Η 21χρονη Μαρία επέζησε από κάτι που δεν γίνεται... ούτε στο σινεμά, όταν ο 47χρονος οδηγός του λεωφορείου ΚΤΕΛ Αρκαδίας, που εκτελούσε τη διαδρομή με προορισμό την Τρίπολη, έπαθε ανακοπή καρδιάς και το όχημα πήγαινε σούμπιτο στον γκρεμό. Η κοπέλα, μιλώντας στο MEGA, αποκάλυψε ότι σώθηκε δύο φορές, την πρώτη, όταν κάποια μπάζα σταμάτησαν την πορεία του οχήματος πριν πέσει, και τη δεύτερη, όταν άνοιξε η πισινή πόρτα αντί της μπροστινής, η οποία θα την έβγαζε στο κενό. 

Ο 47χρονος οδηγός του λεωφορείου ΚΤΕΛ πέθανε, αλλά η 21χρονη, που αποκάλυψε ό,τι πέρασε, αναθεώρησε σίγουρα τις αξίες της ζωής. 



Αρκαδία: "Μαρία, πέθανες τώρα, τέλος, ό,τι έζησες έζησες"

Μιλώντας στο Mega, η επιβάτις είπε: «Σκεφτόμουν εκείνην τη στιγμή "Μαρία, εντάξει, εδώ πέθανες τώρα, τέλος, ό,τι έζησες έζησες". Σκεφτόμουν και αυτό εκείνη τη στιγμή».

Για τον οδηγό είπε ότι «νόμιζα στην αρχή ότι είχε σκύψει ο άνθρωπος. Μόλις βλέπω ότι φεύγουμε από τον δρόμο, λέω "εδώ κάτι γίνεται". Δεν υπήρχε χειρόφρενο, το χειρόφρενο ήταν στη μεριά του απ' ό,τι έμαθα. Εκείνη τη στιγμή εγώ τα είχα χάσει, εν τω μεταξύ, δεν ξέρω τι μου γινόταν. Έβλεπα τον άνθρωπο να πεθαίνει και εμείς να… Το λεωφορείο να φεύγει».

Περιέγραψε την αγωνία της να βγει από το όχημα που «κρεμόταν» στο χείλος του γκρεμού.

«Μόλις βλέπω ότι εμείς πέφτουμε στον γκρεμό, ότι έφευγε το λεωφορείο, πήγα και ξάπλωσα ανάμεσα στον διάδρομο, για να κρατηθώ, δεν κατάλαβα για ποιο λόγο το έκανα αυτό. Μόλις βλέπω ότι το λεωφορείο σταμάτησε, ότι βρήκε και ότι είμαι ακόμα ζωντανή, σηκώθηκα, πάτησα ό,τι κουμπιά βρήκα μπροστά μου. Ανοίγει η πόρτα -ευτυχώς που άνοιξε- παίρνω την τσάντα μου, το κινητό μου και πώς κατέβηκα, ένας Θεός ξέρει».

Όπως είπε, διασώθηκε επειδή το λεωφορείο «βρήκε» σε μπάζα που υπήρχαν στην πορεία του, έκοψε ταχύτητα και έτσι σταμάτησε στο χείλος του γκρεμού. «Σταμάτησε εκεί πέρα, πάτησα τα κουμπιά και άνοιξε η πίσω πόρτα», περιέγραψε.



Αφού απεγκλωβίστηκε η κοπέλα, ειδοποίησε τις Αρχές, που έσπευσαν ταχύτατα. «Δεν ήταν κάποιος εκείνη τη στιγμή. Όταν βγήκα εγώ από το λεωφορείο, δεν ήταν κανείς. Βγήκα, πήρα το πρώτο τηλέφωνο που βρήκα μπροστά μου. Αν άνοιγε η μπροστινή πόρτα θα αυτοκτονούσα μόνη μου για την ακρίβεια, δηλαδή ασυνείδητα όπως τα έκανα όλα αυτά θα έπαιρνα την τσάντα και θα έφευγα και θα έπεφτα μόνη μου στον γκρεμό. Πάλι καλά που άνοιξε η πίσω πόρτα, πήρα την τσάντα μου και έφυγα κατευθείαν».