Γ. Παπαδάκης: Ήρθε στο στούντιο της ΕΡΤ ένας κύριος, άφησε ένα μωράκι κι έφυγε λέγοντάς μου «αυτό το παιδί πώς θα μεγαλώσει;»
«Με την Αναστασοπούλου νιώθω την ασφάλεια ότι μπορώ να την "κάνω" όποτε θέλω»
Στο δημοσιογράφο Γιώργο Κουβαρά και την εκπομπή «Στο Κέντρο» μίλησε ο Γιώργος Παπαδάκης.
«Όσες φορές έρχομαι εδώ -αν εξαιρέσουμε το ντιμπέιτ- νιώθω μια ιδιαίτερη συγκίνηση γιατί εδώ έμαθα τη δουλειά. Από εδώ άνοιξα τα φτερά μου, μου έμαθαν τη δουλειά συνάδελφοι δημοσιογράφοι που ήταν χρόνια στην τηλεόραση, μου έμαθαν τη δουλειά οι άνθρωποι που είναι πίσω από τις κάμερες».
Για τη διαδρομή του στον όμιλο του ΑΝΤ1, ανέφερε: «Πάλεψα πάρα πολύ. Στον αείμνηστο Μίνωα Κυριακού πήγαινα κάθε μέρα από τότε που ξεκίνησε η τηλεόραση του ΑΝΤ1 και μου λέει: “Ρε Γιώργη, εδώ δεν θα σε βλέπει η γυναίκα σου πρωί πρωί. Ποιος θα σε δει βρε αγόρι μου; Δεν έχει κόσμο εκείνη την ώρα τηλεόραση”. Κάποια στιγμή ήρθαν Αμερικανοί για να παρακολουθήσουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύαμε στον ΑΝΤ1 και να δώσουν στη συνέχεια “τα φώτα τους” για το πώς θα πρέπει να συνεχίσουμε. Του είπαν λοιπόν “πρωινό πρόγραμμα έχεις;” λέει “τι πρωινό πρόγραμμα – μια εκπομπή πολύ πρωί; (…) Ωραία, Σε 7 μέρες 8 ξεκινάμε!” Έτσι ξεκίνησε. Το πολύ σημαντικό είναι ότι άνοιξε η δουλειά για πάρα πολύ κόσμο».
Για την συνύπαρξή του, από τις αρχές της φετινής σεζόν, με τη Μαρία Αναστασοπούλου, στο πρωινό ενημερωτικό μαγκαζίνο του ΑΝΤ1, μεταξύ άλλων είπε: «Τώρα που ήρθε η Μαρία στον ΑΝΤ1, αισθάνομαι κι εγώ περισσότερο ασφαλής, ότι κάποια στιγμή “με ελαφρά πηδηματάκια” μπορώ και “να την κάνω”».
Για το ενδεχόμενο να γράψει ένα βιβλίο, έκανε γνωστό το εξής: «Ήδη έχω ξεκινήσει κάποια πράγματα και κάποιες σημειώσεις. Θα ήθελα να κάτσω να γράψω. Θα ήθελα να κάτσω να γράψω όχι τα απομνημονεύματα μου ούτε στιγμές από την επαγγελματική μου ζωή. Έχω την τρέλα μου, έχω τις απόψεις μου, έχω τη δική μου σκέψη για τη ζωή και θα ήθελα να το περάσω μέσα από ένα βιβλίο βιωματικό».
Στην εκπομπή παρουσιάστηκε και ένα βίντεο με τον δημοσιογράφο της ΕΡΤ Δημήτρη Κοτταρίδη, ο οποίος μίλησε για τον Γιώργο Παπαδάκη, αναφέροντας: «Ο Γιώργος Παπαδάκης έχει καταφέρει κάτι το μοναδικό νομίζω στην ελληνική τηλεόραση και όχι μόνο – σε παγκόσμιο επίπεδο. Να μπαίνει στα σπίτια μας καθημερινά σε μία πολύ δύσκολη και απαιτητική ζώνη κάθε πρωί – για δεκαετίες ολόκληρες να είναι πρώτο σε τηλεθέαση και ουσιαστικά να αποτελεί ένα μέλος κάθε ελληνικής οικογένειας. Είναι ο αγαπημένος μας δημοσιογράφος, αγαπημένος μας “θείος”. Tον φωνάζω “μπάρμπα Γιώργο” (…) Από τις πιο ευχάριστες στιγμές μου ήταν το πρωί όταν πήγαινα στο γραφείο κατά τις 10:00 – 10:30 που τελείωνε την εκπομπή και τρώγαμε ένα κουλούρι με τυρί μαζί με τον καφέ.
Ήταν το αγαπημένο του πρωινό και κουτσομπολεύει με την πολιτική επικαιρότητα και όχι μόνο. Είναι ένας πολύ ζεστός άνθρωπος, απαιτητικός πολλές φορές με τους συνεργάτες του, λίγο “φωνακλάς”, αλλά νομίζω για να καταφέρεις να διατηρήσεις αυτό το επίπεδο και να φτάσεις εκεί που έχει φτάσει ο Γιώργος, κάπως έτσι πρέπει να είσαι.
Νομίζω αποτελεί ίνδαλμα για όλους μας και για τους νέους δημοσιογράφους και για αυτούς οι οποίοι είναι κάποια χρόνια στο μετερίζι της δημοσιογραφίας – και για τον τρόπο που χειρίζεται τα θέματα.
Έχει καταφέρει να είναι κοντά στον πολίτη, να εκφράζει τη μέση ελληνική οικογένεια, παραμένοντας πάντα έγκυρος και πολύ γλυκός. Εγώ τον αγαπάω πάρα πολύ και του εύχομαι τα καλύτερα – του εύχομαι πραγματικά να παραμένει για πολλά ακόμα χρόνια στο μετερίζι της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας».
Για την τηλεοπτική δημοσιογραφία, ανέφερε:
«Από μόνη της δεν λέει τίποτα. Μετά αν δεν συνειδητοποιήσεις ότι το ενδιαφέρον σε αυτό που κάνεις δεν είσαι εσύ αλλά αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι, την έχεις πατήσει. Και μάλιστα θα φτάσει σε ένα σημείο που θα έχεις την ανάγκη ή ψυχολόγο ή ψυχίατρο. Η τηλεόραση τρελαίνει, αλλάζει τους ανθρώπους. Έχω δει ανθρώπους να αλλάζουν. Να αλλάζουν και να είναι εντελώς διαφορετικοί. Υπέροχοι, καταπληκτικοί άνθρωποι, άντρες και γυναίκες που η τηλεόραση τους χάλασε. Εμένα από την αρχή μου μπήκε το ψώνιο και το μικρόβιο της αναγνωρισιμότητας. Δηλαδή με κοίταγαν και ένιωθα περίεργα που με κοίταγαν και με γνωρίζανε. Και μάλιστα εκεί που κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα, είναι όταν αναζητούσα την αναγνωρισιμότητα. Δηλαδή μπορεί να μπαίνω σε ένα λεωφορείο και να έλεγα “τώρα γιατί δεν με κοιτάνε;”. Αλλά αυτό ευτυχώς έγινε στην αρχή. Το ξεπέρασα πάρα πολύ γρήγορα».
Εξιστορώντας περιστατικά που δεν θα ξεχάσει στην τηλεοπτική διαδρομή του, είπε: «Εδώ, στην ΕΡΤ, κάναμε το “Τρεις στον αέρα” και κάποια στιγμή ανοίγει η πόρτα του στούντιο και είναι ήταν κύριος με ένα μωράκι. Μπαίνει μέσα. Έρχεται στο τραπέζι του σκηνικού. Και μου λέει “αυτό το παιδί πώς θα μεγαλώσει;” Μου το αφήνει και φεύγει και μένω με ένα μωρό. Μου θύμισε την ταινία με τον Φωτόπουλο…».
Για το τι θεωρεί «καλή τηλεόραση» εξήγησε: «Η καλή τηλεόραση για μένα είναι αυτή η οποία δεν εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο. Τη μοναξιά του ανθρώπου, τις αδυναμίες του ανθρώπου. Και δεν τον πηγαίνει σε μονοπάτια. Όπου του αλλοτριώνει το χαρακτήρα του και τη συνείδηση του. Κακή τηλεόραση είναι αυτή, η οποία πειθαρχεί στους τηλεοπτικούς κανόνες που λένε ότι “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”. Και ότι από τη στιγμή που κάνουμε τηλεόραση φίλε, το ζητούμενο είναι η τηλεθέαση. Οπότε και τη μάνα σου να σκοτώσεις σε ζωντανή σύνδεση, πετυχημένος είσαι».
Για το αν θα έκανε εκπομπή με το γιο του, Φοίβο, επίσης δημοσιογράφο, ανέφερε: «Ούτε εκείνος θέλει ούτε εγώ θα ήθελα -γιατί όχι ότι η σχέση μας θα ήταν ανταγωνιστική, αλλά επειδή θα λέγανε “πήρε το γιο του και κάνει εκπομπή”».
Για το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά και τις τελευταίες εκλογές της 25ης Ιουνίου, επισήμανε: «Είναι μια πρωτόγνωρη διαδικασία. Έχουμε τη μεγάλη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε την παραίτηση του Τσίπρα. Αυτό δεν πρέπει να το ξεπερνάμε εύκολα γιατί έχει σημαδέψει τη σύγχρονη ιστορία του τόπου τα τελευταία χρόνια. Από κει και πέρα έχουμε την είσοδο κάποιων κομμάτων στη Βουλή. Μόνο τα γραφικά να δεις με το πώς είναι τοποθετημένοι τώρα -που σκοτώνονται κιόλας γιατί μπήκαν (…) Ας ελπίσουμε ότι όλο αυτό η Δημοκρατία έχει τη δυνατότητα να το αντιμετωπίσει. Και λέω η δημοκρατία, γιατί δεν κινδυνεύει ποτέ, η δημοκρατία δεν κινδυνεύει. Αλλά κάποιοι μπορεί να ονειρεύονται ότι μπορεί “να βάλουν φιτίλι” στα θεμέλια της δημοκρατίας – και ελπίζουμε να μην το καταφέρουν».
«Όσες φορές έρχομαι εδώ -αν εξαιρέσουμε το ντιμπέιτ- νιώθω μια ιδιαίτερη συγκίνηση γιατί εδώ έμαθα τη δουλειά. Από εδώ άνοιξα τα φτερά μου, μου έμαθαν τη δουλειά συνάδελφοι δημοσιογράφοι που ήταν χρόνια στην τηλεόραση, μου έμαθαν τη δουλειά οι άνθρωποι που είναι πίσω από τις κάμερες».
Για τη διαδρομή του στον όμιλο του ΑΝΤ1, ανέφερε: «Πάλεψα πάρα πολύ. Στον αείμνηστο Μίνωα Κυριακού πήγαινα κάθε μέρα από τότε που ξεκίνησε η τηλεόραση του ΑΝΤ1 και μου λέει: “Ρε Γιώργη, εδώ δεν θα σε βλέπει η γυναίκα σου πρωί πρωί. Ποιος θα σε δει βρε αγόρι μου; Δεν έχει κόσμο εκείνη την ώρα τηλεόραση”. Κάποια στιγμή ήρθαν Αμερικανοί για να παρακολουθήσουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύαμε στον ΑΝΤ1 και να δώσουν στη συνέχεια “τα φώτα τους” για το πώς θα πρέπει να συνεχίσουμε. Του είπαν λοιπόν “πρωινό πρόγραμμα έχεις;” λέει “τι πρωινό πρόγραμμα – μια εκπομπή πολύ πρωί; (…) Ωραία, Σε 7 μέρες 8 ξεκινάμε!” Έτσι ξεκίνησε. Το πολύ σημαντικό είναι ότι άνοιξε η δουλειά για πάρα πολύ κόσμο».
Για την συνύπαρξή του, από τις αρχές της φετινής σεζόν, με τη Μαρία Αναστασοπούλου, στο πρωινό ενημερωτικό μαγκαζίνο του ΑΝΤ1, μεταξύ άλλων είπε: «Τώρα που ήρθε η Μαρία στον ΑΝΤ1, αισθάνομαι κι εγώ περισσότερο ασφαλής, ότι κάποια στιγμή “με ελαφρά πηδηματάκια” μπορώ και “να την κάνω”».
Για το ενδεχόμενο να γράψει ένα βιβλίο, έκανε γνωστό το εξής: «Ήδη έχω ξεκινήσει κάποια πράγματα και κάποιες σημειώσεις. Θα ήθελα να κάτσω να γράψω. Θα ήθελα να κάτσω να γράψω όχι τα απομνημονεύματα μου ούτε στιγμές από την επαγγελματική μου ζωή. Έχω την τρέλα μου, έχω τις απόψεις μου, έχω τη δική μου σκέψη για τη ζωή και θα ήθελα να το περάσω μέσα από ένα βιβλίο βιωματικό».
Στην εκπομπή παρουσιάστηκε και ένα βίντεο με τον δημοσιογράφο της ΕΡΤ Δημήτρη Κοτταρίδη, ο οποίος μίλησε για τον Γιώργο Παπαδάκη, αναφέροντας: «Ο Γιώργος Παπαδάκης έχει καταφέρει κάτι το μοναδικό νομίζω στην ελληνική τηλεόραση και όχι μόνο – σε παγκόσμιο επίπεδο. Να μπαίνει στα σπίτια μας καθημερινά σε μία πολύ δύσκολη και απαιτητική ζώνη κάθε πρωί – για δεκαετίες ολόκληρες να είναι πρώτο σε τηλεθέαση και ουσιαστικά να αποτελεί ένα μέλος κάθε ελληνικής οικογένειας. Είναι ο αγαπημένος μας δημοσιογράφος, αγαπημένος μας “θείος”. Tον φωνάζω “μπάρμπα Γιώργο” (…) Από τις πιο ευχάριστες στιγμές μου ήταν το πρωί όταν πήγαινα στο γραφείο κατά τις 10:00 – 10:30 που τελείωνε την εκπομπή και τρώγαμε ένα κουλούρι με τυρί μαζί με τον καφέ.
Ήταν το αγαπημένο του πρωινό και κουτσομπολεύει με την πολιτική επικαιρότητα και όχι μόνο. Είναι ένας πολύ ζεστός άνθρωπος, απαιτητικός πολλές φορές με τους συνεργάτες του, λίγο “φωνακλάς”, αλλά νομίζω για να καταφέρεις να διατηρήσεις αυτό το επίπεδο και να φτάσεις εκεί που έχει φτάσει ο Γιώργος, κάπως έτσι πρέπει να είσαι.
Νομίζω αποτελεί ίνδαλμα για όλους μας και για τους νέους δημοσιογράφους και για αυτούς οι οποίοι είναι κάποια χρόνια στο μετερίζι της δημοσιογραφίας – και για τον τρόπο που χειρίζεται τα θέματα.
Έχει καταφέρει να είναι κοντά στον πολίτη, να εκφράζει τη μέση ελληνική οικογένεια, παραμένοντας πάντα έγκυρος και πολύ γλυκός. Εγώ τον αγαπάω πάρα πολύ και του εύχομαι τα καλύτερα – του εύχομαι πραγματικά να παραμένει για πολλά ακόμα χρόνια στο μετερίζι της τηλεοπτικής δημοσιογραφίας».
Για την τηλεοπτική δημοσιογραφία, ανέφερε:
«Από μόνη της δεν λέει τίποτα. Μετά αν δεν συνειδητοποιήσεις ότι το ενδιαφέρον σε αυτό που κάνεις δεν είσαι εσύ αλλά αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι, την έχεις πατήσει. Και μάλιστα θα φτάσει σε ένα σημείο που θα έχεις την ανάγκη ή ψυχολόγο ή ψυχίατρο. Η τηλεόραση τρελαίνει, αλλάζει τους ανθρώπους. Έχω δει ανθρώπους να αλλάζουν. Να αλλάζουν και να είναι εντελώς διαφορετικοί. Υπέροχοι, καταπληκτικοί άνθρωποι, άντρες και γυναίκες που η τηλεόραση τους χάλασε. Εμένα από την αρχή μου μπήκε το ψώνιο και το μικρόβιο της αναγνωρισιμότητας. Δηλαδή με κοίταγαν και ένιωθα περίεργα που με κοίταγαν και με γνωρίζανε. Και μάλιστα εκεί που κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα, είναι όταν αναζητούσα την αναγνωρισιμότητα. Δηλαδή μπορεί να μπαίνω σε ένα λεωφορείο και να έλεγα “τώρα γιατί δεν με κοιτάνε;”. Αλλά αυτό ευτυχώς έγινε στην αρχή. Το ξεπέρασα πάρα πολύ γρήγορα».
Εξιστορώντας περιστατικά που δεν θα ξεχάσει στην τηλεοπτική διαδρομή του, είπε: «Εδώ, στην ΕΡΤ, κάναμε το “Τρεις στον αέρα” και κάποια στιγμή ανοίγει η πόρτα του στούντιο και είναι ήταν κύριος με ένα μωράκι. Μπαίνει μέσα. Έρχεται στο τραπέζι του σκηνικού. Και μου λέει “αυτό το παιδί πώς θα μεγαλώσει;” Μου το αφήνει και φεύγει και μένω με ένα μωρό. Μου θύμισε την ταινία με τον Φωτόπουλο…».
Για το τι θεωρεί «καλή τηλεόραση» εξήγησε: «Η καλή τηλεόραση για μένα είναι αυτή η οποία δεν εκμεταλλεύεται τον άνθρωπο. Τη μοναξιά του ανθρώπου, τις αδυναμίες του ανθρώπου. Και δεν τον πηγαίνει σε μονοπάτια. Όπου του αλλοτριώνει το χαρακτήρα του και τη συνείδηση του. Κακή τηλεόραση είναι αυτή, η οποία πειθαρχεί στους τηλεοπτικούς κανόνες που λένε ότι “ο σκοπός αγιάζει τα μέσα”. Και ότι από τη στιγμή που κάνουμε τηλεόραση φίλε, το ζητούμενο είναι η τηλεθέαση. Οπότε και τη μάνα σου να σκοτώσεις σε ζωντανή σύνδεση, πετυχημένος είσαι».
Για το αν θα έκανε εκπομπή με το γιο του, Φοίβο, επίσης δημοσιογράφο, ανέφερε: «Ούτε εκείνος θέλει ούτε εγώ θα ήθελα -γιατί όχι ότι η σχέση μας θα ήταν ανταγωνιστική, αλλά επειδή θα λέγανε “πήρε το γιο του και κάνει εκπομπή”».
Για το πολιτικό σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά και τις τελευταίες εκλογές της 25ης Ιουνίου, επισήμανε: «Είναι μια πρωτόγνωρη διαδικασία. Έχουμε τη μεγάλη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ. Έχουμε την παραίτηση του Τσίπρα. Αυτό δεν πρέπει να το ξεπερνάμε εύκολα γιατί έχει σημαδέψει τη σύγχρονη ιστορία του τόπου τα τελευταία χρόνια. Από κει και πέρα έχουμε την είσοδο κάποιων κομμάτων στη Βουλή. Μόνο τα γραφικά να δεις με το πώς είναι τοποθετημένοι τώρα -που σκοτώνονται κιόλας γιατί μπήκαν (…) Ας ελπίσουμε ότι όλο αυτό η Δημοκρατία έχει τη δυνατότητα να το αντιμετωπίσει. Και λέω η δημοκρατία, γιατί δεν κινδυνεύει ποτέ, η δημοκρατία δεν κινδυνεύει. Αλλά κάποιοι μπορεί να ονειρεύονται ότι μπορεί “να βάλουν φιτίλι” στα θεμέλια της δημοκρατίας – και ελπίζουμε να μην το καταφέρουν».