Την επέκταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού στους υπηρετούντες των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας σχεδιάζει να έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση έως τα μέσα Οκτωβρίου. Η διαδικασία θα είναι πιο σύνθετη, αφού λόγω της φύσης του λειτουργήματός τους δεν δικαιούνται να επιδείξουν απείθεια, γι’ αυτό σε περίπτωση μη συμμόρφωσής τους πιθανολογείται ότι θα επηρεαστεί η βαθμολογική-μισθολογική τους κατάσταση. Ακολούθως, σειρά θα λάβουν οι υπάλληλοι υπηρεσιών συναλλαγής με το κοινό σε Δημόσιο, ΔΕΚΟ και ιδιωτικό τομέα, καθώς και οι εργαζόμενοι σε καταστήματα λιανικής, τα οποία -ανεξαρτήτως καιρικών συνθηκών- λειτουργούν σε κλειστούς χώρους. Σύμφωνα με πληροφορίες των «Παραπολιτικών», οι 250.000 εργαζόμενοι στην εστίαση και την ψυχαγωγία θα εμβολιαστούν τις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου, όπως και το προσωπικό διανομής (delivery). Στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όπου το ποσοστό των εμβολιασμένων δασκάλων και καθηγητών ανέρχεται περίπου στο 82%-85%, η όποια απόφαση θα ληφθεί μετά τις 20 Σεπτεμβρίου, όταν εξαχθούν συμπεράσματα για τον βαθμό μετάδοσης του ιού στις αίθουσες και στα σχολικά προαύλια. Επί τούτου και για την αποφυγή των συνεπειών, η υπουργός Παιδείας, Ν. Κεραμέως, έχει δηλώσει ότι από την επόμενη Δευτέρα, 13 Σεπτεμβρίου, όταν χτυπήσει το πρώτο κουδούνι, μαθητές, εκπαιδευτικοί και διοικητικοί θα κινούνται παντού μέσα στο σχολείο μόνο με μάσκες, ενώ θα αυξηθούν και τα τεστ. Για τους φοιτητές και τους πανεπιστημιακούς, που επανέρχονται στα αμφιθέατρα 1,5 έτος μετά, προβλέπονται ενισχυμένα πρωτόκολλα προστασίας, καθώς και δημιουργία χώρων εμβολιασμού τους στις σχολές, δηλαδή κάτι αντίστοιχο με την τοποθέτηση κινητών μονάδων του ΕΟΔΥ σε πλατείες και εκκλησίες. Ορισμένες εκτιμήσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας αναφέρουν ότι έχει εμβολιαστεί μεγάλο ποσοστό καθηγητών, άνω του 75%, αλλά πολύ χαμηλό φοιτητών, κάτω του 20%.

 Δωρεάν τεστ

 Ανάλογα με την πορεία της πανδημίας θα κριθεί αν μπορεί να εφαρμοστεί το «γαλλικό μοντέλο» απαγόρευσης της χρήσης του μετρό και των άλλων μέσων σταθερής τροχιάς από τους ανεμβολίαστους, όπως και η χορήγηση δωρεάν τεστ στους εμβολιασμένους. Οπως επεσήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γ. Οικονόμου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση των «Π», η πρόταση αυτή αξιολογείται συνεχώς, με δεδομένο ότι και οι εμβολιασμένοι νοσούν. Την ίδια στιγμή, το ποσοστό των ανεμβολίαστων στην Αστυνομία κυμαίνεται στο 28% έως 29% πανελλαδικά και στο 43% έως 45% στην Αττική. Στο Πυροσβεστικό Σώμα, το ποσοστό των εμβολιασμένων ανέρχεται σε 57%, ενώ σε αυτούς που θεωρούνται ενεργοί είναι και εκείνοι που έχουν νοσήσει. Υπάρχει ένα ποσοστό όμως της τάξης του 10%-15% που προβληματίζει, καθώς πρόκειται για αμετάπειστους στο να εμβολιαστούν, ακόμη και να κάνουν self test. Επίσης, αρκετοί νέοι αστυνομικοί σε υπηρεσίες πρώτης γραμμής εκτιμούν ότι ο ιός δεν αποτελεί κίνδυνο για εκείνους και παραμένουν ανεμβολίαστοι σε ποσοστό άνω του 60%. Πολύ καλύτερη είναι η εικόνα στις Ένοπλες Δυνάμεις, κυρίως στα στρατόπεδα, στις αεροπορικές βάσεις και στα πολεμικά πλοία, όπου τα μεγέθη των πλήρως εμβολιασμένων είναι πάνω από τον απαιτούμενο αριθμό για το χτίσιμο του τείχους ανοσίας. Εδώ η αναγκαστική ρύθμιση θα ισχύσει κυρίως εξατομικευμένα και με ηλικιακά κριτήρια για όσους υπηρετούν στις κεντρικές διοικήσεις (υπουργείο Εθνικής Άμυνας κ.τ.λ.)

 Συνέπειες

 Στην περίπτωση εργαζομένων σε φορείς του δημόσιου τομέα, με απόφαση του επικεφαλής του φορέα επιβάλλεται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, το ειδικό διοικητικό μέτρο της αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας. Κατά τον χρόνο αναστολής καθηκόντων, ο οποίος δεν λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δεν καταβάλλονται αποδοχές. Με τη συμπλήρωση 14 ημερών από την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, η αναστολή αίρεται με όμοια απόφαση. Η απόφαση εφαρμόζεται και σε συμβάσεις έργου, παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών και σε συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας δανειζόμενου προσωπικού ή προσωπικού που συμβάλλεται με εργολάβο. Στον εργοδότη που απασχολεί προσωπικό, κατά παράβαση των νέων διατάξεων επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο 10.000 ευρώ για κάθε παράβαση και έως 50.000 ευρώ και, σε περίπτωση υποτροπής, που διαπιστώνεται σε επανέλεγχο, 20.000 ευρώ για κάθε παράβαση και έως 200.000 ευρώ Η εφαρμογή του νόμου επαναξιολογείται έως τις 31/10/2021 και θα ισχύσει έως τον Μάρτιο του 2022.