Τα εμβόλια μπορεί να έχουν ανάψει φως στην άκρη του τούνελ της πανδημίας, όμως η ιδέα ότι οι πληθυσμοί θα πετύχουν συλλογική ανοσία και θα σταματήσουν τη μετάδοση του κοροναϊού δείχνει πια υπεραισιόδοξη.

Αυτό είναι το συμπέρασμα ειδικών που μίλησαν στο περιοδικό Nature για το μείζον ζήτημα της εποχής. «Η συλλογική ανοσία στην Covid είναι πιθανότατα αδύνατο να επιτευχθεί» είναι ο μάλλον δυσοίωνος τίτλος του άρθρου.

Οι περισσότερες εκτιμήσεις δείχνουν ότι για να ανακοπεί η διάδοση της Covid-19 απαιτείται ανοσία στο 60 με 70 τοις εκατό του πληθυσμού, ανοσία που αποκτάται είτε με τον εμβολιασμό είτε με τη λοίμωξη από τον ιό.

Όμως ο στόχος του 70% φαίνεται ανέφικτος για πολλές χώρες λόγω της απροθυμίας μερίδας του πληθυσμού να λάβει το εμβόλιο. Και η κατάσταση επιδεινώνεται από την εμφάνιση νέων στελεχών και την καθυστέρηση στη διάθεση εμβολίων για τα παιδιά.

Άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο είναι οι ανισότητες στην κατανομή των εμβολίων και οι αλλαγές στη συμπεριφορά των πολιτών μετά τον εμβολιασμό.

Το Nature παραθέτει πέντε λόγους για τους οποίους η λεγόμενη ανοσία της αγέλης μοιάζει πλέον άπιαστο όνειρο.

Σιωπηλή μετάδοση

Μια βασική άγνωστη παράμετρος είναι το κατά πόσο τα εμβόλια εμποδίζουν και τη μετάδοση του κοροναϊού εκτός από τη συμπτωματική νόσο. Τα πρώτα δεδομένα για το εμβόλιο mRNA των Pfizer/BioNtech δείχνουν ενθαρρυντικά, κανείς όμως δεν γνωρίζει την απάντηση με βεβαιότητα.

«Η συλλογική ανοσία έχει νόημα μόνο αν έχουμε ένα εμβόλιο που σταματά τη μετάδοση. Αν αυτό δεν ισχύει, ο μόνος τρόπος να αποκτήσει ο πληθυσμός συλλογική ανοσία είναι να λάβουν όλοι το εμβόλιο» λέει η Σβέτα Μπάνσαλ, βιολόγος του Πανεπιστημίου Τζόρτζταουν στην Ουάσιγκτον.

Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η επίτευξη συλλογικής ανοσίας απαιτεί εμβόλια με «πολύ υψηλή» αποτελεσματικότητα, εκτιμά η ειδικός.

Ακόμα κι αν τα εμβόλια εμποδίζουν το 70% των ασυμπτωματικών κρουσμάτων, ή και περισσότερο, θα υπήρχε ακόμα σημαντικό περιθώριο για σιωπηλή διασπορά του κοροναϊού, προσθέτει ο Σάμιουελ Σκαρπίνο του Πανεπιστημίου Νορθίστερν της Βοστόνης.

Η δυσπιστία απέναντι στα εμβόλια αναδεικνύεται σε σημαντικο ζήτημα για πολλές χώρες (Reuters)

Ανισότητες στα εμβόλια

Ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα είναι οι μεγάλες διαφορές στην ταχύτητα με την οποία διαφορετικές χώρες εμβολιάζουν τους πληθυσμούς τους.

Στην παγκόσμια κούρσα προηγείται με διαφορά το Ισραήλ, το οποίο μέχρι τα μέσα Μαρτίου είχε προλάβει να εμβολιάσει πλήρως το 50% του πληθυσμού.

«Τώρα το πρόβλημα είναι ότι οι νέοι δεν θέλουν να κάνουν το εμβόλιο» σχολιάζει ο Ντβιρ Άραν του ισραηλινού Ινστιτούτου Τεχνολογίας Technion στη Χάιφα. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση προσπαθεί να δελεάσει τη νεολαία προσφέροντας δωρεάν πίτσα και μπίρες με κάθε εμβόλιο.

Η απροθυμία των νέων αφήνει το Ισραήλ ανοιχτό σε εισαγόμενα κρούσματα από γειτονικές χώρες όπως ο Λίβανος, η Συρία και η Ιορδανία, όπου το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης παραμένει κάτω του 1%.

«Καμία κοινότητα δεν ζει απομονωμένη σαν νησί, και το τοπίο της ανοσίας που περιβάλλει την κοινότητα έχει πραγματικά μεγάλη σημασία» επισημαίνει η Μπάνσαλ.

Και συμπληρώνει ότι τα εμβόλια Covid-19 για τον παιδικό πληθυσμό δεν αναμένονται σύντομα, κάτι που σημαίνει ότι για να πετύχουμε ανοσία της αγέλης το εμβόλιο θα έπρεπε να χορηγηθεί σε όλους ανεξαιρέτως τους ενήλικες.

Νέες μεταλλάξεις

Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας είναι η φυσική εξέλιξη του ιού και η εμφάνιση στελεχών που δεν καλύπτονται από τα εμβόλια.

Η απειλή των νέων παραλλαγών του SARS-CoV-2 έγινε σαφής στο Μανάους της Βραζιλίας, όπου τουλάχιστον το 60% του πληθυσμού προσβλήθηκε στο πρώτο κύμα της πανδημίας και ανέπτυξε αντισώματα –ποσοστό που θεωρητικά θα έφερνε την πόλη κοντά στο όριο της συλλογικής ανοσίας.

Φέτος, όμως, το Μανάους έζησε ένα σαρωτικό κύμα επαναμολύνσεων με το νέο στέλεχος P.1, απόδειξη ότι η ανοσία που προσέφερε η πρώτη λοίμωξη δεν είναι επαρκής. «Τον Ιανουάριο, το 100% των περιστατικών στο Μανάους αφορούσαν το P.1» αναφέρει η Έστερ Σαμπίνο, ανοσολόγος του Πανεπιστημίου του Σάου Πάολο.

Η εμφάνιση νέων ανθεκτικών στελεχών πρέπει να θεωρείται αναμενόμενη, δεδομένου ότι ο εμβολιασμός ασκεί εξελικτικές πιέσεις που ευνοούν τη διάδοση στελεχών ικανών να μολύνουν τα εμβολιασμένα άτομα.

Παροδική ανοσία

Ένας τέταρτος παράγοντας είναι η χρονική διάρκεια της ανοσίας που επιτυγχάνεται με τον εμβολιασμό ή τη φυσική λοίμωξη. Η απάντηση παραμένει άγνωστη, ωστόσο η συμπεριφορά των κοροναϊών του κοινού κρυολογήματος υποδεικνύει ότι η ανοσία δεν αποκλείεται να εξασθενεί έπειτα από μερικούς μήνες.

Αυτός είναι ένας από τους λόγους που πολλοί επιστήμονες πιστεύουν πλέον ότι ο κοροναϊός ήρθε για να μείνει. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Nature, εννέα στους δέκα ειδικούς προέβλεψαν ότι ο ιός θα γίνει ενδημικός, θα συνεχίσει δηλαδή να διαδίδεται επ’ αόριστο, έστω και σε χαμηλά επίπεδα, όπως συμβαίνει εξάλλου με τη γρίπη. Στο καλύτερο σενάριο, ο ιός θα εξελιχθεί σε λιγότερο παθογόνες μορφές και ίσως τελικά γίνει μια ακίνδυνη παιδική ίωση.

Ο ανθρώπινος παράγοντας

Ο πέμπτος παράγοντας είναι η αλλαγή συμπεριφοράς των πολιτών καθώς η εμβολιαστική κάλυψη αυξάνεται.

Το πρόβλημα είναι ότι τα εμβολιασμένα άτομα αναμένεται να αυξήσουν τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις τους και επομένως θα κινδυνεύουν να εκτεθούν στον ιό.

Ας υποθέσουμε ότι ένα εμβόλιο αποτρέπει το 90% των λοιμώξεων, συμπτωματικών ή όχι, λέει ο Άραν του ισραηλινού ινστιτούτου Technion.

«Αν πριν το εμβόλιο συναντούσες το πολύ ένα άλλο πρόσωπο, και μετά το εμβόλιο συναντάς δέκα ανθρώπους, στην πραγματικότητα έχεις επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησες» εξηγεί.

Αυτό σημαίνει ότι η κοινότητα δεν πρέπει να βιαστεί να επιστρέψει στην προ-πανδημική πραγματικότητα, συμφωνούν οι ειδικοί.

Η κοινωνική αποστασιοποίηση και η χρήση μάσκας θα πρέπει να συνεχιστούν, χωρίς βέβαια αυτό να αποκλείει σποραδικές συρροές κρουσμάτων.

Όπως φαίνεται, η ανθρωπότητα θα πρέπει να μάθει να ζει με τον εξελισσόμενο κοροναϊό.

Αν δεν μπορούμε να θέσουμε τη συλλογική ανοσία ως κύριο στόχο, θα πρέπει τουλάχιστον να αποτρέψουμε τη σοβαρή νόσο και τους θανάτους, καταλήγει το άρθρο του Nature.