Αυτό που ζητούν στην ουσία είναι η Κυβέρνηση να επιδοτήσει μια “προβληματική εταιρεία”, όπως δηλαδή συνέβη τη δεκαετία του ’80 με τους φορολογούμενους να επωμίζονται το βάρος της λειτουργίας των επιχειρήσεων αυτών. Ανταγωνιστικές δεν μπορούν να είναι, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Μπορούν ωστόσο να συντηρούν στρατιές συνδικαλιστών και αυτό είναι που ενδιαφέρει περισσότερο. Κακά τα ψέματα.
Πρώτοι απ’ όλους οι συνδικαλιστές. Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργατοϋπαλλήλων Μετάλλου με επιστολή της στον πρωθυπουργό και τους υπουργούς Ανάπτυξης και Οικονομικών, ζητά “τη λήψη πρωτοβουλιών, ώστε να αποτραπεί το κλείσιμο ενός ιστορικού εργοστασίου και μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες αυτή τη στιγμή στη χώρα”. Επιπλέον επενδύουν σε ένα λογικοφανές σλόγκαν. “Ανάπτυξη με κλειστά εργοστάσια δεν υπάρχει”.
Παραλείπουν ωστόσο να αναφέρουν ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είχαν συμφωνήσει με την εταιρεία στο χρονοδιάγραμμα κλεισίματος του εργοστασίου. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η οικονομική έκθεση που συνοδεύει τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό -αυτόν του 2017- η διοίκηση “κατόπιν διαβουλεύσεων με τους εργαζόμενους, συμφώνησε το κοινό πλαίσιο για την παράταση της παραγωγικής λειτουργίας του εργοστασίου της Αθήνας έως την 31η Δεκεμβρίου του 2020, οπότε και θα κλείσει πλέον οριστικά ο κύκλος της παραγωγικής του δραστηριότητας, ενώ η ολοκλήρωση κάθε εν γένει δραστηριότητας του εργοστασίου της Αθήνας θα πραγματοποιηθεί έως την 31η Μαρτίου του 2021”.
Γι ατό λόγο αυτό η εταιρεία προχώρησε και σε πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου εργαζομένων κόστους 20,9 εκατ. ευρώ. Η εθελούσια ωστόσο δεν στέφθηκε με ιδιαίτερη επιτυχία. Δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν ότι μόλις 51 εργαζόμενοι από το σύνολο των 250 που εργάζονταν στο εργοστάσιο του Ρέντη, εντάχθηκαν στο πρόγραμμα.
Όσο για το σλόγκαν των κλειστών εργοστασίων, οι συνδικαλιστές έχουν πρωτοστατήσει σε κλεισίματα εργοστασίων μετάλλου από την αρχή της οικονομικής κρίσης. Τότε τα κλειστά εργοστάσια ήταν απόδειξη αγωνιστικότητας. Οι συνδικαλιστές αρνούνταν να συμβαδίσουν με την παγκόσμια οικονομία που βρισκόταν σε πρωτοφανή ύφεση. Μετά ήρθαν τα λουκέτα.
Το πτώμα της Πίτσος ήρθε φυσικά να σκυλέψει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Με κοινή ανακοίνωσή τους, οι τομεάρχες Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης και Εργασίας Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου απευθύνουν έκκληση στην Κυβέρνηση για να εξασφαλίσει τη συνέχιση της παραγωγής στη μονάδα της Πίτσος. Αναφέρουν επίσης ότι “Το 2018 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε και κατάφερε να δώσει μια πολύτιμη ανάσα ζωής σε μια ιστορική ελληνική βιομηχανία που απασχολεί εκατοντάδες εργαζόμενους”.
Παραλείπουν ωστόσο να αναφέρουν ότι η απόφαση για κλείσιμο του εργοστασίου είχε ήδη ληφθεί και συμφωνηθεί τότε, όπως ανέφερα προηγουμένως. Την εποχή εκείνη, η ίδια η διοίκηση ενημέρωνε ότι το εργοστάσιο της Αθήνας έχει ολοκληρώσει τον παραγωγικό κύκλο του. Επιπλέον ανέφερε ότι η εταιρεία έκανε προσπάθεια να επιμηκύνει σε έναν βαθμό τη λειτουργία του εργοστασίου “αν και η απόφαση αυτή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από αντικειμενικούς επιχειρηματικούς κανόνες και κριτήρια αφού επιβαρύνει περαιτέρω τη λειτουργία της εταιρείας”.
Καθώς μιλάμε για επιχειρήσεις με μετόχους που δεν έχουν σκοπό να χάσουν τα λεφτά τους, η απόφαση για μεταφορά της παραγωγής στην Τουρκία σχετίζεται τις συνθήκες που επικρατούν στην παγκόσμια οικονομία και όχι με κάποιο εκδικητικό κίνητρο. Επιπλέον, στη βιομηχανία, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται αυτοστιγμεί. Απαιτείται χρόνος για να ληφθούν. Δεν ήταν “μια ακόμα απόδειξη για το πού οδηγεί η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας”, όπως απλουστευτικά αναφέρουν οι πολιτικοί γύπες του ΣΥΡΙΖΑ.
Βασικός παράγοντας γι’ αυτή την απόφαση ήταν τα φθηνά εργατικά χέρια στην Τουρκία. Τα μεροκάματα εκεί είναι υποδεκαπλάσια. Στην Ελλάδα της κρίσης, ακόμη και μετά τη δραματική μείωση των μισθών, οι μισθοί είναι πολύ υψηλότεροι άνω το μη μισθολογικό κόστος εκτινάχθηκε τα προηγούμενα χρόνια με τις αλχημείες του ΣΥΡΙΖΑ στο ασφαλιστικό και στους φόρους. Επιπλέον οι εργαζόμενοι, παρά το γεγονός ότι εργάζονταν τρεις ημέρες την εβδομάδα, αμείβονταν κανονικά. Χωρίς περικοπές.
Αν λάβει κανείς υπόψιν του και τη διαρκή υποτίμηση της Τουρκικής λίρας, το κόστος παραγωγής στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου είναι πολύ χαμηλότερο.
Τα εργοστάσια της Τουρκίας άλλωστε βρίσκονται εγγύτερα στις πρώτες ύλες και αυτό δεν αφορά μόνο τα μέταλλα αλλά και την κλωστοϋφαντουργία ή ακόμη και τα μαζικά προϊόντα τεχνολογίας.
Οι παραδοσιακές ευρωπαϊκές εταιρείες κατασκευής μαζικών προϊόντων, επιχειρούν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους μετακομίζοντας στη φθηνότερη Ασία. Τα προϊόντα που παράγονται εκεί είναι πλέον ευθέως ανταγωνιστικά. Η άνθιση του διεθνούς εμπορίου καθιστά πολύ ευκολότερη τη μεταφορά τους και όποιος δεν συμμορφωθεί, θα υποχρεωθεί σε λουκέτο.
Σε ότι αφορά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων σχετικά με τις υποσχέσεις της εταιρείας να επενδύσει, όντως η εταιρεία είχε δεσμευθεί να επενδύσει 60 εκατ. ευρώ για τη μεταφορά του εργοστασίου του Ρέντη στην Ελευσίνα, ως μέρος του συμβιβασμού της Siemens (η οποία ήταν μέτοχος στην BSH Hellas) με το ελληνικό δημόσιο. Ωστόσο αυτή η δέσμευση ελήφθη την προ-προηγούμενη δεκαετία. Οι συνθήκες άλλαξαν έκτοτε και τελικά αυτό που μπορεί να κάνει μια Κυβέρνηση είναι να τιμωρήσει τη Siemens για την αθέτηση μιας συμφωνίας. Από την πλευρά της η Siemens μπορεί επίσης εύκολα να αποδείξει σε κάθε διαιτητικό δικαστήριο ότι η απόφασή της επιβλήθηκε από την αλλαγή των συνθηκών. Το μόνο που θα κερδίσει η χώρα είναι να χάσει και την υπόλοιπη δραστηριότητα της Siemens.
Ο ΣΥΡΙΖΑ (και οι συνδικαλιστές) ζητούν από την Κυβέρνηση “να εξασφαλίσει τη συνέχιση της παραγωγής στη μονάδα της Πίτσος και τις θέσεις εργασίας”. Αυτό που ζητούν στην ουσία είναι η Κυβέρνηση να επιδοτήσει μια “προβληματική εταιρεία”, όπως δηλαδή συνέβη τη δεκαετία του ’80 με τους φορολογούμενους να επωμίζονται το βάρος της λειτουργίας των επιχειρήσεων αυτών. Ανταγωνιστικές δεν μπορούν να είναι, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Μπορούν ωστόσο να συντηρούν στρατιές συνδικαλιστών και αυτό είναι που ενδιαφέρει περισσότερο. Κακά τα ψέματα.