Για τους τρεις σεισμούς μεγέθους πάνω από 6 Ρίχτερ που έχουν σημειωθεί τις τελευταίες 23 μέρες και για την εύλογη ανησυχία που προκαλούν στην κοινή γνώμη μίλησε ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γεράσιμος Χουλιάρας.

Ο καθηγητής είχε αναφερθεί στην επικινδυνότητα της περιοχής του ελληνικού τόξου (ξεκινά από την περιοχή της Κεφαλονιάς – Ζακύνθου, περνά από τα Κύθηρα, την Κρήτη, την Κάρπαθο και καταλήγει στη Ρόδο) τον περασμένο Ιούλιο, πριν τον μεγάλο σεισμό της 27ης Σεπτεμβρίου στο Αρκαλοχώρι στην Κρήτη.

«Στην Ελλάδα έχουμε ισχυρές σεισμικές δονήσεις δύο φορές το χρόνο, Υπενθυμίζω: 6,8 Ρίχτερ στη Ζάκυνθο το 2018, 6,7 Ρίχτερ σε Σάμο και Κω το 2017, 6,1 Ρίχτερ στη Λευκάδα το 2016», είπε μιλώντας στο Πρώτο Θέμα ο κ. Χουλιάρας, υπογραμμίζοντας ότι το φαινόμενο των ισχυρών σεισμών δεν είναι σπάνιο.

Οι ενδείξεις που υπήρχαν

Ο ίδιος έσπευσε να υπενθυμίσει, αναφερόμενος στα σεισμολογικά στοιχεία που είχε στη διάθεσή του ήδη από τον περασμένο Ιούλιο, ότι υπήρχαν ενδείξεις πως κάτι δεν πήγαινε καλά στην περιοχή της Κρήτης, με τον ίδιο να δηλώνει ότι «δεν με είχαν καλέσει στην Επιτροπή Σεισμικού Κινδύνου για να τους παρουσιάσω τα στοιχεία».

«Είχαμε τρία σεισμικά γεγονότα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο σεισμός δεν είναι ένα φαινόμενο που μπορεί κανείς να το σταματήσει, ωστόσο το »κλειδί» βρίσκεται στην αντιμετώπιση με σωστή δόμηση. Τα κτίρια της επαρχίας βρίσκονται σε απαράδεκτη κατάσταση. Είναι μια περίοδος αυξημένης σεισμικής δραστηριότητας που μας λέει ότι πρέπει να βρισκόμαστε σε επιφυλακή τόσο εμείς, όσο φυσικά και η Πολιτική Προστασία», δήλωσε ο καθηγητής. Πρόσθεσε ακόμα ότι: «Διανύουμε, όντως, περίοδο έντονων σεισμών».

«Χρειάζεται αυξημένη προσοχή ο χώρος με λεπτομερή παρακολούθηση και καθημερινή ανάλυση της σεισμικότητας», προειδοποίησε.

«Πρέπει να αλλάξει ο αντισεισμικός κανονισμός»

Ο κ. Χουλιάρας χαρακτήρισε, επίσης, θετική εξέλιξη το γεγονός ότι απελευθερώνονται τόσο μεγάλες και ισχυρές τάσεις στην περιοχή. «Το φαινόμενο βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία αλλά πρέπει να αλλάξει ο αντισεισμικός κανονισμός».

Όλα τα τελευταία σεισμικά φαινόμενα, όπως σημείωσε ο καθηγητής, αφορούν περιοχές που διαπερνά το ελληνικό τόξο, ενώ διευκρίνισε ότι το «τριπλό» σεισμικό φαινόμενο δεν είναι σε καμία περίπτωση σπάνιο, υπενθυμίζοντας και την πρόσφατη ισχυρή σεισμική δόνηση των 7 Ρίχτερ στη Σάμο στις 30 Οκτωβρίου του 2020.

«Όλη η διέγερση ξεκίνησε από τη σεισμική δόνηση στη Σάμο», αποκάλυψε. Χαρακτηριστικό της ισχύος της, ήταν ότι έγινε ιδιαίτερα αισθητή και στην Αττική, αλλά και σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής και νησιωτικής χώρας, ενώ είχε μεγάλη διάρκεια.

«Οι δύο τελευταίες σεισμικές δονήσεις στη χώρα μας πριν από λίγες ημέρες είναι σε γειτονικά ρήγματα του ελληνικού τόξου, πάνω στην περιοχή σύγκλισης των λιθοσφαιρικών πλακών σε γειτονικά ρήγματα της περιοχής υποβύθισης της αφρικανικής πλάκας κάτω από ευρασιατική, δηλαδή την πλάκα του Αιγαίου. Όλοι αυτοί οι σεισμοί που συμβαίνουν στην περιοχή του τόξου υπόκεινται στους ίδιους κανόνες. Ο χθεσινός σεισμός είναι κι αυτός στο ίδιο πλαίσιο σύγκλισης των λιθοσφαιρικών πλακών. Το ελληνικό τόξο είναι η περιοχή που συναντιούνται η ευρασιατική με την αφρικανική πλάκα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα κάποιες αυξημένες τάσεις εντός του ελληνικού χώρου για τη γένεση ισχυρών σεισμών», τόνισε.

Τι προκάλεσε τους ισχυρούς σεισμούς στην Κρήτη

Με απλά λόγια, οι σεισμοί στην Κρήτη οφείλονται στη σύγκρουση δύο αχανών κομματιών γης: Της Αφρικανικής και της Ευρασιατικής πλάκας. Καθώς κινούνται με αντίθετη φορά η μία προς την άλλην, η Αφρικανική πλάκα βυθίζεται κάτω από την Ευρασιατική, σε μια διεργασία που εξελίσσεται ακατάπαυστα επί εκατομμύρια χρόνια.

Τέλος, ο Γεράσιμος Χουλιάρας υπογράμμισε ότι η απόκτηση γνώσεων για τη σωστή αντιμετώπιση του φαινομένου του σεισμού και οι δράσεις που γίνονται, σε μία χώρα με συνεχή σεισμική δραστηριότητα όπως η Ελλάδα, πρέπει να ξεκινά από τα πρώτα σχολικά χρόνια. Ο καθηγητής είπε ότι έχει καταφέρει να υλοποιεί μαθήματα σεισμογραφίας σε σχολικά τμήματα, γνωρίζοντας στα παιδιά τα σεισμόμετρα.

Ο ίδιος θεωρεί απαραίτητο η ενημέρωση των μαθητών σε θέματα αντισεισμικής προστασίας να αποτελεί μέρος της καθημερινής σχολικής διαδικασίας.