Συγκλόνισε ο Αριστείδης Χερουβείμ, συγγενής θυμάτων που κάηκαν ζωντανοί στη φονική φωτιά στο Μάτι, καταθέτοντας στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας. Ο μάρτυρας, συγκινημένος, απευθύνθηκε στους δικαστές ζητώντας δικαιοσύνη.

 «Κάποιοι από τους κατηγορούμενους θα έπρεπε να είναι στη φυλακή και σίγουρα όλοι την επόμενη ημέρα θα έπρεπε να είχαν ξηλωθεί από τις θέσεις τους», είπε ο μάρτυρας, ο οποίος έχασε τη μητέρα, την αδελφή του και τις δίδυμες ανιψιές του, και ευχήθηκε να μη βρεθεί κανείς στη θέση τους «να μαζεύει μισοκαμένα παιχνίδια από τον κήπο. Να πρέπει να αξιολογήσεις τι από τα πράγματα των κοριτσιών θα πρέπει να πετάξεις και τι να δώσεις».

 Ο μάρτυρας περιέγραψε το δραματικό τελευταίο τηλεφώνημα που είχε με τη μητέρα του στις 18:30 το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018.«Με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου στις 18:30, μου είπε "βλέπω φλόγες" και της λέω "φύγε". Πέντε λεπτά αφού μιλήσαμε, και αφού είχαν κάνει 50 μέτρα από το σπίτι, συνάντησαν ένα ζευγάρι γείτονες πεζούς και ένα ζευγάρι στο αυτοκίνητό τους. Το ζευγάρι σταμάτησε με το αυτοκίνητο, πιθανώς να τους πάρει. Έπιασε φωτιά το αυτοκίνητο, το ζευγάρι σώθηκε και οι υπόλοιποι έξι κάηκαν», τόνισε ο μάρτυρας.

 «Γύρω στις 21:30, στη μέση του δρόμου βρήκαν την οικογένειά μου και δεξιά του δρόμου το ζεύγος Σκαραμαγκά. Το μήνυμα των πυροσβεστών έλεγε ότι κατέσβησαν τις σωρούς με πυροσβεστήρα», είπε ο μάρτυρας, προσθέτοντας πως θεωρεί υποκριτικό ότι κάποιοι εκ των κατηγορουμένων βρίσκονταν στη σύσκεψη με τον τότε πρωθυπουργό και έκαναν όλο αυτό το θέατρο ενώ είχαν ήδη εντοπιστεί οκτώ σοροί και είχε σβήσει η φωτιά.

 Ο κ. Χερουβείμ περιέγραψε τον Γολγοθά που βίωσε μετά την τελευταία επικοινωνία που είχε με τη μητέρα του και μέχρι να μάθει την τύχη των δικών του ανθρώπων.

 «Πήρα την Πυροσβεστική αμέτρητες φορές. Το Λιμενικό δεν απάντησε ποτέ. Η Αστυνομία δήλωνε αναρμόδια και μου είπε να πάρω το Α.Τ. Νέας Μάκρης, που με παρέπεμψαν στο κέντρο υγείας Ραφήνας που δεν απάντησε κανένας», τόνισε ο μάρτυρας. Ο κ. Χερουβείμ περιέγραψε πως την  επόμενη ημέρα πήγε στο Μάτι, βρήκε το σπίτι του ανοικτό και κανέναν μέσα. «Στα 50 μέτρα ήταν περιπολικό και είδα κάποιες σορούς σκεπασμένες με λευκό σεντόνι. Στη συνέχεια παρατήρησα στην άλλη άκρη  το ζεύγος Σκαραμαγκά, που ήταν παντελώς απανθρακωμένο και δεν τους είχαν σκεπάσει με σεντόνι. Μου είπαν για νεαρές γυναίκες που ήταν κάτω από το σεντόνι. Ζήτησα να κάνω αναγνώριση. Τους φαινόταν δύσκολο. Επέμεινα. Εκεί αναγνώρισα τη μητέρα, την αδελφή μου και ένα παιδάκι, το άλλο δεν μου το έδειξαν, γιατί ήταν πολύ καμένο», τόνισε ο μάρτυρας.

 Ολοκληρώνοντας την κατάθεσή του, ο κ. Χερουβείμ ανέφερε: «Σήμερα ήρθαμε εδώ να κάνουμε μια δίκη, αλλά δεν ξέρουμε πόσα θύματα υπάρχουν. Τα θύματα είναι 104. Μου κάνει εντύπωση που κανείς δεν μιλάει για τα θύματα που δεν ταυτοποιήθηκαν. Επί 4,5 χρόνια η δικογραφία για το Μάτι έγινε μπαλάκι. Δεν κατηγορώ το δικαστήριό σας, αλλά το νομικό πλαίσιο. Οι κατηγορούμενοι είναι αθώοι μέχρι απόδειξης ενοχής, αλλά υπάρχουν άνθρωποι σαν εμάς που είμαστε τα θύματα. Κάποιοι φταίνε περισσότερο και κάποιοι λιγότερο. Κάποιοι θα έπρεπε να είναι στη φυλακή, αλλά όλοι θα έπρεπε να έχουν ξηλωθεί την επόμενη μέρα».

 Η μάρτυρας Γεωργία Μοσχού, η οποία έχασε τη μητέρα και την αδελφή της και η ίδια εγκλωβίστηκε στο σπίτι της στον Νέο Βουτζά, όταν μπλόκαρε η γκαραζόπορτα, περιέγραψε τις δραματικές στιγμές που βίωσε. «Κατά τις 10 το βράδυ μου χτύπησαν την πόρτα και ήταν από τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha. Με ρώτησαν "είστε ζωντανή;". Λέω "ναι" και κατέβηκα κάτω και είδα απανθρακωμένους στα αυτοκίνητα, μόνο τη στάχτη τους.  Έξω από το σπίτι ούτε πουλί πετάμενο δεν υπήρχε μέχρι τις 11:30», κατέθεσε η μάρτυρας.

 Ο ανιψιός της, σύμφωνα με τη μάρτυρα, ήταν εκείνος που τις βρήκε βαριά τραυματισμένες στον δρόμο και όταν προσπάθησε να τις πάει στο νοσοκομείο, οι αστυνομικοί του έδιναν οδηγίες και τον έστελναν μέσα στη φωτιά. «Η αδελφή μου ούρλιαζε καμένη από τους πόνους. Ο ανιψιός μου δεν άκουσε τους αστυνομικούς, βγήκε αντίθετα στη Μαραθώνος, τις πήγε στον Ευαγγελισμό, όπου διασωληνώθηκαν και μας είπαν να περιμένουμε να πεθάνουν. Από τύχη σώθηκα, θα μπορούσα να καώ μέσα στο σπίτι αν δεν είχε κλείσει η γκαραζόπρτα ή να έχω φύγει με το αυτοκίνητο και να καώ όπως η αδελφή μου και η ανιψιά μου».

 Η δίκη συνεχίζεται αύριο με την κατάθεση της Βαρβάρας Βουκάκη και άλλων μαρτύρων.