Μόλις ένας στους 200 ασθενείς µε λοίµωξη COVID-19 έχασε τελικά τη ζωή του στη χώρα µας, σύµφωνα µε όσα άκρως αποκαλυπτικά καταγράφει έκθεση του ευρωπαϊκού τµήµατος του Παγκόσµιου Οργανισµού Υγείας (ΠΟΥ) για την αντιµετώπιση της πανδηµίας του νέου κορονοϊού στην Ελλάδα.

Η έκθεση ανατρέπει άρδην όλους τους αβάσιµους και παραπλανητικούς ισχυρισµούς του συρµού, οι οποίοι θέλουν η θνητότητα από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 στην Ελλάδα να υπερτερεί, και µάλιστα θεαµατικά, του αντίστοιχου δείκτη µεταξύ όλων των χωρών της Ευρώπης. Την έκθεση, η οποία εκπονήθηκε για πρώτη φορά και ολοκληρώθηκε τον περασµένο Φεβρουάριο, παρουσιάζουν σήµερα κατ’ αποκλειστικότητα τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», ενώ αντικείµενό της είναι η διεξοδική ανάλυση των µητρώ\ων των ασθενών µε COVID-19, µε έµφαση στους 33.740 θανάτους από επιπλοκές της λοίµωξης, καθώς και των µητρώων εµβολιασµού κατά του νέου κορονοϊού στην Ελλάδα, µε τη χρήση διασυνδεδεµένων δεδοµένων σε ατοµικό επίπεδο.

Το μητρώο

Συγκεκριµένα, το ελληνικό µητρώο περιέχει πληροφορίες για 5.472.147 λοιµώξεις σε 4.887.589 άτοµα, µε το 11,9% των ασθενών να έχει µολυνθεί περισσότερες από µία φορές. Η διάµεση ηλικία των µολυσµένων ατόµων ήταν τα 43 έτη και το 47,8% επί του συνόλου των ασθενών ήταν άνδρες. Τα περισσότερα περιστατικά της λοίµωξης COVID-19 σηµειώθηκαν στις ηλικιακές οµάδες 0-19 ετών και 20-34 ετών, µε ποσοστό 19,2% για την καθεµία, και ακολουθεί η ηλικιακή οµάδα 55-69 ετών, µε ποσοστό 17,5%. Το 80% επί του συνόλου των λοιµώξεων σηµειώθηκε το έτος 2022, το 15,8% το έτος 2021 και το 1,6% το έτος 2020. Λιγότερα από τα δύο τρίτα (60,1%) επί του συνόλου των µολυσµένων ατόµων ήταν πλήρως εµβολιασµένα. Το 5% επί του συνόλου των λοιµώξεων προκάλεσε το αρχικό στέλεχος Αλφα, το 8,8% η µετάλλαξη ∆έλτα και το 86% η µετάλλαξη Οµικρον. Τέλος, η υπέρταση και η δυσλιπιδαιµία ήταν τα πιο συχνά υποκείµενα νοσήµατα, µε επιπολασµό 24,2% και 18,6%, αντίστοιχα.

Ανεμβολίαστοι

Βασικό εύρηµα της έκθεσης είναι ότι η µεγάλη πλειονότητα (70%) των θανόντων από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 στην Ελλάδα δεν είχε εµβολιαστεί και ζούσε µε συννοσηρότητες (υποκείµενα νοσήµατα), µε διάµεση τιµή τα δύο υποκείµενα νοσήµατα. Η διάµεση ηλικία των θανόντων ήταν τα 83 έτη και το 81,5% από αυτούς ήταν ηλικίας 70 ετών και άνω.

Συγκεκριµένα, άνω του 67,2% επί του συνόλου των θανόντων από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 ήταν ηλικίας 70 ετών και άνω, καθώς και ατελώς εµβολιασµένοι. Ποσοστό µικρότερο του 3% επί του συνόλου των θανάτων αφορά εµβολιασµένα άτοµα χωρίς υποκείµενα νοσήµατα (συννοσηρότητες), ενώ περισσότεροι από τους µισούς θανάτους αφορούσαν άνδρες. Ο κίνδυνος θανάτου από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 στην Ελλάδα αυξάνεται ραγδαία µε την ηλικία και είναι ιδιαίτερα υψηλός στην ηλικιακή οµάδα των 70 ετών και άνω, µε τους άνδρες να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο σε σχέση µε τις γυναίκες. Οι συννοσηρότητες, κυρίως τα µη µεταδοτικά νοσήµατα, διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο, µε τον κίνδυνο να αυξάνεται όσο µεγαλώνει η συννοσηρότητα. Αυτό, άλλωστε, είναι πολύ γνωστό και συνάδει µε την ήδη δηµοσιευµένη σχετική βιβλιογραφία.

Τα ως άνω ευρήµατα της έκθεσης του ΠΟΥ οδηγούν, µε τη σειρά τους, σε δύο σηµαντικές διαπιστώσεις:

  • Πρώτον, εφόσον ο ελληνικός πληθυσµός είναι µεγαλύτερης ηλικίας και η υγεία του είναι πιο επιβαρυµένη σε σχέση µε τον ευρωπαϊκό µέσο όρο, θα µπορούσε να αναµένεται ένα ποσοστό θνητότητας από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 υψηλότερο του ευρωπαϊκού µέσου όρου.
  • ∆εύτερον, αυτό υπογραµµίζει πόσο σηµαντική είναι η υγιής γήρανση, η πρόληψη και η φροντίδα υψηλής ποιότητας για τα µη µεταδοτικά νοσήµατα, αλλά και άλλες παθήσεις, ώστε να ενισχυθεί η αντοχή και να µετριαστούν οι ανεπιθύµητες επιπτώσεις µελλοντικών πανδηµιών.
Εποµένως, σύµφωνα µε τους ερευνητές του ΠΟΥ, είναι σηµαντικό να υιοθετηθεί µια διττή προσέγγιση για την παράλληλη αντιµετώπιση της λοίµωξης COVID-19 και άλλων θεµάτων υγείας, κυρίως των µη µεταδοτικών νοσηµάτων, καθώς και για την αύξηση των επενδύσεων στη δηµόσια Υγεία και τη βελτίωση της υγείας του πληθυσµού καθόλη τη διάρκεια της ζωής. Οι ίδιοι τονίζουν ότι «η πρόληψη και ο έλεγχος των µη µεταδοτικών νοσηµάτων είναι επίσης µια άκρως συµφέρουσα προσέγγιση, η οποία συνοδεύεται από εξαιρετική απόδοση της σχετικής επένδυσης».


Infographics: ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Αποτελεσματικότητα

Ακόµα ένα βασικό συµπέρασµα της εν λόγω έκθεσης του ΠΟΥ είναι ότι «τα εµβόλια παρουσίασαν αξιοσηµείωτη αποτελεσµατικότητα και µείωσαν σηµαντικά τον κίνδυνο θανάτου από COVID-19 σε όλα τα κύµατα και σε όλες τις ηλικιακές οµάδες και στα δύο φύλα στην Ελλάδα. Η δράση τους ενισχύθηκε περαιτέρω από την πρώτη και δεύτερη αναµνηστική δόση. Η αποτελεσµατικότητα και η ασφάλεια των εµβολίων κατά της COVID-19 καταδεικνύονται ευρέως.

Καθώς η αποτελεσµατικότητα των εµβολίων φθίνει µε την πάροδο του χρόνου, ειδικά στους ηλικιωµένους και στα άτοµα µε συννοσηρότητες, οι αναµνηστικές εµβολιαστικές δόσεις αποτελούν βασικό εργαλείο για την προστασία των πιο ευάλωτων ανθρώπων». Οι ίδιοι επισηµαίνουν ακόµα «τον κρίσιµο ρόλο του εµβολιασµού στην πρόληψη της σοβαρής νόσησης και την αποτροπή του θανάτου από COVID-19» και υπογραµµίζουν τη σηµασία του εµβολιασµού ως κρίσιµου µέτρου για τον έλεγχο της πανδηµίας. Εποµένως, «η υψηλή εµβολιαστική κάλυψη, συµπεριλαµβανοµένων των αναµνηστικών δόσεων, είναι το απόλυτο κλειδί για τη µείωση της θνησιµότητας από COVID-19, ειδικά στους ευάλωτους πληθυσµούς. Οι παρεµβάσεις για την αύξηση της εµβολιαστικής κάλυψης, συµπεριλαµβανοµένων των αναµνηστικών δόσεων, θα πρέπει να εξακολουθήσουν να θεωρούνται προτεραιότητα».

Ενα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο, το οποίο προέκυψε, µάλιστα, από την ανάλυση των δεδοµένων εκ µέρους των ερευνητών του ΠΟΥ, είναι ότι η προηγούµενη λοίµωξη από COVID-19 είχε σηµαντικά µικρότερη προστατευτική επίδραση, σε σχέση µε τον εµβολιασµό, ως προς τον κίνδυνο θανάτου από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19.

Χαμηλή θνητότητα

Το πλέον σηµαντικό συµπέρασµα, το οποίο προκύπτει από την ανάλυση όλων των σχετικών δεδοµένων, είναι ότι η θνητότητα, η οποία ισούται µε 0,6 θανάτους ανά 100 λοιµώξεις (0,6%) στην Ελλάδα, είναι σχετικά χαµηλή σε ευρωπαϊκό επίπεδο και, ενδεχοµένως, αναφέρουν οι ερευνητές του ΠΟΥ, «είναι ενδεικτική ενός ισχυρού συστήµατος επιτήρησης και επαρκούς ποιότητας της φροντίδας, ειδικά όταν λαµβάνεται υπόψη πληθυσµός µεγαλύτερης ηλικίας, µε πιο επιβαρυµένη υγεία, σε σχέση µε τον µέσο όρο». Μάλιστα, το σχετικά χαµηλό αναφερόµενο ποσοστό θνητότητας από επιπλοκές της λοίµωξης COVID-19 και η σχεδόν απόλυτη αντιστοιχία ανάµεσα στην εκτιµώµενη υπερβάλλουσα και την αναφερόµενη θνησιµότητα, κατά τα έτη 2020 και 2021, θεωρούνται επίσης από τους ερευνητές του ΠΟΥ ως ενδείξεις ενός ισχυρού συστήµατος επιτήρησης.

Η έκθεση σηµειώνει µε θετικό τρόπο ότι «η Ελλάδα υιοθέτησε έναν ορισµό θανάτου από COVID-19, για τους σκοπούς της επιτήρησης, ο οποίος είναι σύµφωνος µε τον ορισµό του ΠΟΥ και συµπεριελάµβανε το σύνολο των αναφερόµενων θανάτων από COVID-19 στο µητρώο, ανεξάρτητα από το χρονικό διάστηµα που µεσολάβησε από τη λοίµωξη ή τον θετικό έλεγχο, σε αντίθεση µε ορισµένες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες χρησιµοποιούσαν τη µέγιστη χρονική υστέρηση των 28 ηµερών ανάµεσα στην ηµεροµηνία του θετικού ελέγχου για τον νέο κορονοϊό και τον θάνατο».

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 21/4