Ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου, κος Ξενοφών Κοντιάδης, μίλησε στα Παραπολιτικά 90,1 Fm και στην εκπομπή «Γιατί με ξύπνησες πρωί» με τους δημοσιογράφους Βασίλη Σκουρή και Ανδρέα Παπαδόπουλο.

Μεταξύ άλλων, δήλωσε:

Με αφορμή την πρωτοβουλία 16 συνταγματολόγων να συλλέξουν υπογραφές κατά τη γνωμοδότηση Ντογιάκου, σημείωσε: «Μας ένωσε η έκπληξη, για να μην πω το σοκ, από μια γνωμοδότηση η οποία όχι μόνο κάνει μια εντελώς εσφαλμένη προσέγγιση του συντάγματος και των διατάξεων που αφορούν τις αρμοδιότητες της αρχής διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών αλλά το γεγονός ότι είναι πρωτοφανής η απόφαση του Εισαγγελέα να εκδώσει μια τέτοια γνωμοδότηση. Δηλαδή η εισαγγελία του Αρείου Πάγου έχει μια αρμοδιότητα γνωμοδοτική αλλά αφορά εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις και υποθέσεις με την πρακτική της στο παρελθόν και με σειρά και πρόσφατων και παλαιότερων γνωμοδοτήσεων της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου κρίνει ότι πρέπει να αυτοπεριορίζεται και να γνωμοδοτεί μόνο επί πολύ συγκεκριμένων ζητημάτων. Εδώ έχει φύγει εντελώς από αυτή την πρακτική και από το γράμμα του νόμου του κώδικα οργάνωσης των δικαστηρίων και έχει εκδώσει μια γνωμοδότηση με την οποία έρχεται να υποδείξει στην ΑΔΑΕ αν θα ελέγξει ή δεν θα ελέγξει τους παρόχους τηλεφωνίας».

Ερωτηθείς αν είναι υποχρεωτική αυτή η γνωμοδότηση και αν θα πρέπει να εφαρμοστεί από τους εισαγγελείς, απάντησε: «Η γνωμοδότηση αυτή πέραν του ότι έχει εκδοθεί αναρμοδίως από τον Εισαγγελέα κατά τη γνώμη μου δεν είναι δεσμευτική. Υπάρχει κάτι ακόμα πιο δυσάρεστο στο τέλος της γνωμοδότησης ότι απειλεί με ποινικές κυρώσεις, με ποινική δίωξη τα μέλη της ΑΔΑΕ τα οποία δεν θα συμμορφωθούν με την άποψη που εκφράζει μέσα στη γνωμοδότηση. Αυτά είναι πράγματα πρωτοφανή, είναι μια απειλή που σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι μπορεί να διατυπωθεί απέναντι στα μέλη μιας συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξάρτητης αρχής και όχι όμως λέμε και στο κείμενο οι 16 καθηγητές του συνταγματικού δικαίου δεν είναι ο προσήκων τρόπος για να επιλύονται διαφωνίες δύο άμεσων οργάνων του κράτους».

«Θα πρέπει να ρωτήσετε τον ίδιο γιατί το κάνει, το θέμα είναι ότι με τον τρόπο που κάνει κάποια λογικά και νομικά άλματα για να υποστηρίξει την άποψη του δεν μπορεί να τύχει καμίας ευμενούς υποδοχής από το νομικό κόσμο. Δεν είμαστε μόνο 16 καθηγητές του συνταγματικού δικαίου που διαφωνούμε με αυτό υπάρχει μια ευρύτερη διαφωνία» συμπλήρωσε.

Ερωτηθείς ποια πιστεύει ότι θα είναι η απόφαση που θα πάρει το ΔΣ του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών στην έκτακτη συνεδρίασή του για το θέμα, είπε: «Μπορεί να εκδώσει μια ανακοίνωση στην οποία θα λεει ότι η γνωμοδότηση αυτή κακώς έχει εκδοθεί και πέραν ότι κακώς έχει εκδοθεί είναι και εντελώς εσφαλμένο το περιεχόμενό της. Είναι αντίθετο στη λογική του άρθρου 19 του συντάγματος και στο γράμμα, είναι αντίθετο στην ισχύουσα νομοθεσία. Έχει κάνει μια κατασκευή και λεει ότι επειδή ο νέος νόμος δεν δίνει πλέον τη δυνατότητα στην ΑΔΑΕ να ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο να μάθει αν έχει παρακολουθηθεί εξ αυτού του λόγου, κάνει ένα άλμα και λεει, για αυτό και δεν μπορεί να ασκήσει η ΑΔΑΕ και τον ελεγκτικό ρόλο. Αν της αφαιρέσουμε αυτή την αρμοδιότητα την ελεγκτική δεν μένει τίποτα».

«Έχει προκαλέσει έκπληξη όμως λάθη κάνουν όλοι. Τα λάθη είναι ανθρώπινα, έχει γράψει ένα άρθρο ο κ. Βενιζέλος το οποίο τον προτρέπει να ξανασκεφτεί τη γνωμοδότησή του. Η προτροπή προέρχεται από όλους μας να ξαναδεί αυτή τη γνωμοδότηση, να το ξαναμελετήσει το θέμα. Δεν είναι υποχρεωμένος ο εισαγγελέας να γνωρίζει τόσο καλά ορισμένα ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών ή τη σχέση μεταξύ κάποιων άμεσων οργάνων του κράτους, έχει τη δυνατότητα μετά από όλη αυτή τη συζήτηση που έχει προκαλέσει η γνωμοδότηση του να το ξαναμελετήσει το θέμα» ανέφερε επίσης.

Ερωτηθείς τι θα γίνει στην περίπτωση που δεν διορθωθεί η γνωμοδότησή του, απάντησε: «Ο κ. Ράμμος με την ανακοίνωση που εξέδωσε αμέσως μετά τη γνωμοδότηση λεει σαφώς αυτά που είπαμε και εμείς ως προς το νομικό σκέλος και καταλήγει ότι θα συνεχίσει η ΑΔΑΕ κανονικά να επιτελεί το συνταγματικά και νομοθετικά προβλεπόμενο έργο της. Θα συνεχίσει να κάνει τους ελέγχους γιατί αλλιώς θα σταματήσει να υπάρχει».

«Το γεγονός ότι υπάρχουν όλες αυτές οι αντιδράσεις από το νομικό κόσμο και από μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου, νομίζω ότι υπάρχουν και άνθρωποι μέσα στη ΝΔ που αποδοκίμασαν αυτή τη γνωμοδότηση και νομίζω ότι αυτό θα φρενάρει οποιαδήποτε νέα σενάρια. Προφανώς δεν μπορούμε να φανταστούμε και διεθνώς θα ήταν όνειδος για τη χώρα, να ασκηθεί οποιαδήποτε δίωξη κατά μελών της ανεξάρτητης αρχής» είπε ακόμη ο κ. Κοντιάδης.

Ξ.ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ: Το καλό σενάριο είναι να τελειώσει εδώ αυτή η ιστορία, να μην έχει καμία συνέχεια, να συνεχίσει κανονικά η ΑΔΑΕ να κάνει τη δουλειά της, οι πάροχοι να μην επικαλεστούν αυτή τη γνωμοδότηση για να μην επιτρέψουν στην ΑΔΑΕ να κάνει τη δουλειά της, τον έλεγχό της δηλαδή, και σε περίπτωση που έρθει κάποιος πάροχος και πει ότι «εγώ με βάση τη γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δεν σας επιτρέπω να κάνετε τον έλεγχο που κάνετε μέχρι σήμερα», εκεί η ΑΔΑΕ έχει την αρμοδιότητα να επιβάλει κυρώσεις και πρόστιμα στους παρόχους και να προχωρήσει μια ιστορία που θα πάρει το δρόμο της Δικαιοσύνης. Αλλά δεν μπορω να διανοηθώ ότι θα φτάσουμε σε διώξεις.

«Δεν είναι δουλειά του Εισαγγελέα να οριοθετήσει τις αρμοδιότητες της Αρχής. Η Αρχή είναι υποχρεωμένη με βάση το σύνταγμα και τη νομοθεσία να συνεχίσει το ελεγκτικό της έργο, δεν μπορεί να το σταματήσει κανείς» τόνισε.

Ερωτηθείς ποιον ενημερώνει για τα αποτελέσματα του ελέγχου η ΑΔΑΕ, απάντησε: «Η ΑΔΑΕ καταρχάς ενημερώνει τη Βουλή από εκεί και πέρα δεν έχει πλέον την αρμοδιότητα όχι μόνο με την πρόσφατη ρύθμιση αλλά και με την περίφημη τροπολογία του 2021 δεν έχει πλέον την αρμοδιότητα να ενημερώσει τον ενδιαφερόμενο».

ΔΗΜ: Αυτό μπορεί να εξεταστεί μετά την πάροδο τριετίας

Ξ.ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ: Αυτή είναι μια ρύθμιση την οποία εμείς και στην ανακοίνωσή μας αλλά και κατά την περίοδο που συζητούνταν ο νόμος αυτός επισημάναμε ότι είναι αντίθετο προς τη νομολογία του ευρωπαϊκού δικαστηρίου που έκρινε ότι με βάση την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν μπορεί να στερείς από τον ενδιαφερόμενο τη δυνατότητα να ενημερωθεί. Τα τρία χρόνια είναι ένας πολύ μεγάλος χρόνος.

Τέλος, αναφορικά με τον τρόπο που επέλεξε η κυβέρνηση να γίνει η ταφή του τέως βασιλιά, είπε: «Συμφωνώ, θεωρώ ότι ναι ο τέως βασιλιάς μετά από όλα όσα έχουν προηγηθεί δεν θα μπορούσε να κηδευτεί με τις τιμές αρχηγού κράτους».