Προώθηση της επιτραπέζιας ελιάς σε εστιατόρια και οινοποιεία
Τη διάδοση καλής πρακτικής για ένταξη και χρήση της ελληνικής ελιάς σε πιστοποιημένα εστιατόρια και οινοποιεία ζητά το Επιμελητήριο Χαλκιδικής με επιστολή προς την Γενική γραμματέα Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης Βίκυ Λοΐζου.
«Η ελιά ως παραγόμενο γεωργικό προϊόν έχει μια σημαντική παρουσία στη γαστρονομία. Δυστυχώς στην πατρίδα μας δεν έχουμε παραδοσιακές συνταγές με ελιές. Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική ελιά, ακόμη και ωμή, είναι πεντανόστιμη», αναφέρει χαρακτηριστικά το Επιμελητήριο.
Σύμφωνα με το Επιμελητήριο Χαλκιδικής, η χρήση της ελιάς στη μαγειρική παρατηρείται κυρίως στην προσθήκη της στην παραδοσιακή «Ελληνική –Χωριάτικη σαλάτα» ως γαρνιτούρα, στις αλοιφές και ορισμένες φορές σε μορφή πάστα ελιάς, ως καλωσόρισμα των εστιατορίων.
«Η πρόταση μας αφορά την προτροπή των επιχειρηματιών, δια μέσου των δυο προαναφερόμενων πιστοποιήσεων, να προσφέρουν «μερίδα ελιά» στους καταλόγους, ή στα συνοδευτικά τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Μάλιστα σημειώνεται πως το «Πιάτο με Ελληνικές ελιές» είναι μια πολύ εύστοχη πρόταση foodpairing για τα οινοποιεία, διότι η ελιά συνδυάζεται άριστα με τις ελληνικές ποικιλίες οίνου, όπως το Ξινόμαυρο, το Λημνιό και το Αγιωργίτικο.
To ίδιο ισχύει και για τα πιστοποιημένα εστιατόρια με το σήμα Ελληνικής Κουζίνας, όπου το συγκεκριμένο πιάτο μπορεί να ενταχθεί ως υποχρεωτικό στον κατάλογο τους.
«Οι ελιές μπορούν να είναι μονοποικιλιακές αλλά και πολυποικιλιακές, μίας ή διαφόρων επεξεργασιών (πράσινη, ξυδάτη, σταφιδάτη, μαριναρισμένη με ελαιόλαδο και βότανα), κρύες ή ζεστές, ακόμη και με μικρή προσθήκη κάποιου τοπικού προϊόντος όπως αυγό, παξιμάδι, τομάτα. Σημειωτέων και απορίας είναι ότι στη συγκεκριμένη πιστοποίηση, είναι υποχρεωτική η παρουσία ελληνικού καφέ, ενώ η Ελλάδα δεν παράγει το συγκεκριμένο προϊόν!», τονίζει το Επιμελητήριο.
Με την επιστολή ζητείται η παρέμβαση της γραμματέως στο Τμήμα Ποιοτικού Ελέγχου και Διαμόρφωσης Προτύπων Ποιότητας του Υπουργείου Τουρισμού, για την υιοθέτηση της πρότασης αυτής, «ώστε να τονώσουμε την ελληνική αγροτική οικονομία και να συνδέσουμε την αγροδιατροφή με τον τουρισμό, συμβάλλοντας στην δημιουργία ενός ανταγωνιστικού γαστρονομικού τουρισμού», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
«Η ελιά ως παραγόμενο γεωργικό προϊόν έχει μια σημαντική παρουσία στη γαστρονομία. Δυστυχώς στην πατρίδα μας δεν έχουμε παραδοσιακές συνταγές με ελιές. Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική ελιά, ακόμη και ωμή, είναι πεντανόστιμη», αναφέρει χαρακτηριστικά το Επιμελητήριο.
Σύμφωνα με το Επιμελητήριο Χαλκιδικής, η χρήση της ελιάς στη μαγειρική παρατηρείται κυρίως στην προσθήκη της στην παραδοσιακή «Ελληνική –Χωριάτικη σαλάτα» ως γαρνιτούρα, στις αλοιφές και ορισμένες φορές σε μορφή πάστα ελιάς, ως καλωσόρισμα των εστιατορίων.
«Η πρόταση μας αφορά την προτροπή των επιχειρηματιών, δια μέσου των δυο προαναφερόμενων πιστοποιήσεων, να προσφέρουν «μερίδα ελιά» στους καταλόγους, ή στα συνοδευτικά τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Μάλιστα σημειώνεται πως το «Πιάτο με Ελληνικές ελιές» είναι μια πολύ εύστοχη πρόταση foodpairing για τα οινοποιεία, διότι η ελιά συνδυάζεται άριστα με τις ελληνικές ποικιλίες οίνου, όπως το Ξινόμαυρο, το Λημνιό και το Αγιωργίτικο.
To ίδιο ισχύει και για τα πιστοποιημένα εστιατόρια με το σήμα Ελληνικής Κουζίνας, όπου το συγκεκριμένο πιάτο μπορεί να ενταχθεί ως υποχρεωτικό στον κατάλογο τους.
«Οι ελιές μπορούν να είναι μονοποικιλιακές αλλά και πολυποικιλιακές, μίας ή διαφόρων επεξεργασιών (πράσινη, ξυδάτη, σταφιδάτη, μαριναρισμένη με ελαιόλαδο και βότανα), κρύες ή ζεστές, ακόμη και με μικρή προσθήκη κάποιου τοπικού προϊόντος όπως αυγό, παξιμάδι, τομάτα. Σημειωτέων και απορίας είναι ότι στη συγκεκριμένη πιστοποίηση, είναι υποχρεωτική η παρουσία ελληνικού καφέ, ενώ η Ελλάδα δεν παράγει το συγκεκριμένο προϊόν!», τονίζει το Επιμελητήριο.
Με την επιστολή ζητείται η παρέμβαση της γραμματέως στο Τμήμα Ποιοτικού Ελέγχου και Διαμόρφωσης Προτύπων Ποιότητας του Υπουργείου Τουρισμού, για την υιοθέτηση της πρότασης αυτής, «ώστε να τονώσουμε την ελληνική αγροτική οικονομία και να συνδέσουμε την αγροδιατροφή με τον τουρισμό, συμβάλλοντας στην δημιουργία ενός ανταγωνιστικού γαστρονομικού τουρισμού», αναφέρεται χαρακτηριστικά.