Με τον χειρότερο τρόπο κατέληξε η επιχείρηση αναζήτησης των τριών φίλων έμπειρων ορειβατών αναρριχητών στη χιονισμένη και απόκρημνη οροσειρά του Χελμού, κοντά στο χιονοδρομικό κέντρο των Καλαβρύτων.

Συγκεκριμένα, μετά από πολύωρες έρευνες που ξεκίνησαν τις πρώτες πρωινές ώρες του Σάββατου, το μεσημέρι της Κυριακής εντοπίστηκαν οι σοροί τους στην περιοχή ύδατα της Στυγός. Νεκροί βρέθηκαν ο Αθανάσιος Σωτηρόπουλος, μορφή του ορειβατικού κινήματος στην Πάτρα, ο Ιωάννης Τορέλλι, μέλος του Ορειβατικού Συλλόγου Πατρών και ο Παναγιώτης Πέκος προϊστάμενος του ΕΛΓΑ Κορινθίας, όλοι κάτοικοι Πατρών.

Τα ίχνη χιονοστιβάδας πολύ μεγάλου μεγέθους

Ειδικότερα, το πρωί της Κυριακής ελικόπτερο που συμμετείχε στις έρευνες με εντολή του αχαιού υπαρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος, υποστράτηγου Γιάννη Πετρούτσου, που από την πρώτη στιγμή βρέθηκε στο Συντονιστικό Κέντρο του Πυροσβεστικού Σώματος, εντόπισε ένα κόκκινο κράνος και ένα μπλε μπουφάν, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώνεται ότι πρόκειται για τον εξοπλισμό των αγνοούμενων.

Δίχως καμία καθιυστέρηση δόθηκε σήμα στις επίγειες ορειβατικές δυνάμεις που υπό αντίξοες συνθήκες επιχειρούσαν στην περιοχή, να προσεγγίσουν το σημείο, όπου και βρήκαν τους τρεις μέχρι τότε αγνοούμενους. Στις αναζητήσεις συνέδραμε και το drone που διαθέτει η 6η ΕΜΑΚ Πάτρας.

Από γη και αέρος διαπιστώθηκαν ίχνη χιονοστιβάδας πολύ μεγάλου μεγέθους, στη βάση της ορθοπλαγιάς στα ύδατα της Στυγός, 2χλμ. του Χιονοδρομικού. Πιθανότατα, η συγκεκριμένη χιονοστιβάδα να παρέσυρε τους αναρριχητές, οδηγώντας τους στον θάνατο.

Τουλάχιστον 5 ώρες πεζοπορίας για τους αναρριχητές

Όπως γίνεται γνωστό, περισσότερα από 30 άτομα μεταξύ των οποίων 10 στελέχη της ορειβατικής ομάδας διάσωσης της 6ης ΕΜΑΚ, οδηγοί βουνού φίλοι των αναρριχητών, προσωπικό του χιονοδρομικού κέντρου και μέλη εθελοντικών ομάδων, μετείχαν στην επιχείρηση μεταφοράς των σορών των τριών ορειβατών. Διαδικασία που όπως ανέφεραν πηγές στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» ήταν ιδιαιτέρως δύσκολη και επικίνδυνη για την ασφάλεια των διασωστών. Ο όγκος του χιονιού και η ομίχλη, δυσκόλευε τη βατότητα στο σημείο, ενώ υπήρχε ο κίνδυνος πρόκλησης νέων χιονοστιβάδων. Οι διασώστες μεταφέρονταν από το ερπυστριοφόρο όχημα της ΕΜΑΚ και σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας Πελοπόννησος, από το σημείο που αφήνονταν απαιτούνταν τουλάχιστον 5 ώρες πεζοπορίας για να φθάσουν στην περιοχή που βρίσκονταν οι νεκροί αναρριχητές.

Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το χιονοδρομικό κέντρο Καλαβρύτων, μετά την εύρεση των αναρριχητών ανέφερε «Οι φόβοι για τη χιονοστιβάδα στα ύδατα της Στυγός 2 χλμ. μακριά από τις εγκαταστάσεις του Χιονοδρομικού δυστυχώς επαληθεύτηκαν. Πενθούμε για τους αγαπημένους φίλους. Τα θερμά μας συλλυπητήρια».

Oι τρεις άνδρες, ηλικίας από 50 έως 55 ετών ξεκίνησαν το πρωί του Σαββάτου με τα πόδια από την περιοχή του χιονοδρομικού κέντρου Καλαβρύτων. Στόχος τους, στους υπεύθυνους του Χιονοδρομικού, αλλά και τις Αρχές, συγγενικά τους πρόσωπα, ήταν να φθάσουν στην παγωμένη ορθοπλαγιά από την περιοχή «Μαυρόλιμνη» και στη συνέχεια να αναρριχηθούν σε παγοκαταρρακτη και να επιστρέψουν. Επρόκειτο για μια γνώριμη για εκείνους διαδρομή.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο πάρκινγκ του Χιονοδρομικού, υπάλληλοι εντόπισαν το αυτοκίνητο τους, ωστόσο οι 3 αναρριχητές δεν είχαν δώσει κανένα ίχνος ζωής. Αμέσως σήμανε συναγερμός και άρχισαν οι αναζητήσεις. Το ένα από τα κινητά καλούσε από την πρώτη στιγμή, μέχρι που «έκλεισε» το πρωί της Κυριακής. Επικεφαλής των ερευνών, ήταν ο διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Καλαβρύτων αντιπύραρχος Αναστάσιος Καναβός και ο διοικητής της 6ης ΕΜΑΚ Πάτρας, επιπυραγός Θεόδωρος Φιλιππόπουλος, υπό την καθοδήγηση του συντονιστή επιχειρήσεων πυροσβεστικών υπηρεσιών, υποστράτηγο Νίκο Ρουμελιώτη.