ΕΛΛΑΔΑ
Πριν 13 λεπτά
Πάτρα: Ανατριχιαστική κατάθεση της 14χρονης για την κακοποίηση από τον 47χρονη προπονητή πυγμαχίας
Συγκλονιστική υπόθεση
Συγκλονίζει με την κατάθεσή της η 14χρονη που κατήγγειλε για σεξουαλική κακοποίηση τον 47χρονο προπονητή της στην πυγμαχία. Οι δικαστές έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν τους και την αναφορά της παιδοψυχιάτρου και έτσι με ψήφους 2 έναντι 1 αποφάσισαν την προφυλάκιση.
Ειδικότερα η 14χρονη κατέθεσε: «Σε όλο το σώμα αλλά κυρίως από τη μέση και κάτω και όλο και περισσότερη ώρα, αλλά εγώ δεν του είπα τίποτα γιατί δεν ήξερα τι να κάνω εκείνη την ώρα» επισημαίνοντας ότι «την ακουμπούσε σε όλες τις περιοχές του σώματός της».
Ερωτηθείς από το προανακριτικό υπάλληλο για το αν τα εν λόγω αγγίγματα ήταν στο πλαίσιο της προπόνησης, εκείνη κατηγορηματικά απάντησε αρνητικά, αιτιολογώντας ότι «την ακουμπούσε κάτω από τη μέση και ήταν πιο έντονο».
Το κορίτσι αναφέρει ότι «αρχικά τη χάιδευε παντού και εν συνεχεία την πίεζε με το χέρι του σκοπεύοντας πάνω από τα ρούχα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού ακόμη πιο έντονα, ενώ κάποια στιγμή επιχείρησε να της αφαιρέσει την μπλούζα. Ταυτόχρονα, δε, τη θώπευε σε όλο της το σώμα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού και είχε κολλήσει το σώμα του πάνω, της ανέφερε ότι έχει πάρα πολύ ωραίο σώμα».
Η ανήλικη στην κατάθεσή της επισημαίνει ότι «καθ’ όλη τη διάρκεια που τη θώπευε είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της, ενώ η ίδια δεν έβλεπε το πρόσωπό του γιατί αυτός βρισκόταν από πίσω της και την άγγιζε». Ερωτηθείσα σχετικά με το πόση ώρα τη θώπευε εκείνη απάντησε ότι διήρκεσε περίπου μισή ώρα. Μάλιστα, ανέφερε ότι «κάθε φορά που ερχόταν κάποιος στον χώρο ή ανεβοκατέβαιναν οι γυναίκες που έκαναν γυμναστική, εκείνος απομακρυνόταν από αυτή και εν συνεχεία μετά την αποχώρηση των οποίων τρίτων προσώπων την ξαναπλησίαζε». Το προαναφερθέν συνέβη περίπου τρεις ή τέσσερις φορές.
Η 14χρονη τρομοκρατημένη από το συμβάν αυτό δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, προσποιείτο ότι δεν αντιλαμβανόταν τι ακριβώς συμβαίνει και ανέμενε μέχρι να ολοκληρωθεί το μάθημα για να αποχωρήσει. Η 14χρονη, εν συνεχεία, αποχώρησε και ενώ βρισκόταν καθοδόν άρχισε να κλαίει και τηλεφώνησε στον συνομήλικο φίλο της αναφέροντας το συμβάν.
Εκείνος την παρότρυνε να ηρεμήσει και να μιλήσει στη μητέρα της, μολονότι αυτή φοβόταν ότι η μητέρα της μόλις πληροφορηθεί το συμβάν δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει το άθλημα της πυγμαχίας. Ομως ο φίλος της επεσήμανε ότι αν δεν το αναφέρει στη μητέρα της, θα την ενημερώσει εκείνος.
Ακολούθως η μαθήτρια επικοινώνησε τηλεφωνικά με τη μητέρα της, η οποία αντιλήφθηκε ότι η κόρη της δεν ήταν καλά, την πήγε μια βόλτα με το αυτοκίνητό της, όπου κλαίγοντας είπε στη μητέρα της ότι θέλει να αλλάξει γυμναστήριο και της εξιστόρησε τι ακριβώς είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της προπόνησης.
Η 14χρονη, στο τέλος της κατάθεσής της, εξέφρασε τους φόβους της μήπως ο κατηγορούμενος, ο οποίος την είδε έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα και την έδειξε και σε άλλους από τη σχολή, υπάρχει περίπτωση να τη βλάψει, ενώ επιπλέον εξέφρασε την επιθυμία της να μην τον ξαναδεί ποτέ.
Τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις από την ανήλικη δεν παρουσιάζουν ανακρίβειες. Η μη λεκτική συμπεριφορά της ανήλικης κατά τη διάρκεια των διαφορετικού τύπου ερωτήσεων, φανερώνει την αμηχανία και την αγωνία της να ανακαλέσει πάλι στη μνήμη της, τα δυσάρεστα για αυτήν γεγονότα. Μίλησε όμως για τις αναφερόμενες καταγγελλόμενες πράξεις εις βάρος της με αυθόρμητο λόγο, σταθερή φωνή και ελεύθερη αφήγηση και ανάκληση, πράγμα που παράγει τις πιο αξιόπιστες πληροφορίες.
Οι λεπτομέρειες που αναφέρει η ανήλικη, κρίνονται επαρκείς για την τεκμηρίωση των καταγγελομένων πράξεων. Τα λεγόμενά της σε σχέση με τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις κρίνονται αξιόπιστα».
Ειδικότερα η 14χρονη κατέθεσε: «Σε όλο το σώμα αλλά κυρίως από τη μέση και κάτω και όλο και περισσότερη ώρα, αλλά εγώ δεν του είπα τίποτα γιατί δεν ήξερα τι να κάνω εκείνη την ώρα» επισημαίνοντας ότι «την ακουμπούσε σε όλες τις περιοχές του σώματός της».
Ερωτηθείς από το προανακριτικό υπάλληλο για το αν τα εν λόγω αγγίγματα ήταν στο πλαίσιο της προπόνησης, εκείνη κατηγορηματικά απάντησε αρνητικά, αιτιολογώντας ότι «την ακουμπούσε κάτω από τη μέση και ήταν πιο έντονο».
Το κορίτσι αναφέρει ότι «αρχικά τη χάιδευε παντού και εν συνεχεία την πίεζε με το χέρι του σκοπεύοντας πάνω από τα ρούχα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού ακόμη πιο έντονα, ενώ κάποια στιγμή επιχείρησε να της αφαιρέσει την μπλούζα. Ταυτόχρονα, δε, τη θώπευε σε όλο της το σώμα στα γεννητικά όργανα και στην περιοχή του πρωκτού και είχε κολλήσει το σώμα του πάνω, της ανέφερε ότι έχει πάρα πολύ ωραίο σώμα».
Η ανήλικη στην κατάθεσή της επισημαίνει ότι «καθ’ όλη τη διάρκεια που τη θώπευε είχε κολλήσει το σώμα του πάνω της, ενώ η ίδια δεν έβλεπε το πρόσωπό του γιατί αυτός βρισκόταν από πίσω της και την άγγιζε». Ερωτηθείσα σχετικά με το πόση ώρα τη θώπευε εκείνη απάντησε ότι διήρκεσε περίπου μισή ώρα. Μάλιστα, ανέφερε ότι «κάθε φορά που ερχόταν κάποιος στον χώρο ή ανεβοκατέβαιναν οι γυναίκες που έκαναν γυμναστική, εκείνος απομακρυνόταν από αυτή και εν συνεχεία μετά την αποχώρηση των οποίων τρίτων προσώπων την ξαναπλησίαζε». Το προαναφερθέν συνέβη περίπου τρεις ή τέσσερις φορές.
Η 14χρονη τρομοκρατημένη από το συμβάν αυτό δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, προσποιείτο ότι δεν αντιλαμβανόταν τι ακριβώς συμβαίνει και ανέμενε μέχρι να ολοκληρωθεί το μάθημα για να αποχωρήσει. Η 14χρονη, εν συνεχεία, αποχώρησε και ενώ βρισκόταν καθοδόν άρχισε να κλαίει και τηλεφώνησε στον συνομήλικο φίλο της αναφέροντας το συμβάν.
Εκείνος την παρότρυνε να ηρεμήσει και να μιλήσει στη μητέρα της, μολονότι αυτή φοβόταν ότι η μητέρα της μόλις πληροφορηθεί το συμβάν δεν θα της επιτρέψει να συνεχίσει το άθλημα της πυγμαχίας. Ομως ο φίλος της επεσήμανε ότι αν δεν το αναφέρει στη μητέρα της, θα την ενημερώσει εκείνος.
Ακολούθως η μαθήτρια επικοινώνησε τηλεφωνικά με τη μητέρα της, η οποία αντιλήφθηκε ότι η κόρη της δεν ήταν καλά, την πήγε μια βόλτα με το αυτοκίνητό της, όπου κλαίγοντας είπε στη μητέρα της ότι θέλει να αλλάξει γυμναστήριο και της εξιστόρησε τι ακριβώς είχε συμβεί κατά τη διάρκεια της προπόνησης.
Η 14χρονη, στο τέλος της κατάθεσής της, εξέφρασε τους φόβους της μήπως ο κατηγορούμενος, ο οποίος την είδε έξω απ’ το αστυνομικό τμήμα και την έδειξε και σε άλλους από τη σχολή, υπάρχει περίπτωση να τη βλάψει, ενώ επιπλέον εξέφρασε την επιθυμία της να μην τον ξαναδεί ποτέ.
Η πραγματογνωμοσύνη της παιδοψυχιάτρου
Η παιδοψυχίατρος του Καραμανδανείου η οποία εξέτασε την ανήλικη αναφέρει στο pelop.gr: «Πρόκειται για καλά ανεπτυγμένο σωματικά για την ηλικία του κορίτσι με φυσικό νοητικό δυναμικό περιποιημένο και συμπαθητικό με καλή συναισθηματική και βλεμματική επαφή. Ο λόγος της ανήλικης είναι αυθόρμητος, πλούσιος και η ροή του συνεχής, ενώ η σκέψη της είναι συγκροτημένη και αντιληπτική ικανότητα πολύ καλή γνωστική μνημονική γλωσσική ικανότητα ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα και δεν παρουσιάζει ψυχοπαθολογία.Τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις από την ανήλικη δεν παρουσιάζουν ανακρίβειες. Η μη λεκτική συμπεριφορά της ανήλικης κατά τη διάρκεια των διαφορετικού τύπου ερωτήσεων, φανερώνει την αμηχανία και την αγωνία της να ανακαλέσει πάλι στη μνήμη της, τα δυσάρεστα για αυτήν γεγονότα. Μίλησε όμως για τις αναφερόμενες καταγγελλόμενες πράξεις εις βάρος της με αυθόρμητο λόγο, σταθερή φωνή και ελεύθερη αφήγηση και ανάκληση, πράγμα που παράγει τις πιο αξιόπιστες πληροφορίες.
Οι λεπτομέρειες που αναφέρει η ανήλικη, κρίνονται επαρκείς για την τεκμηρίωση των καταγγελομένων πράξεων. Τα λεγόμενά της σε σχέση με τα αναφερόμενα γεγονότα ή καταστάσεις κρίνονται αξιόπιστα».