Να κριθούν ένοχοι για δύο βαρύτατες κακουργηματικές κατηγορίες ζήτησε η εισαγγελέας της έδρας στην υπόθεση του ομαδικού βιασμού και της δολοφονίας της Ελένης Τοπαλούδη.

Παρόντες στο δικαστήριο ήταν σήμερα οι γονείς της αδικοχαμένης φοιτήτριας με την μητέρα της να ξεσπά για μια ακόμη φορά βλέποντας τους δυο κατηγορούμενους να οδηγούνται στο εδώλιο.

«Σε τρεις μέρες έφαγες το παιδί μου ρε βρωμιάρη. Ήρθατε από την Αλβανία να σπείρετε τον πόνο» είπε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη απευθυνόμενη στον κατηγορούμενο αλβανικής καταγωγής μόλις τον είδε να μπαίνει πρώτος στο δικαστήριο. Αμέσως οδηγήθηκε εκτός αίθουσας για να ηρεμήσει.

Σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση, οι δυο κατηγορούμενοι έδρασαν από κοινού.

«Η κοπέλα αντιστάθηκε και τόλμησε να τους πει ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία. Έτσι αποφάσισαν να την εξοντώσουν. Με το σίδερο της κατάφεραν αλλεπάλληλα πληγώματα στο κεφάλι. Διαπιστώθηκαν ίχνη αίματος παντού. Ακολούθως οι κατηγορούμενοι αντιλαμβανόμενοι την κατάσταση μετέφεραν την κοπέλα στο μπάνιο. Εκείνη αιμορροούσε ακατάσχετα και όταν είδαν πόσο κρίσιμη ήταν η κατάσταση την μετέφεραν στο αυτοκίνητο και την έβαλαν στη θέση του συνοδηγού. Το έκαναν και οι δυο μαζί και την οδήγησαν με το αυτοκίνητο στην παραλία της «Φώκιας». Από εκεί ψηλά από ένα βράχο την έριξαν στη θάλασσα για να την παρασύρουν τα ρεύματα και να μη συλληφθούν. (…) Κατόπιν γύρισαν στο σπίτι και το καθάρισαν από αίματα. Καθάρισαν και το αυτοκίνητο, μάζεψαν τα όλα τα αντικείμενα και αυτά της κοπέλας και σε 45 λεπτά ξαναγύρισαν πάλι στο ίδιο σημείο και τα έριξα στη θάλασσα. Για κακή τους όμως τύχη κάποια από αυτά κατέληξαν και έμειναν στα βράχια. (…). Μετά γύρισαν στο σπίτι του ο καθένας και έπεσαν για ύπνο συνεχίζοντας ατάραχοι τη ζωή τους. Μέχρι που η σορός της κοπέλας εντοπίστηκε να πλέει στο νερό. Ο θάνατος της Ελένης ήταν εν ζωή. Πέθανε από πνιγμό. …» τόνισε η εισαγγελέας.

Η εισαγγελέας ανέφερε ότι θα πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι υπήρξε συναίνεση της κοπέλας για σεξουαλική συνέρευσή της μαζί τους. Η εισαγγελέας, επικαλούμενη τα στοιχεία που προέκυψαν, ανέφερε πως «η θανούσα δεν είχε συναινέσει, κάτι το οποίο προκύπτει, πλέον άλλων στοιχείων και από το γεγονός ότι τα ρούχα της βρέθηκαν σκισμένα στοιχείο που αποδεικνύει ότι «ασκήθηκε βία».

Όπως ανέφερε η εισαγγελέας αν η Ελένη είχε συναινέσει σε όλα αυτό το σκηνικό θα ήταν ακόμη ζωντανή. «Θα είχαν τελειώσει όλα ήρεμα και ωραία. Οι κατηγορούμενοι ήταν προετοιμασμένοι για όλο αυτό εκείνο το βράδυ δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που έκαναν κάτι τέτοιο. Είχαν προετοιμαστεί όλο το απόγευμα για αυτό και μόλις είδαν ότι η ότι η Ελένη αντέδρασε άσκησαν βία. … Η στάση τους μετά τη τέλεση του εγκλήματος μαρτυρά σχεδιασμό, εκτέλεση από κοινού και δόλο».

Σύμφωνα με την εισαγγελέα στους δυο κατηγορούμενους δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 36 ή το 34 του Ποινικού Κώδικα περί ανικανότητας για καταλογισμό. «Δεν προέκυψε ότι δεν είχαν την ικανότητα οι κατηγορούμενοι να αντιληφθούν τον άδικο χαρακτήρα των πράξεων τους ή ότι αυτή η ικανότητά τους μειώθηκε», ανέφερε η εισαγγελέας στο τέλος της αγόρευσης της.