Το όραμα του μεγαλεπήβολου σχεδίου ανάπτυξης και αποκατάστασης του πρώην βασιλικού κτήματος Τατοΐου προβλέπει να μεταμορφώνεται σε διεθνή προορισμό, που θα συνδυάζει την ιστορία και τον πολιτισμό με τον αθλητισμό, τη γνώση, την αναψυχή, την ευεξία αλλά και την αγροτική ανάπτυξη, στηρίζοντας, παράλληλα, την ελληνική οικονομία.

Φιλοδοξία είναι μέσα στα επόμενα χρόνια η επίσκεψη στο Τατόι να αποτελεί κορυφαία επιλογή τόσο για τους εγχώριους όσο και για τους ξένους επισκέπτες, καθώς θα λειτουργεί στα πρότυπα αντίστοιχων χώρων του εξωτερικού και θα παρέχει πλήθος υπηρεσιών υψηλού επιπέδου.

Και αν η εικόνα εγκατάλειψης και παρακμής που παρουσιάζει εδώ και χρόνια ο χώρος αυτός μοιάζει δύσκολο να αλλάξει, μια ματιά μόνο στην πρώτη μελέτη βιωσιμότητάς του, που μόλις ολοκληρώθηκε, αρκεί για να αντιληφθεί κανείς πως αν υπάρξει η απαιτούμενη συνεργασία ανάμεσα σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές, το Τατόι μπορεί να μεταμορφωθεί, μέσα σε λίγα χρόνια, σε έναν τόπο γεμάτο ζωή και ενέργεια.

Ήδη τους τελευταίους μήνες το σκηνικό έχει αλλάξει, καθώς έχει ξεκινήσει, και συνεχίζονται σε εντατικούς ρυθμούς η συντήρηση και η καταγραφή των εντυπωσιακών κινητών και ακίνητων μνημείων του κτήματος που ξεσφραγίστηκαν μετά από δεκαετίες, αποκαλύπτοντας ξεχασμένους θησαυρούς που συνδέονται άρρηκτα με το ιστορικό παρελθόν της χώρας. Περίτεχνες άμαξες, αυτοκίνητα-αντίκες, πανάκριβα έργα τέχνης, πολύτιμα είδη διακόσμησης και ιστορικά ντοκουμέντα και έγγραφα ανασύρθηκαν κάτω από πολυεπίπεδα στρώματα σκόνης και υγρασίας, όπου σάπιζαν όλα αυτά τα χρόνια, συντηρήθηκαν, γυαλίστηκαν και αναμένουν τη στιγμή που θα τεθούν σε δημόσια θέα.

Το ιστορικό-πολιτιστικό κομμάτι του κτήματος Τατοΐου, εξάλλου, αποτελεί την πρώτη και βασικότερη από τις πέντε συνολικά θεματικές κατευθύνσεις που προβλέπει η μελέτη βιωσιμότητας του έργου, η οποία εκπονήθηκε από την ειδική διεπιστημονική ομάδα της KPMG, με χορηγία του Ιδρύματος

Αθανασίου Λασκαρίδη, και αποτελεί το εναρκτήριο βήμα για τη μεταμόρφωση μιας τεράστιας έκτασης 42.000 στρεμμάτων. Από αυτά, τα 1.600 στρέμματα αποτελούν τον ιστορικό πυρήνα, ενώ άλλα 1.200 καλύπτουν οι καλλιέργειες.

Η μελέτη του έργου αξιοποίησε παλαιότερες έρευνες για τη βιωσιμότητα του κτήματος και προβλέπει την κατασκευή, μεταξύ άλλων, ξενοδοχείου, σπα, μονοπατιών για πεζοπορία και οινοποιείου. Πιο συγκεκριμένα, θα γίνουν παρεμβάσεις προκειμένου να είναι προσβάσιμα στους επισκέπτες τα κτίρια των ανακτόρων. Στο κτήμα υπάρχουν συνολικά 55 κτίρια, εκ των οποίων τα 27 είναι κηρυγμένα μνημεία. Επίσης, στους κήπους του κτήματος, οι οποίοι θα αναμορφωθούν, θα δημιουργηθούν καφέ, εστιατόρια και εργαστήρια.

Παράλληλα, προωθείται η αξιοποίηση της δασικής έκτασης του κτήματος με τη δημιουργία μονοπατιών, χώρων υπαίθριου αθλητισμού, παιδικών κατασκηνώσεων και ενός δασικού χωριού. Προβλέπονται δραστηριότητες trekking, ιππασίας, ποδηλασίας, παρατηρητήρια πανίδας και χλωρίδας. Η μελέτη πρότεινε και τη δημιουργία ενός γηπέδου γκολφ, αλλά το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού το απέκλεισε σε πρώτη φάση εξαιτίας των μεγάλων απαιτήσεών του σε νερό.

Στα σχέδια προωθείται και η αγροτική ανάδειξη του κτήματος με την αναβίωση του αμπελώνα και του ελαιώνα και την επαναλειτουργία οινοποιείου. Σε υφιστάμενα κτίρια, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ως υποστηρικτικά στα κεντρικά ανακτορικά κτίρια, θα δημιουργηθούν χώροι ευεξίας και ένα πανδοχείο. Για παράδειγμα, υπάρχει η σκέψη οι στρατώνες να μετατραπούν σε ένα ξενοδοχείο υψηλών προδιαγραφών με χώρους εκδηλώσεων και εστιατόριο.

Οι επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν υπολογίζονται από 97 έως 130 εκατομμύρια ευρώ. Η χρηματοδότηση θα γίνει από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων είτε μέσω εθνικών πόρων είτε από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, αλλά και με την εξασφάλιση δωρεών. Ωστόσο, οι αρμόδιοι φορείς επιμένουν ότι μόνο η εξεύρεση των κονδυλίων για την αποκατάσταση του κτήματος δεν αρκεί. Απαιτείται να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του προκειμένου να μπορεί να χρηματοδοτεί από τα έσοδα των δραστηριοτήτων τη λειτουργία, τη συντήρηση και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα ΟΝΤΙΜΕ το Σάββατο 30/1
οντιμε