Αφορµή για το ξέσπασµα µιας διαρκούς κόντρας µε θεσµικά και επιχειρησιακά χαρακτηριστικά µεταξύ του Κώστα Μπακογιάννη και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου αποτέλεσαν οι προσωπικές ενέργειες του δηµάρχου Αθηναίων για την οριστική παύση της λειτουργίας της δοµής του Ελαιώνα, όπου φιλοξενούνταν πρόσφυγες και µετανάστες, οι οποίοι είχαν υποβάλει αίτηµα για την εξασφάλιση ασύλου.

Πρόκειται για ένα ζήτηµα που είχε προκύψει από το περασµένο φθινόπωρο, όταν και ο δήµος της πρωτεύουσας διεµήνυσε επισήµως σε όλους τους τόνους πως είναι πλέον αδιανόητο να συνεχίσει να υφίσταται µια δοµή η οποία συνιστά τη µοναδική αυτού του είδους που παραµένει εγκατεστηµένη εντός του αστικού ιστού.

Πολλώ δε µάλλον από τη στιγµή που βρίσκουν καταφύγιο στον χώρο αυτόν και µετανάστες οι οποίοι κάθε άλλο παρά υπόκεινται στις προβλέψεις περί ασύλου. Για τον λόγο αυτόν υπήρξαν διαδοχικές κατ’ ιδίαν συζητήσεις του Κώστα Μπακογιάννη τόσο µε την πλευρά του Μεγάρου Μαξίµου (µε τον ίδιο τον πρωθυπουργό να έχει άµεση γνώση) όσο και µε τους Νότη Μηταράκη και Σοφία Βούλτεψη.

Στις εν λόγω συναντήσεις, ο αρµόδιος υπουργός εξέφρασε τον προβληµατισµό του σχετικά µε τους τόπους µεταφοράς των ανθρώπων που διαβιούν στον Ελαιώνα, µε τον δήµαρχο να αντιτείνει τον διαµερισµό τους ανά την ελληνική περιφέρεια. Τελικώς, κατόπιν επανειληµµένων ανακοινώσεων της δηµοτικής Αρχής, αποφασίστηκε να κλείσει η δοµή µέσα σε διάστηµα λίγων µηνών.

«Η Αθήνα έχει πληρώσει πολύ ακριβά τις προχειρότητες, τις αστοχίες και τα λάθη στη διαχείριση του Προσφυγικού. Από το 2015 έχει σηκώσει δυσανάλογα µεγάλο βάρος και έχει κάνει περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Σήµερα, υπάρχουν γειτονιές που έχουν ξεπεράσει το όριο του κορεσµού, µε πολλαπλές συνέπειες για τη ζωή στην πόλη.

Γειτονιές που συνεχίζουν να επιβαρύνονται λόγω της πολιτικής που ακολουθείται για την αποσυµφόρηση των νησιών», σηµειώνει στα «Π» ο Κώστας Μπακογιάννης και προσθέτει: «Από τα τέλη Οκτωβρίου ζητούµε η Πολιτεία να καταρτίσει τη δική της, ειδική στρατηγική διαχείρισης του Προσφυγικού - Μεταναστευτικού στην πρωτεύουσα, καθώς ο ∆ήµος Αθηναίων έχει ήδη υπερβεί τις δικές του αρµοδιότητες.

Σε κάθε περίπτωση, αναγκαία προϋπόθεση είναι το κλείσιµο της δοµής του Ελαιώνα, καθώς στερεί την ουσιαστική προστασία των ανθρώπων που παραµένουν εκεί, χωρίς να τους προσφέρει καµία λύση ή προοπτική. Μιας δοµής που εξάντλησε και χρονικά και λειτουργικά τις δυνατότητές της».

Λύση ανάγκης

Καταλήγοντας, ο δήµαρχος Αθηναίων αναφέρει πως «ο Ελαιώνας επιλέχθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. ως λύση ανάγκης το 2015, όταν οι ροές των προσφύγων ήταν τεράστιες και η πίεση στα νησιά µας, αφόρητη. Τότε είχε δυναµική 700 ατόµων. Στο πέρασµα του χρόνου εξελίχθηκε σε µια φαβέλα 2.500 ανθρώπων, σε µια απόσταση, µάλιστα, µόλις 2 χιλιοµέτρων από την Πλατεία Οµονοίας.

Ο Ελαιώνας έχει κλείσει τον κύκλο του. Για αυτό και ενηµερώσαµε αρµοδίως πως ο ∆ήµος Αθηναίων δεν θα ανανεώσει τη σύµβαση παραχώρησης του χώρου. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Με ικανοποίηση αποδεχθήκαµε τη δέσµευση του υπουργού πως µέχρι το καλοκαίρι ο Ελαιώνας θα έχει αποδοθεί για ανάπλαση, προς όφελος της κοινωνικής και οικονοµικής ζωής της Αθήνας».

Οπως γίνεται αντιληπτό, στη συνθήκη της επανεµφάνισης των ανθρώπων σε περιοχές που έχουν ταυτιστεί µε το µεταναστευτικό πρόβληµα συντέλεσε καθοριστικά το εγχείρηµα της απόλυτα επιβεβληµένης αποφόρτισης των δοµών στα ακριτικά νησιά και στον Εβρο.

Ο υπουργός Νότης Μηταράκης επισηµαίνει σε κάθε ευκαιρία σε συνοµιλητές του πως επί διακυβέρνησης Ν.∆. έχουν δοθεί ήδη 50.000 διαβατήρια σε πρόσφυγες και µετανάστες που αποχώρησαν από τις ακριτικές δοµές, προκειµένου να ταξιδέψουν σε άλλες χώρες, αναγνωρίζοντας βεβαίως ότι το γεγονός αυτό θα ήταν αιτία για την αρχική συγκέντρωση κάποιων εξ αυτών στην πρωτεύουσα.

Τονίζει, δε, ότι το πρόβληµα οξύνεται εξαιτίας και της χρόνιας παρουσίας ανθρώπων που διαβιούν στην Αθήνα και δεν συµπεριλαµβάνονται στις εν λόγω «καταγραφές».