«Πληρώθηκα 210 ευρώ. Μόλις βγήκα από το ραντεβού ένιωθα πολύ άσχημα. Έδωσα όλα τα χρήματα στον Ηλία. Είχαμε αποφασίσει ότι όλα τα χρήματα που θα βγάζω θα του τα δίνω και ό,τι ήθελα θα μου το έπαιρνε αυτός». Έτσι περιέγραψε η 17χρονη Αμάντα τον τρόπο με τον οποίο ένας Αλβανός προαγωγός την έβγαλε στην πορνεία, μέσω γνωστού site γνωριμιών, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Εύα».

Η κόλαση για την ανήλικη ξεκίνησε πριν από περίπου ένα μήνα, όταν το έσκασε από το ίδρυμα που φιλοξενούνταν και περιφερόταν στους δρόμους κοντά στην Ομόνοια, όπου την εντόπισε ο 58χρονος Αλβανός.

Με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες περιγράφει τα όσα βίωσε

Στην κατάθεσή της περιγράφει με λεπτομέρειες τον εφιάλτη της κι, όπως λέει, όλα ξεκίνησαν όταν ο δράστης την προσέγγισε ερωτικά και ανέπτυξαν μια πρώτη σχέση, αλλά μετά από λίγο καιρό ξεκίνησαν οι απειλές καθώς της έλεγε πως «αν με καρφώσεις, θα σε βρούμε».

«Ήταν αρκετά ζηλιάρης. Αρκετές φορές τσακωνόμασταν τόσο γιατί νόμιζε ότι τον κεράτωνα όσο και γιατί εγώ δεν ήθελα να δουλέψω σαν εκδιδόμενη. Στην αρχή, όταν ξεκινήσαμε να μένουμε μαζί, είχα επικοινωνία και επαφή με δυο φίλες μου. Εκείνος όμως ήταν αρκετά ζηλιάρης και μου έλεγε πως πρέπει να σταματήσω να τις βλέπω. Όταν τσακωνόμασταν σήκωνε το χέρι του και με χτυπούσε κυρίως στο πρόσωπο, αλλά και τα πόδια. Ήταν ιδιαίτερα νευρικός ενώ κάποιες φορές έπινε αλκοόλ και ναρκωτικά. Με τον καιρό επειδή δεν άντεχα τους καβγάδες δεν έβγαινα μόνη μου με τα κορίτσια και πήγαινα παντού μαζί του», είπε στους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων της Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής και συνέχισε:

«Φοβόμουν γιατί έχω δει τους φίλους του»

«Επίσης μου έλεγε ότι αν τον παρατήσω και τον καρφώσω στην Αστυνομία είτε αυτός είτε οι φίλοι του θα με βρουν και δεν θα μπορώ να κρυφτώ πουθενά. Φοβόμουν γιατί έχω δει τους φίλους του, ήταν όλοι Αλβανοί και φυλακόβιοι, όποτε ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι αυτές οι απειλές θα τις κάνει πράξη και δεν θα μπορώ να κρυφτώ πουθενά. Επίσης ο Ηλίας με είχε απειλήσει με όπλο που είχε μέσα στο σπίτι. Όταν δεν άντεχα το ξύλο τις πιέσεις τις απειλές, είπα στις φίλες μου με τις οποίες είχα ξεκινήσει να μιλάω λίγο ότι θα τον αφήσω και δεν αντέχω άλλο. Ντρεπόμουν να τους πω για τη δουλειά που με είχε βάλει να κάνω και δεν ήθελα να το συζητάει ούτε με τους φίλους του».

Όσον αφορά τον τρόπο που λειτουργούσε το «γραφείο», η Αμάντα είπε: «Τη Δευτέρα το μεσημέρι με κάλεσε η τηλεφωνήτρια του γραφείου και μου είπε ότι έκλεισε το πρώτο ραντεβού μου σε ξενοδοχείο στο Παγκράτι. Ο άνδρας που θα ερχόταν στο ραντεβού ήταν ηλικιωμένος και καλός πελάτης του γραφείου, οπότε θα έπρεπε να είμαι ιδιαίτερα προσεκτική μαζί του, στη συνέχεια μου ζήτησε το τηλέφωνο του Ηλία για να μιλήσουν μέσω Viber για τα διαδικαστικά. Πιο συγκεκριμένα του είπε ότι θα έπρεπε να της στέλνει μήνυμα όταν μπαίνω και όταν βγαίνω από το ραντεβού, οι συνομιλίες θα γίνονται μέσω viber και κάθε δυο μέρες κατόπιν συνεννόησης θα συναντιόμαστε με τον Δημήτρη και θα του δίνουμε τα λεφτά που αντιστοιχούν στο γραφείο ανάλογα με τα ραντεβού που έχω κάνει».

Κατηγορείται και ο ιδιοκτήτης του σάιτ

Σύμφωνα με τη δικογραφία της υπόθεσης, εκτός από τον Αλβανό που συνελήφθη, κατηγορίες αντιμετωπίζει ο ιδιοκτήτης του σάιτ -με τον οποίο ο συλληφθείς διατηρούσε φιλικές σχέσεις- αλλά και η… τηλεφωνήτρια. Όπως αναφέρουν πληροφορίες, τα δύο άτομα αναζητούνται από τους αστυνομικούς.

Τη βίαζε ο ετεροθαλής αδερφός της

Η ίδια είχε αρκετά δύσκολα παιδικά χρόνια καθώς τη βίαζε ο ετεροθαλής αδελφός της, ενώ ο πατριός της την παρενοχλούσε και τη χτυπούσε. «Γεννήθηκα σε μια πόλη της Ρουμανίας όπου μεγάλωσα μέχρι τα τέσσερα περίπου χρόνια μου. Έχω ακόμη πέντε αδέρφια, δύο μεγαλύτερα από μένα και τρία μικρότερα ετεροθαλή, από διαφορετικό πατέρα. Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα ποτέ και τα πρώτα χρόνια στη Ρουμανία εγώ και τα δυο μεγαλύτερα μου αδέρφια μεγαλώσαμε με τη γιαγιά της μαμάς μου καθώς η μητέρα μου είχε φύγει για την Ελλάδα προκειμένου να βρει δουλειά», είπε η Αμάντα στους αστυνομικούς σχετικά με το παρελθόν της.

«Όταν επέστρεψε η μητέρα μου από την Ελλάδα, μας πήρε μαζί της και μέναμε όλοι μαζί στον Πειραιά. Επίσης η μαμά μου είχε βρει και έναν άλλο σύντροφο με τον οποίο απέκτησε τα υπόλοιπα τρία αδέρφια μου και μεγαλώσαμε όλοι μαζί με τη μαμά του πατριού μου. Υπήρχαν πάντοτε προβλήματα στη σχέση μας καθώς ο μεγάλος μου αδερφός με βίαζε μέχρι τα δώδεκα μου χρόνια, ενώ ο πατριός μου με παρενοχλούσε σεξουαλικά και με χτυπούσε».

Η ίδια αποφάσισε, μετά από συζητήσεις με τις φίλες της, να καλέσει το «Χαμόγελο του Παιδιού». Έχει φιλοξενηθεί και σε ιδρύματα, αλλά και από εκεί το είχε σκάσει. Η Αμάντα είχε εξαφανιστεί για πρώτη φορά από Δομή Φιλοξενίας στην Αγία Παρασκευή, όταν αναζητείτο με άλλα δύο κορίτσια. Τότε αναζητούνταν επίσης η Πελαγία, 15 ετών, και η Σάλη 13 ετών. Λίγο αργότερα, η Αμάντα εξαφανίστηκε πάλι από τη Δομή Φιλοξενίας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Τελευταία φορά που εξαφανίστηκε ήταν στις 3 Ιουνίου.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time