Βράζει από οργή η Μακρινίτσα, αλλά και ολόκληρη η Ελλάδα μετά την αποκάλυψη ότι σωρεία παραλείψεων και τραγικών λαθών, τόσο από αστυνομικούς όσο και από ψυχιάτρους της περιοχής, οδήγησαν στο μακελειό της Δευτέρας, καθώς επέτρεψαν να κυκλοφορεί ελεύθερος και οπλισμένος ο 31χρονος ψυχικά ασθενής Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο οποίος σε κατάσταση αμόκ κατέσφαξε την πρώην σύζυγό του και τον αδελφό της.

Αθώα θύματα της τραγωδίας ο 30χρονος Γιώργος Τσάπας και η 28χρονη αδελφή του Κωνσταντίνα, που τους τελευταίους μήνες δέχονταν οικογενειακώς απειλές από το μανιασμένο δολοφόνο, κι ενώ είχαν καταφύγει σε όλες τις υπηρεσίες αναζητώντας βοήθεια και προστασία, δεν κατάφεραν να γλιτώσουν τη ζωή τους, είτε λόγω γραφειοκρατίας και αμέλειας είτε λόγω ανικανότητας και ασυνεννοησίας των αρμοδίων.

Ολέθριο, έτσι, αποδείχτηκε το σφάλμα των ψυχιάτρων, που ενώ είχαν διαπιστώσει ότι ο 31χρονος δράστης του διπλού φονικού στη Μακρινίτσα δεν ακολουθούσε τη φαρμακευτική αγωγή που του είχαν συστήσει, δεν φρόντισαν να ενημερώσουν Εισαγγελία και Αστυνομία, με αποτέλεσμα οι Αρχές να νομίζουν ότι νοσηλευόταν, ενώ ο ίδιος ήταν ελεύθερος. Από την άλλη, ερωτήματα προκαλεί το γιατί τέσσερις ημέρες πριν από τη σφαγή ο 31χρονος αφέθηκε ελεύθερος όταν παρουσία των αστυνομικών έβριζε και απειλούσε την εν διαστάσει σύζυγό του, ενώ είχε ήδη επιτεθεί στους γονείς της.

Σύμφωνα με τα τοπικά ΜΜΕ η άτυχη Κωνσταντίνα, μητέρα ενός αγοριού 2,5 ετών, φέρεται να είχε ζητήσει ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του συζύγου της, καθώς η σχέση τους δεν πήγαινε καλά και υπήρχαν συχνοί διαπληκτισμοί. Ο φερόμενος ως δράστης το τελευταίο διάστημα έκανε συχνές σκηνές ζηλοτυπίας, ενώ κατηγορούσε τη σύζυγό του ότι τον απατά, ότι το παιδί δεν ήταν δικό του και ότι έχει τοποθετήσει κάμερες στο σπίτι τους.

Στις 15 Ιανουαρίου, η νεαρή γυναίκα είχε καταθέσει αίτηση ακούσιας νοσηλείας του εν διαστάσει συζύγου της, ο οποίος επανειλημμένως την είχε κακοποιήσει στο παρελθόν, με αποτέλεσμα εκείνη να πάρει το γιο της και να καταφύγει στο σπίτι των γονιών της, τον περασμένο Δεκέμβριο. Η κίνησή της αυτή φέρεται να εξόργισε περαιτέρω το μελλοντικό δολοφόνο της, ο οποίος είχε διαγνωστεί με μανία καταδίωξης και απειλούσε διαρκώς τη νεαρή γυναίκα και την οικογένειά της.

Όπως έγινε γνωστό, ο άνδρας είχε μεταφερθεί στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Βόλου. Οι γιατροί που τον εξέτασαν του έδωσαν θεραπευτική αγωγή για να δουν την εξέλιξη της ψυχικής του νόσου και να αποφασίσουν στη συνέχεια για το αν χρειαζόταν ή όχι να νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι ο Ραυτόπουλος είχε οικογενειακό ιστορικό ψυχικής νόσου αφού και η μητέρα του είναι έγκλειστη σε ψυχιατρείο της Αθήνας, με διάγνωση σχιζοφρένειας.

Όταν στα μέσα Μαρτίου ο 31χρονος ξαναπήγε στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, οι γιατροίδιαπίστωσαν ότι ο ίδιος αρνούνταν να λάβει την αγωγή που του είχαν προτείνει. Σε αυτό το δεύτερο ραντεβού έκριναν ότι χρήζει νοσηλείας σε ψυχιατρείο, ωστόσο φαίνεται ότι δεν ενημερώθηκαν Εισαγγελία και Αστυνομία για να τον εντοπίσουν και να γίνει ακούσια νοσηλεία του, με αποτέλεσμα να υπάρχει η αίσθηση ότι νοσηλευόταν ήδη. Σύμφωνα με την τοπική ιστοσελίδα TheNewspaper.gr, η αίτηση για τον αναγκαστικό εγκλεισμό του σε ψυχιατρείο επρόκειτο να συζητηθεί την Τρίτη το πρωί. Δυστυχώς, λίγες μόνο ώρες πριν, ο 31χρονος είχε δώσει τέλος στην αγωνία της οικογένειας Τσάπα με τον πλέον φρικτό τρόπο.

Την ίδια ώρα, ευθύνες φαίνεται να έχουν και οι αστυνομικές Αρχές καθώς την περασμένη Πέμπτη, 4 δηλαδή ημέρες πριν από το διπλό φονικό, ο Ραυτόπουλος εισέβαλε στο σπίτι της οικογένειας στη Μακρινίτσα και γρονθοκόπησε τον πατέρα καιτηνεν διαστάσει σύζυγό του.
«Μας απειλούσε μπροστά στους αστυνομικούς»

Το βίαιο περιστατικό φαίνεται πως δεν ήταν αρκετό για να θορυβήσει τους αστυνομικούς και να κρατήσουν στο κρατητήριο τον 31χρονο αφού ουδείς από το Κέντρο Ψυχικής Υγείας τους είχε ενημερώσει για την κατάστασή του. Έτσι, τον άφησαν ελεύθερο.«Ήρθε την προηγούμενη Πέμπτη, πλάκωσε εμένα, την κόρη μου και απειλούσε μπροστά στα όργανα ότι θα θρηνήσουμε θύματα» είπε συντετριμμένος ο Αποστόλης Τσάπας, πατέρας των δύο θυμάτων, λίγο πριν οδηγήσει στην τελευταία τους κατοικία τα δύο παιδιά του.

«Θα χυθεί αίμα. Θα θρηνήσουμε θύματα» φαίνεται πως είχε φωνάξει ο «σφαγέας» της Μακρινίτσας μπροστά στους αστυνομικούς όταν η οικογένεια κατέθεσε μήνυση εναντίον του, εκείνη την ημέρα, στο Αστυνομικό Τμήμα Βορείου Πηλίου. Ο τραγικός πατέρας, φοβούμενος ίσως αυτό που επρόκειτο να ακολουθήσει, ζήτησε να σημειωθούν και να καταγραφούν οι φράσεις αυτές ως προϊόν απειλής. Η δικηγόρος της οικογένειας των θυμάτων, Γιάννα Παναγοπούλου, μιλώντας στην ΕΡΤ επεσήμανε ότι«προκύπτει ένα γενικότερο ζήτημα, στο κατά πόσο τις αξιόποινες συμπεριφορές η πολιτεία τις προλαμβάνει. Όταν έχουμε μία οικογένεια, η οποία έχει προσφύγει στη Δικαιοσύνη, μία μητέρα-σύζυγο η οποία έχει ζητήσει δικαστική προστασία, έχει καταγράψει συγκεκριμένες συμπεριφορές, τις οποίες υφίστατο και βλέπουμε ότι δυστυχώς τα μέτρα και η δικαστική προστασία είναι πτωχή, λίγη, ελλιπής,μπροστά σε αυτό που βιώνει αυτή η οικογένεια».Σημείωσε δε ότι «ο καθένας μπορεί να αντιμετωπίζει προβλήματα ψυχικής υγείας, αλλά είναι πολύ διαφορετικό να λένε αν έχει ή όχι καταλογισμό της πράξης του».

Από την πλευρά του, ο συνήγορος του φερόμενου ως δράστη Δημήτρης Βούλγαρης ανέφερε ότι η 28χρονη είχε απευθυνθεί στο Αστυνομικό Τμήμα Πηλίου τον Ιανουάριο, ζητώντας προστασία γιατί κινδύνευε η ζωή της. Η αίτηση διαβιβάστηκε αμέσως και ο άνδρας οδηγήθηκε στο νοσοκομείο όπου διαγνώσθηκε ότι υπάρχει πρόβλημα καταδιωκτικού τύπου έναντι της οικογένειας και έναντι της συζύγου.Οι γιατροί του χορήγησαν αγωγή αλλά δεν διατάχθηκε αναγκαστική νοσηλεία του. Όπως τόνισε ο κ. Βούλγαρης, ο 31χρονος δεν πήρε την αγωγή, με αποτέλεσμα αυτό να επιδεινώσει την κατάστασή του.

Ο συλληφθείς, όπως συνέχισε ο συνήγορός του, είχε εξεταστεί από δυο ψυχίατρους, οι γνωματεύσεις των οποίων είχαν συμπεριληφθεί στην αίτηση ακούσιας νοσηλείας.Σύμφωνα με το δικηγόρο, τα ερωτήματα είναι τα εξής δύο: αν η πολιτεία μπορεί να επιβάλει τη φαρμακευτική αγωγή και σε περίπτωση που δεν συμβεί αυτό, τι μέτρα μπορούν να ληφθούν και ποιοι θα πρέπει να λαμβάνουν την ευθύνη.

Η ολιγωρία των αστυνομικών

Στους ψυχίατρους χρεώνει τη βασική αστοχία ο ποινικολόγος Γιάννης Βλάχος, που ταυτόχρονα κάνει λόγο για αδικαιολόγητη καθυστέρησης της Δικαιοσύνης.«Η βασική αστοχία από ό,τι φαίνεται ήταν των ψυχιάτρων οι οποίοι δεν διέγνωσαν -στο χρονικό περιθώριο των 48 ωρών που είχαν, από την ώρα που μεταφέρθηκε με εισαγγελική παραγγελία ο ασθενής στο ψυχιατρικό κέντρο- τα πραγματικά περιστατικά, το βάθος ψυχικής αρρώστιας ή την επικινδυνότητα αυτής»τόνισε.

Αναφερόμενος στο σύστημα της Δικαιοσύνης, επεσήμανε ότι «καθυστέρησε αδικαιολόγητα καθώς, σύμφωνα με το νόμο, το χρονικό πλαίσιο για να αποφανθεί το δικαστήριο για την ακούσια νοσηλείαείναι 13 ημέρες. Δηλαδή, τρεις μέρες μετά από τη μεταφορά για γνωμοδότηση στο ψυχιατρικό κέντρο, ο Εισαγγελέαςπρέπει να εισαγάγει την αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο, το οποίο εντός 10 ημερών πρέπει να αποφασίσει. Αν όλα αυτά είχαν συμβεί, δεν θα είχαμε φτάσει στην προχθεσινή τραγική μέρα, η οποία βεβαίως είναι και αποτέλεσμα και της ολιγωρίας των αστυνομικών αρχών καθώς πρόκειται για αυτεπάγγελτα διωκόμενα εγκλήματα, στα οποία ακολουθείται με επιταγή του νόμου περί ενδοοικογενειακής βίας η αυτόφωρη διαδικασία. Όλοι οι συμμετέχοντες παράγοντες στη διαχείριση της κατάστασης δεν συνεργάστηκαν και δεν αντάλλαξαν πληροφορίες για την επικινδυνότητα της κατάστασης αυτού του ανθρώπου με αυτό το τραγικό αποτέλεσμα».

Έμπηξε το μαχαίρι στις καρδιές των δύο αδελφιών

Αποφασισμένος να σκοτώσει πήγε το βράδυ της Δευτέρας ο 31χρονος Δημήτρης Ραυτόπουλος, έχοντας μαζί του, όπως κάθε μέρα ένα μαχαίρι με λάμα 25 εκατοστών. Τα αποτελέσματα της ιατροδικαστικής έκθεσης είναι αμείλικτα για τις προθέσεις του καθώς έδειξαν ότι και τα δύο αδέλφια έφεραν από ένα καθοριστικό για τη ζωή τους χτύπημα στην καρδιά. Η λάμα μάλιστα είχε εισχωρήσει και στις δύο περιπτώσεις τόσο βαθιά στην καρδιά, που η τρώση, δηλαδή η ρήξη του μυοκαρδίου, ήταν μεγάλης έκτασης.

Την ανθρωποκτόνο πρόθεση του πρώην γαμπρού της επιβεβαίωσε εξάλλου η μητέρα των θυμάτων μιλώντας στο TheNewspaper.gr:

«Γύρω στις 20.00 το απόγευμα, πήρε τηλέφωνο την κόρη μου και της είπε να κατεβάσει το παιδί στο δρόμο για να το δει. Του απάντησε η Κωνσταντίνα ότι σε αυτή την κατάσταση που βρίσκεται δεν είναι δυνατόν να το κάνει.

-Καλά, τότε θα ανέβω εγώ.

-Θα φωνάξω την Αστυνομία.

-Αν προλάβεις….

Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, ο φερόμενος ως δράστης έφτασε στο πατρικό σπίτι της γυναίκας του. Μπαίνοντας στην αυλή φώναζε «Ελάτε εδώ, πουλάκια μου!» και έσπασε την πόρτα του πάνω ορόφου της διπλοκατοικίας. Όπως είπε η μητέρα των θυμάτων, το εγγονάκι της έντρομο «φώναζε βοήθεια και έπαιρνε αγκαλιά τον παππού του», την ώρα που ο πατέρας του μαχαίρωνε με μανία τη μητέρα και το θείο του. Το παιδί μέχρι τώρα δεν έχει καταλάβει το μέγεθος της τραγωδίας που εκτυλίχθηκε στο σπίτι των παππούδων του και από τη μία στιγμή στην άλλη το άφησε χωρίς τους γονείς του.

Χθες, βρισκόταν σε σπίτι φίλων καθώς μέσα σε κλίμα οδύνης, σπαραγμού, αλλά και οργής έγινε η κηδεία των δύο αδικοχαμένων θυμάτων. Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στον Ιερό ΝαόΚοιμήσεως της Θεοτόκου χοροστατούντος του μητροπολίτη Δημητριάδος και Αλμυρού, κ. Ιγνατίου.

«Πώς είναι η γυναίκα μου; Είναι καλά;»

Σημειώνεται ότι ο 31χρονος μακελάρης, ένα 24ωρο αργότερα, ρωτούσε τόσο το δικηγόρο του όσο και τους αστυνομικούς στο χώρο όπου κρατείται μέχρι την απολογία του αύριο για τα δύο αδέλφια, δείχνοντας, ή προσπαθώντας να δείξει, ότι δεν έχει συνειδητοποιήσει τι έχει κάνει: «Πως είναι; Βελτιώθηκε η υγεία τους; Είναι καλά;».

Στο χωριό που γύρισε ταινία ο Φίνος το 1968

Το πανέμορφο χωριό της Μακρινίτσας ήταν το σκηνικό που επέλεξε ο Φιλοποίμην Φίνος το 1968 για να γυρίσει την ταινία του «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά», με την Αλίκη Βουγιουκλάκη στο ρόλο της δασκάλας και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο ρόλο του ήρωα Στέφανου. Μάλιστα, στο ίδιο εκκλησάκι που έγινε ο γάμος των δύο πρωταγωνιστών, χθες, έπεσε η αυλαία σε μία από τις πλέον συγκλονιστικές οικογενειακές τραγωδίες που έχουν σημειωθεί στη χώρα.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time