Οι επεµβάσεις κατά την περίοδο του λήθαργου αποσκοπούν στη µείωση των αρχικών πληθυσµών των εχθρών (έντοµα, ακάρεα), καθώς και στη µείωση των αρχικών µολυσµάτων µυκητολογικών και βακτηριολογικών ασθενειών.

Αυτές οι πρώιµες επεµβάσεις θεωρούνται απαραίτητες, διότι καθιστούν την καταπολέµηση των φυτοπαρασίτων κατά την επερχόµενη βλαστική περίοδο περισσότερο αποτελεσµατική και οικονοµική.

Α) ΕΧΘΡΟΙ

Η καταπολέµηση των εντόµων και των ακάρεων που διαχειµάζουν όπως ψύλλες, κοκκοειδή, αφίδες, τετράνυχοι, βασίζεται σε ψεκασµούς µε ορυκτέλαια-παραφινέλαια, καθώς και σε συνδυασµούς αυτών µε συνθετικά πυρεθροειδή ή οργανοφωσφορούχα εντοµοκτόνα.

Οι χειµερινοί ψεκασµοί συνιστώνται µόνο σε οπωρώνες, που την προηγούµενη χρονιά παρουσίασαν πρόβληµα από τους παραπάνω εχθρούς.

Ψύλλα της αχλαδιάς

Αποτελεί σηµαντικό εχθρό και δραστηριοποιείται σε όλες τις περιοχές καλλιέργειας της αχλαδιάς. Το έντοµο διαχειµάζει ως ακµαίο µέσα στους οπωρώνες και κυρίως πάνω στα δένδρα. Συνεχόµενες µέρες µε ηλιοφάνεια και θερµοκρασίες υψηλότερες από 10o C ευνοούν την εµφάνιση και τη δραστηριότητα (ωοτοκία) των ακµαίων του εντόµου.

Με τη σταδιακή άνοδο των θερµοκρασιών στα φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα, συνιστάται στους παραγωγούς να αρχίσουν να ελέγχουν δειγµατοληπτικά και µε τη βοήθεια µεγεθυντικού φακού τη βάση ανθοφόρων οφθαλµών για την ύπαρξη ωών του εντόµου.

Μόλις διαπιστώνονται ωοτοκίες, συστήνεται ψεκασµός µε ένα κατάλληλο και εγκεκριµένο για την καλλιέργεια ορυκτέλαιο ή πυρεθροειδές εντοµοκτόνο ή ένα συνδυασµό πυρεθροειδούς µε ορυκτέλαιο.

Τα πυρεθροειδή έχουν ακµαιοκτόνο δράση, ενώ τα ορυκτέλαια προσφέρουν επιπλέον: 1) ωοκτόνο δράση, 2) αυξάνουν την αποτελεσµατικότητα των εντοµοκτόνων και 3) προκαλούν καθυστέρηση της εναπόθεσης των ωών, µέχρι το βλαστικό στάδιο της πράσινης κορυφής. Η καθυστέρηση αυτή κάνει τους µετέπειτα ψεκασµούς εναντίον του εντόµου αποτελεσµατικότερους.

Επισηµαίνεται, ότι η εφαρµογή των χειµερινών ορυκτελαίων πρέπει να γίνεται µόνο κατά την περίοδο του λήθαργου των δένδρων και µέχρι την έναρξη του φουσκώµατος των οφθαλµών.

Ο ψεκασµός πρέπει να γίνεται όταν επικρατεί ηλιοφάνεια, κατά τις πιο θερµές ώρες της ηµέρας και εφόσον οι ελάχιστες θερµοκρασίες δεν πέφτουν κάτω από το µηδέν και οι µέγιστες για δύο τουλάχιστον ηµέρες ξεπερνούν τους 10o C. Κατά τον ψεκασµό επιβάλλεται η πλήρης και µέχρι απορροής κάλυψη των δένδρων µε το ψεκαστικό υγρό.

Επίσης, πρέπει να αποφεύγονται καλλιεργητικές πρακτικές που ευνοούν την υπερβολική ικµάδα (ζωηρότητα) των δένδρων, όπως, αυστηρό κλάδεµα, υπερβολική αζωτούχος λίπανση και συχνά ποτίσµατα, δεδοµένου ότι ο πληθυσµός της ψύλλας αυξάνεται ταχύτερα σε εύρωστα δένδρα.

Λίγο αργότερα και κατά τη βλαστική περίοδο, οι λαίµαργοι βλαστοί πρέπει να αποµακρύνονται µε το χέρι όταν είναι ακόµη τρυφεροί, διότι συγκεντρώνουν µεγάλο πληθυσµό του εντόµου.

Β) ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ (Φουζικλάδια─ Ωίδιο─ Μονίλια─ Μύκητες ξύλου─ Βακτήρια κ.λ.π.)

Για τη µείωση των αρχικών µολυσµάτων των παθογόνων µυκήτων και βακτηρίων, συνιστάται κατά το χειµερινό κλάδεµα η αφαίρεση και η καύση όλων των προσβεβληµένων κλάδων και κλαδίσκων (φυτικά τµήµατα µε εµφανείς αλλοιώσεις, όπως έλκη, ρωγµές, µεταχρωµατισµοί, ξηράνσεις).

Το κλάδεµα πρέπει απαραίτητα να γίνεται µε ξηρό καιρό και καλό είναι να αποφεύγονται οι µεγάλες τοµές, που αυξάνουν τον κίνδυνο µόλυνσης των δένδρων από παθογόνα.

Οι µεγάλες τοµές κλαδέµατος πρέπει να καλύπτονται µε κατάλληλο προστατευτικό σκεύασµα. ∆ένδρα σε προχωρηµένο στάδιο προσβολής από µύκητες ή βακτήρια, πρέπει άµεσα να εκριζώνονται και να καίγονται.

Ειδικότερα, για τα φουζικλάδια των µηλοειδών και τη σεπτορίαση της αχλαδιάς, συνιστάται παράχωµα των πεσµένων φύλλων ή ψεκασµός τους µε ουρία, η οποία επιταχύνει την αποσύνθεσή τους. Οι πρακτικές αυτές είναι µεγάλης σηµασίας, διότι συµβάλλουν σηµαντικά στη µείωση των αρχικών µολυσµάτων των ασθενειών.

Ωστόσο, αποδίδουν τα µέγιστα, µόνο όταν εφαρµόζονται από όλους τους παραγωγούς µιας περιοχής. Στην περίπτωση που οι παραπάνω πρακτικές έχουν ήδη εφαρµοστεί κατά την περίοδο του φθινοπώρου, δεν χρειάζεται να επαναληφθούν.

Βακτηριακό κάψιµο Αχλαδιάς ─ Μηλιάς

Για τον περιορισµό της µετάδοσης του παθογόνου βακτηρίου, κυρίως κατά το ευαίσθητο βλαστικό στάδιο της άνθησης, συνιστώνται κατά την περίοδο του λήθαργου των δένδρων τα παρακάτω µέτρα:

1. Αφαίρεση και κάψιµο όλων των προσβεβληµένων και των ύποπτων προσβολής τµηµάτων των δένδρων. Τα προσβεβληµένα µέρη πρέπει να αφαιρούνται µε τουλάχιστον 30 εκατοστά υγιούς τµήµατος και οι µεγάλες τοµές να καλύπτονται άµεσα µε κατάλληλο προστατευτικό σκεύασµα και µάλιστα δύο φορές (η δεύτερη φορά αµέσως µετά το στέγνωµα της πρώτης).

Οι εργασίες κλαδέµατος και καθαρισµού των δένδρων πρέπει οπωσδήποτε να εκτελούνται µε ξηρό καιρό.

2. ∆ένδρα µε προσβολή στον κορµό ή στη βάση των βραχιόνων, καλό είναι να εκριζώνονται και να καίγονται άµεσα.

3. Κοπή και κάψιµο ξενιστών του βακτηρίου, όπως γκορτσιά, βάτος, πυράκανθος, κράταιγος κ.ά., που βρίσκονται γύρω από τους οπωρώνες και σε απόσταση µερικών εκατοντάδων µέτρων.

4. Τακτική απολύµανση των εργαλείων κλαδέµατος σε διάλυµα χλωρίνης 10%, για την αποφυγή µετάδοσης του παθογόνου σε υγιή τµήµατα και δένδρα.

5. Μετά το τέλος των εργασιών, συνιστάται ψεκασµός µε ένα κατάλληλο και εγκεκριµένο χαλκούχο σκεύασµα στις συνιστώµενες δόσεις.

6. Περιορισµός της αζωτούχου λίπανσης στην απολύτως αναγκαία, διότι η ασθένεια είναι ιδιαίτερα σοβαρή στα εύρωστα δένδρα.

Προσοχή: Σε κάθε περίπτωση να τηρούνται αυστηρά οι οδηγίες χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων για την αναλογία χρήσης, την συνδυαστικότητα, τον κίνδυνο φυτοτοξικότητας, το διάστηµα µεταξύ τελευταίας επέµβασης και συγκοµιδής και τα µέτρα προστασίας για την αποφυγή δηλητηρίασης.