Δύο ταπεινοί γέροντες ανακηρύχθηκαν νέοι Άγιοι - Ποιοι ήταν ο Αθανάσιος Χαμακιώτης και ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος
Με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ανακηρύχθηκαν δύο νέοι άγιοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Στην αγιοκατάταξη του ιερομονάχου Αθανάσιου Χαμακιώτη και του γέροντα Γερβάσιου Παρασκευόπουλου προχώρησε χθες η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Αθανάσιος Χαμακιώτης υπήρξε ιδρυτής του Ιερού Ησυχαστηρίου Παναγίας Φανερωμένης Ροδοπόλεως Αττικής και εφημέριος για πολλά έτη του ιερού ναού Παναγίας Νεραντζιωτίσσης Αμαρουσίου, ενώ ο Γερβάσιος Παρασκευόπουλος διετέλεσε ηγούμενος της Μονής Γηροκομείου Πατρών, καθώς και πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Τη γνωστοποίηση της αγιοκατατάξης του ιερομόναχου Αθανάσιου Χαμακιώτη έκανε η Μητρόπολη Κηφισίας, ενώ του γέροντα Γερβασίου Παρασκευόπουλου η Μητρόπολη Πατρών. Ωστόσο, αναμένεται η επίσημη ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Εκοιμήθη στις 17 Αυγούστου του 1967, σε ηλικία 76 ετών, πλήρης ημερών και καλών έργων. Το βίο του ιερομονάχου Αθανάσιου Χαμακιώτη έγραψε ο μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει: «Κοντά στη “Νερατζιώτισσα”, σ’ ένα φτωχικό σπίτι, κατοικούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα, παράλυτη. Δεν είχε κάποιον άνθρωπο να την περιποιείται. Παραδόξως, όμως, όσοι την επισκέπτονταν έβλεπαν το σπίτι της καθαρό, περιποιημένο. Τα ρούχα της, πλυμένα και σιδερωμένα. Το φαγητό της, έτοιμο. Δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν αυτό. Όμως, ούτε και η ίδια η παράλυτη έλεγε κάτι. Η περιέργεια οδήγησε κάποιους να παραφυλάξουν. Και να δουν. Και να μάθουν. Και αυτό που διαπιστώθηκε είναι ότι ο “δράστης” πίσω από όλο αυτό ήταν ο γέροντας Αθανάσιος. Όταν βράδιαζε, έπαιρνε το ραβδί του και ξεκινούσε για το σπίτι της παράλυτης. Σκούπιζε, καθάριζε, τακτοποιούσε το σπίτι, μαγείρευε και, όταν τελείωνε, επέστρεφε στο κελί του έχοντας μαζί και τα άπλυτα ρούχα. Τα έπλενε, τα σιδέρωνε και την επόμενη μέρα τα επέστρεφε. (…) Στις 23 Οκτωβρίου 2014, 47 χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του, έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του οσίου γέροντος. Με πολλή συγκίνηση ο σεβασμιότατος κ. Κύριλλος πήρε στα χέρια του την τιμία κάρα και ευλόγησε τους παρισταμένους. Τα ιερά λείψανα ετοιμάστηκαν από τους πατέρες και μεταφέρθηκαν στο καθολικό και εν συνεχεία στο κελί του γέροντα, ενώ ύστερα από λίγες ώρες έγινε αισθητή η παρουσία του, αφού μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε το κελί του και όλο το χώρο του ησυχαστηρίου».
Ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος κατέστη ιδιαίτερα αγαπητός λόγω της προσφοράς στους Μικρασιάτες πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Πάτρα, αλλά και για τη βοήθεια που προσέφερε στους πένητες και περιθωριακούς πολίτες της εποχής.
Ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1877, στο χωριό Νυμφασία (τότε Γρανίτσα ) Γορτυνίας. Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος και η Βασιλική Παρασκευοπούλου, την οποία και έχασε στην ηλικία των τριών ετών. Ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά. Όμως, η μητριά του του φερόταν βάναυσα πολλές φορές. Μετά την ηλικία των δώδεκα ετών, λόγω των έντονων οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του, υποχρεώθηκε να εργαστεί ως βοηθός σε διάφορες δουλειές για να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Επιθυμία όμως του ίδιου ήταν να φοιτήσει στο σχολείο, τη στιγμή που είχε ήδη αρχίσει να δείχνει την κλίση του προς την ιερατική ζωή που θα ακολουθούσε, θέλοντας να γίνει μοναχός.
Το 1905 αποφοίτησε από το Σχολαρχείο και εισήχθη στο Ανώτερο Φροντιστήριο της Ριζαρείου Σχολής, επί διευθύνσεως του αγίου Νεκταρίου, ο οποίος τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε ιδιαίτερα, διαβλέποντας σε αυτόν «τον αυριανό πνευματικό ηγέτη της Εκκλησίας», όπως είχε πει.
Το 1910, σε ηλικία 33 ετών, χειροτονήθηκε ιερέας και τέσσερα χρόνια αργότερα έλαβε το πτυχίο του διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα, ο μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος εκτίμησε πολύ την προσωπικότητα και τη μόρφωση του Γερβασίου και γι’ αυτό τον τοποθέτησε στη θέση του πρωτοσύγκελλου της Μητρόπολης των Αθηνών.
Ο άγιος Γεώργιος Χαμακιώτης
Ο πατήρ Αθανάσιος, κατά κόσμον Γεώργιος Χαμακιώτης, γεννήθηκε το 1891 σε ένα μικρό ορεινό χωριό των Καλαβρύτων, την Τουρλάδα. Σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων έγινε δόκιμος μοναχός στην Αγία Λαύρα, όπου μόναζε και ο θείος του, ο ιερομόναχος πατέρας Χαρίτων Αναγνωστόπουλος. Έπειτα από επταετή δοκιμασία κι αφού τελείωσε την Ιερατική Σχολή Άρτης, εκάρη μοναχός με το όνομα Αθανάσιος. Σε ηλικία 25 ετών χειροτονήθηκε διάκονος και στις 14 Σεπτεμβρίου 1921, σε ηλικία 30 ετών, πρεσβύτερος, ενώ το 1931 ήρθε στην Αθήνα για λόγους υγείας, όπου υπηρέτησε για λίγο στην Ανάληψη, τη Γλυφάδα, τη Μάνδρα και το 1936 διορίστηκε εφημέριος σε ένα πολύ παλιό και όμορφο εκκλησάκι, την Παναγία τη Νερατζιώτισσα στο Μαρούσι. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έζησε σε ένα μικρό μοναστήρι, την Παναγία τη Φανερωμένη, το οποίο έφτιαξε ο ίδιος στη σημερινή Ροδόπολη (Μπάλα) Αττικής. Εκεί βρίσκονται το κελί του με τα προσωπικά του αντικείμενα, η κάρα του και τα λείψανά του, αλλά και ο τάφος του.Εκοιμήθη στις 17 Αυγούστου του 1967, σε ηλικία 76 ετών, πλήρης ημερών και καλών έργων. Το βίο του ιερομονάχου Αθανάσιου Χαμακιώτη έγραψε ο μητροπολίτης Αργολίδος Νεκτάριος, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει: «Κοντά στη “Νερατζιώτισσα”, σ’ ένα φτωχικό σπίτι, κατοικούσε μια ηλικιωμένη γυναίκα, παράλυτη. Δεν είχε κάποιον άνθρωπο να την περιποιείται. Παραδόξως, όμως, όσοι την επισκέπτονταν έβλεπαν το σπίτι της καθαρό, περιποιημένο. Τα ρούχα της, πλυμένα και σιδερωμένα. Το φαγητό της, έτοιμο. Δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν αυτό. Όμως, ούτε και η ίδια η παράλυτη έλεγε κάτι. Η περιέργεια οδήγησε κάποιους να παραφυλάξουν. Και να δουν. Και να μάθουν. Και αυτό που διαπιστώθηκε είναι ότι ο “δράστης” πίσω από όλο αυτό ήταν ο γέροντας Αθανάσιος. Όταν βράδιαζε, έπαιρνε το ραβδί του και ξεκινούσε για το σπίτι της παράλυτης. Σκούπιζε, καθάριζε, τακτοποιούσε το σπίτι, μαγείρευε και, όταν τελείωνε, επέστρεφε στο κελί του έχοντας μαζί και τα άπλυτα ρούχα. Τα έπλενε, τα σιδέρωνε και την επόμενη μέρα τα επέστρεφε. (…) Στις 23 Οκτωβρίου 2014, 47 χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του, έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του οσίου γέροντος. Με πολλή συγκίνηση ο σεβασμιότατος κ. Κύριλλος πήρε στα χέρια του την τιμία κάρα και ευλόγησε τους παρισταμένους. Τα ιερά λείψανα ετοιμάστηκαν από τους πατέρες και μεταφέρθηκαν στο καθολικό και εν συνεχεία στο κελί του γέροντα, ενώ ύστερα από λίγες ώρες έγινε αισθητή η παρουσία του, αφού μια άρρητη ευωδία πλημμύρισε το κελί του και όλο το χώρο του ησυχαστηρίου».
Ο άγιος Γερβάσιος Παρασκευόπουλος
Ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος (1877-1964) ήταν Έλληνας θεολόγος και κληρικός. Διετέλεσε ηγούμενος της Μονής Γηροκομείου Πατρών, καθώς και πρωτοσύγκελλος της Αρχιεπισκοπής Αθηνών (1939-1941). Στις 29 Ιουνίου 2014 ορίστηκε και πραγματοποιήθηκε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του οσίου γέροντα Γερβασίου. Ετελέσθη μέγας πανηγυρικός εσπερινός στις παιδικές κατασκηνώσεις του πατρός Γερβασίου, όπου βρίσκεται και ο τάφος του. Στη συνέχεια ετελέσθη η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του οσίου γέροντα. Πλήθος κόσμου, από πολλά μέρη της Ελλάδας, παρευρέθησαν την ημέρα εκείνη για να τιμήσουν τη μνήμη του. Ακόμα και στις ταράτσες των οικοδομημάτων ανέβαιναν! Ευωδία πλημμύριζε τον τόπο όλο, ιδιαίτερα κατά το άνοιγμα του τάφου, και όταν ο μητροπολίτης Πατρών κράτησε και ευλόγησε τον κόσμο με την τιμία κάρα του, οι πιστοί αναφωνούσαν «άγιος, άγιος!» και τα δάκρυα χαράς έρρεαν ποτάμι! Ακολούθησε λιτάνευση των λειψάνων εντός των κατασκηνώσεων έως το κελί του γέροντα και τέλος έγινε η τοποθέτησή τους στον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής, όπου φυλάσσονται μέχρι και σήμερα.Ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος κατέστη ιδιαίτερα αγαπητός λόγω της προσφοράς στους Μικρασιάτες πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Πάτρα, αλλά και για τη βοήθεια που προσέφερε στους πένητες και περιθωριακούς πολίτες της εποχής.
Ο γέροντας Γερβάσιος Παρασκευόπουλος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1877, στο χωριό Νυμφασία (τότε Γρανίτσα ) Γορτυνίας. Γονείς του ήταν ο Χαράλαμπος και η Βασιλική Παρασκευοπούλου, την οποία και έχασε στην ηλικία των τριών ετών. Ο πατέρας του παντρεύτηκε ξανά. Όμως, η μητριά του του φερόταν βάναυσα πολλές φορές. Μετά την ηλικία των δώδεκα ετών, λόγω των έντονων οικονομικών προβλημάτων της οικογένειάς του, υποχρεώθηκε να εργαστεί ως βοηθός σε διάφορες δουλειές για να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Επιθυμία όμως του ίδιου ήταν να φοιτήσει στο σχολείο, τη στιγμή που είχε ήδη αρχίσει να δείχνει την κλίση του προς την ιερατική ζωή που θα ακολουθούσε, θέλοντας να γίνει μοναχός.
Το 1905 αποφοίτησε από το Σχολαρχείο και εισήχθη στο Ανώτερο Φροντιστήριο της Ριζαρείου Σχολής, επί διευθύνσεως του αγίου Νεκταρίου, ο οποίος τον εκτιμούσε και τον αγαπούσε ιδιαίτερα, διαβλέποντας σε αυτόν «τον αυριανό πνευματικό ηγέτη της Εκκλησίας», όπως είχε πει.
Το 1910, σε ηλικία 33 ετών, χειροτονήθηκε ιερέας και τέσσερα χρόνια αργότερα έλαβε το πτυχίο του διδάκτορα της Θεολογικής Σχολής. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα, ο μητροπολίτης Θεόκλητος Μηνόπουλος εκτίμησε πολύ την προσωπικότητα και τη μόρφωση του Γερβασίου και γι’ αυτό τον τοποθέτησε στη θέση του πρωτοσύγκελλου της Μητρόπολης των Αθηνών.