Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) προσέφυγε ορθόδοξο εκκλησιαστικό σωματείο κατά των μέτρων λόγω του κορονοϊού που επέβαλε η κυβέρνηση και συγκεκριμένα για την απαγόρευση της συλλογικής άσκησης θρησκευτικής λατρείας κατά την περίοδο 16 Μαρτίου έως 16 Μαΐου 2020, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου του Πάσχα.
Το σωματείο είχε προσφύγει αρχικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακύρωσης κατά της διοικητικής πράξης, που επέβαλε μέτρα για την καταπολέμηση του COVID-19.

Η αίτηση ακύρωσης υποβλήθηκε στο ΣτΕ στις 30 Μαρτίου 2020, μαζί με αίτημα για αναστολή εκτέλεσης και προσωρινή διαταγή για τη μη εφαρμογή της απαγόρευσης. Οπως προκύπτει από έγγραφα της δικογραφίας, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε απόφαση στις 23 Ιουνίου 2020 περί «κατάργησης της δίκης», δηλαδή όταν πλέον δεν ήταν σε ισχύ η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη, αφού τότε είχαν αρθεί τα μέτρα. Δηλαδή, το ΣτΕ δεν εξέτασε την ουσία της υπόθεσης, αλλά «κατάργησε τη δίκη», λόγω έλλειψης αντικειμένου, αφού στις 23 Ιουνίου δεν υπήρχαν μέτρα απαγόρευσης συλλογικής άσκησης θρησκευτικής λατρείας.

Το ΕΔΔΑ, αντίθετα από το ΣτΕ, προσδιόρισε τη δίκη ως κατεπείγουσα. Δεδομένου ότι η προσφυγή υποβλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2020, το ΕΔΔΑ την κοινοποίησε στην κυβέρνηση, θέτοντας σχετικά ερωτήματα, στις 25 Φεβρουαρίου 2021, δηλαδή σε χρόνο-ρεκόρ για τα δεδομένα του.

Η υπόθεση εκκρεμεί προς συζήτηση, αφού η χώρα μας απαντήσει σε δύο ερωτήματα που θέτει το ΕΔΔΑ. Το πρώτο είναι: «Εχει τηρηθεί το δικαίωμα του προσφεύγοντος για πρόβαση σε δικαστήριο, στην προκειμένη υπό κρίση πρόταση, όπως το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται από το Άρθρο 6, παρ. 1 της ΕΣΔΑ;». Το δεύτερο ερώτημα είναι: «Παραβιάστηκε η θρησευτική ελευθερία του προσφεύγοντος συλλόγου κατά την έννοια του Άρθρου 9 της Σύμβασης;».