Στουρνάρας για εισβολή στην Ουκρανία: Προβλέπεται περαιτέρω άνοδος σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος διαβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ θα ενεργήσει αναλόγως τον Μάρτιο ή αργότερα προκειμένου να διασφαλίσει το μεσοπρόθεσμο στόχο της σταθερότητας των τιμών
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας προέβλεψε περαιτέρω άνοδο των τιμών φυσικού αερίου εξαιτίας της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ειδικότερα κα ιμιλώντας στο Σεμινάριο Υψηλού Επιπέδου EUROFI 2022, που διοργανώθηκε στο Παρίσι σε συνεργασία με τη γαλλική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, εξήγησε ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες διαταραχές που έχουν σημειωθεί εξαιτίας της πανδημίας, στην πλευρά της προσφοράς οδηγούν βραχυπρόθεσμα σε στασιμοπληθωρισμό, ενώ μεσοπρόθεσμα, όπως είπε, οδηγούν σε αποπληθωρισμό, σε συνάρτηση βεβαίως με την αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας.
«Οι δυσλειτουργίες και διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς που παρατηρούμε, σε συνδυασμό με τις υποστηρικτικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές μας, έχουν διαμορφώσει συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης σε σχέση με την προσφορά. Αυτό έχει συμβεί όχι μόνο στη ζώνη του ευρώ, αλλά και σε μεγάλο μέρος του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν υιοθετήσει πολύ μεγαλύτερης κλίμακας μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης της οικονομίας από ό,τι εμείς. Η υπερβάλλουσα ζήτηση έχει ωθήσει ανοδικά τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων, όπως του πετρελαίου και του φυσικού αερίου» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως τόνισε, δεν είναι τυχαίο ότι η διαταραχή της τιμής τού πετρελαίου συνέπεσε χρονικά με την πανδημική διαταραχή. «Βεβαίως, όσο πλησιάζουμε στο τέλος της πανδημίας, τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού θα μειώνονται -μια διαδικασία που έχει ήδη ξεκινήσει. Σε συνδυασμό με τη σταδιακή εξάλειψη της πλεονάζουσας ζήτησης, η ενεργειακή κρίση αναμένεται να αποκλιμακωθεί. Ωστόσο, η ουκρανική κρίση και η επίλυσή της είναι πιθανόν να καθυστερήσουν αυτή την εξέλιξη. Παρά ταύτα οι μακροοικονομικές προβολές της ΕΚΤ και οι προβλέψεις όλων των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το 2%»
Τέλος ο κ. Στουρνάρας διαβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ θα ενεργήσει αναλόγως τον Μάρτιο ή αργότερα προκειμένου να διασφαλίσει το μεσοπρόθεσμο στόχο της σταθερότητας των τιμών.
Ειδικότερα κα ιμιλώντας στο Σεμινάριο Υψηλού Επιπέδου EUROFI 2022, που διοργανώθηκε στο Παρίσι σε συνεργασία με τη γαλλική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, εξήγησε ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τις υπόλοιπες διαταραχές που έχουν σημειωθεί εξαιτίας της πανδημίας, στην πλευρά της προσφοράς οδηγούν βραχυπρόθεσμα σε στασιμοπληθωρισμό, ενώ μεσοπρόθεσμα, όπως είπε, οδηγούν σε αποπληθωρισμό, σε συνάρτηση βεβαίως με την αποκλιμάκωση της αβεβαιότητας.
«Οι δυσλειτουργίες και διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς που παρατηρούμε, σε συνδυασμό με τις υποστηρικτικές νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές μας, έχουν διαμορφώσει συνθήκες υπερβάλλουσας ζήτησης σε σχέση με την προσφορά. Αυτό έχει συμβεί όχι μόνο στη ζώνη του ευρώ, αλλά και σε μεγάλο μέρος του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, οι οποίες έχουν υιοθετήσει πολύ μεγαλύτερης κλίμακας μέτρα δημοσιονομικής τόνωσης της οικονομίας από ό,τι εμείς. Η υπερβάλλουσα ζήτηση έχει ωθήσει ανοδικά τις τιμές των ενεργειακών προϊόντων, όπως του πετρελαίου και του φυσικού αερίου» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως τόνισε, δεν είναι τυχαίο ότι η διαταραχή της τιμής τού πετρελαίου συνέπεσε χρονικά με την πανδημική διαταραχή. «Βεβαίως, όσο πλησιάζουμε στο τέλος της πανδημίας, τα προβλήματα στις αλυσίδες εφοδιασμού θα μειώνονται -μια διαδικασία που έχει ήδη ξεκινήσει. Σε συνδυασμό με τη σταδιακή εξάλειψη της πλεονάζουσας ζήτησης, η ενεργειακή κρίση αναμένεται να αποκλιμακωθεί. Ωστόσο, η ουκρανική κρίση και η επίλυσή της είναι πιθανόν να καθυστερήσουν αυτή την εξέλιξη. Παρά ταύτα οι μακροοικονομικές προβολές της ΕΚΤ και οι προβλέψεις όλων των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το 2%»
Τέλος ο κ. Στουρνάρας διαβεβαίωσε ότι η ΕΚΤ θα ενεργήσει αναλόγως τον Μάρτιο ή αργότερα προκειμένου να διασφαλίσει το μεσοπρόθεσμο στόχο της σταθερότητας των τιμών.