Με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας, διοργανώθηκε ένα special event στο γνωστό εστιατόριο «Maria Callas» στο Θησείο, στο χώρο που κάποτε η μεγάλη σοπράνο σπούδαζε, καθώς εκεί ήταν το ωδείο της. Η Λιάνα Σκουρλή, πρόεδρος του «Συλλόγου Μαρία Κάλλας» και του «Μουσείου Μαρία Κάλλας», μίλησε στην «ON time» για τη σχέση που είχε μαζί της και αποκάλυψε μυστικά από την προσωπική ζωή της μεγάλης ντίβας.

Η Μαρία Κάλλας γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου το 1923 στο «Flower Hospital» στη Νέα Υόρκη, στο Μανχάταν. Οι γονείς της ήταν Έλληνες από τον Μελιγαλά της Μεσσηνίας.

Πώς συνδεθήκατε μαζί της;

Άκουσα τη Μαρία Κάλλας το 1957 με τη μητέρα μου. Τότε ήμουν μικρό κοριτσάκι και εντυπωσιάστηκα. Είχα την τύχη τότε να είναι στις μεγάλες της δόξες, κι εγώ διάβαζα τα πάντα για εκείνη και είχα εντυπωσιαστεί. Όταν ήμουν 23 χρόνων και σπούδαζα στην Ουάσινγκτον, είχε έρθει να τραγουδήσει στο «Kennedy Center». Εγώ τότε ήμουν υπάλληλος στην ελληνική πρεσβεία κι, επειδή μιλάω πολύ καλά γαλλικά, ιταλικά και αγγλικά, με έστειλαν να τη βοηθήσω σε κάτι γράμματα στα γαλλικά. Την αγάπησα, ήταν πολύ απλή, πολύ προσγειωμένη, τρυφερή, ήταν μανούλα. Δεν γνώρισα την ντίβα, αλλά τη Μαρία.

Ποια ήταν η πιο τρυφερή στιγμή που θυμάστε από εκείνη;

Μου είπε δύο πράγματα, με συμβούλεψε να κάνω αυτά που αγαπάω πάρα πολύ και να τα κάνω δουλειά. Με ρώτησε: «Τι θέλεις;», εγώ τότε ήθελα να γίνω διπλωμάτης. Μου είπε: «Αν το αγαπήσεις, θα μείνεις εκεί όλη σου τη ζωή, αν δεν το αγαπήσεις, θα φύγεις και θα κάνεις κάτι άλλο». Ήταν σαν να τα προφήτευσε, γιατί έπειτα από δέκα χρόνια στο διπλωματικό, έφυγα γιατί δεν μου άρεσε καθόλου. Έτσι, έγινα ιστορικός τέχνης και επιτυχημένη art dealer στους ιμπρεσιονιστές. Το δεύτερο που μου είπε ήταν: «Εμείς οι γυναίκες είμαστε τρυφερές και πάντα συμπληρωνόμαστε, αν γίνουμε μανούλες. Μη χαραμίσεις όλη σου τη ζωή στο επάγγελμα». Εκείνο που μου έκανε τρομερή εντύπωση ήταν το πόσο θλιμμένα ήταν τα μάτια της. Η Μαρία Κάλλας χαμογελούσε και τα μάτια της κλαίγανε». Ήταν το 1973, που μόλις είχε γίνει γνωστό ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης έπασχε από την ανίατη ασθένεια με τα βλέφαρά του. Τότε δεν μιλούσε για τον Ωνάση, γιατί είχε πεθάνει το παιδί του και δεν είχαν πολλή σχέση, παρότι σε όλες τις μεγάλες του στενοχώριες απευθυνόταν σε εκείνη. Ήμουν εντυπωσιασμένη με τη Μαρία Κάλλας, σαν να έβλεπα μαντόνα.

Τι άλλο σας είχε πει;

Με είχε ρωτήσει αν έχω κάποιο φίλο, κι εγώ της απάντησα ότι είχα μια πολύ μεγάλη απογοήτευση. Τότε είχα περάσει μια οδυνηρή εμπειρία στον έρωτα. Το βράδυ είχαμε κάνει μια δεξίωση στην πρεσβεία, κι εκείνη, μόλις ήρθε, με αγκάλιασε μπροστά σε όλο τον κόσμο και βγάλαμε φωτογραφίες.

Έχετε τις φωτογραφίες αυτές;

Τι να σκεφτώ τότε εγώ για τις φωτογραφίες; Ήμουν 24 χρόνων. Πώς να σκεφτώ ότι θα έπρεπε να φυλάω σαν φυλαχτό τις φωτογραφίες με αυτή τη γυναίκα; Την έχω στην ψυχή μου. Δεν είχα υπόψη μου ότι θα αναμειχθώ σε ό,τι είχε να κάνει με το «Μουσείο Μαρίας Κάλλας». Απλούστατα, βγάζοντας χρήματα, αγόραζα αντικείμενα της Κάλλας για μένα.

Εκτός από τους δίσκους της, τι άλλο αγοράζατε;

Όχι τους δίσκους της, καθόλου, ούτε μαγνητόφωνο δεν είχα τότε. Αγόραζα κοσμήματά της, ρολόγια που τα φορούσε στα πέτα της. Τα αγόραζα σε δημοπρασίες στην Ιταλία, στο Παρίσι. Τώρα όλα αυτά τα έχω δώσει στο μουσείο. Στο «Μουσείο Μαρία Κάλλας» έχω δώσει πάνω από πενήντα αντικείμενα, τα οποία συγκέντρωσα σε διάστημα 25 ετών.

Πόσο στοιχίζουν όλα αυτά αθροιστικά;

Στοιχίζουν πάνω από 100.000 ευρώ, αλλά έχω δώσει κι άλλα. Έχουμε αγοράσει όλες τις παρτιτούρες της Μαρίας Κάλλας, 295 βιβλία. Η Μαρία Κάλλας διάβαζε και μάθαινε απέξω την όπερα, γιατί δεν έβλεπε, είχε μεγάλη μυωπία. Αυτή η γυναίκα αγάπησε την τέχνη της, θυσιάστηκε γι’ αυτήν και μετά για τον έρωτα. Η ζωή της ήταν ένα ολοκαύτωμα στην τέχνη και στον έρωτα. Την έχω πονέσει τόσο πολύ.

Πέθανε τόσο δυστυχισμένη. Να έχεις αγαπήσει, να έχεις δώσει το παν -εγκατέλειψε τα πάντα, τη φωνή, την καριέρα, τον άντρα της, για να είναι με αυτό τον άνθρωπο (Αριστοτέλη Ωνάση). Δεν τον παντρεύτηκε από περηφάνια. Αν ήταν λίγο πιο έξυπνη… ήταν εξαιρετικά ανασφαλής.

Μεγάλωσε χωρίς αγάπη, ο πρώτος άνθρωπος που πραγματικά τη σύστησε ήταν ο Μενεγκίνι, που την εκμεταλλεύτηκε, αλλά ήταν και 25 χρόνια πιο μικρή. Το μόνο που είχε να της προσφέρει ήταν η προστασία και τα χρήματά του. Ο Φον Κάραγιαν τη συμπάθησε πάρα πολύ, ο Παζολίνι, που ήταν γκέι, τη λάτρεψε. Είχε αγάπη, αλλά όχι από εκείνον που αγάπησε. Πριν πεθάνει ο Ωνάσης, η Κάλλας ήταν στο νοσοκομείο δίπλα του και της είπε: «Δεν σε αγάπησα με τον τρόπο που ήθελες, αλλά σε αγάπησα».

Την αγάπησε, ήταν η μοναδική γυναίκα που τον αγάπησε αλτρουιστικά, ανθρώπινα, ενώ η Τζάκι τον «ξεπουπούλιασε». Αυτή τον αγάπησε με όλη της την ψυχή. Γι’ αυτό, όταν δεν έκαναν έρωτα, όταν πέρασαν μαζί τρία χρόνια μετά το γάμο του με την Τζάκι, ήταν τα πιο ευτυχισμένα της ζωής του Ωνάση, γιατί ήταν η αληθινή αγάπη που είχαν δύο άτομα, κι αυτή την έβρισκε κοντά της.

Ήταν χαζή που δεν επέμεινε και, φυσικά, που «έχασε» το παιδάκι που γέννησε. Έχω μιλήσει με το συγγραφέα Νίκολας Γκέιτζ και έχουμε και το πιστοποιητικό γέννησής του. Πήγε στο Μιλάνο και το βρήκε. Το παιδάκι γεννήθηκε και πέθανε σε τέσσερις ώρες, γιατί γεννήθηκε στους 
οκτώ μήνες. Δεν είχε αναπτύξει αρκετά τους πνεύμονές του. Μάλιστα, όταν πέθανε, κι αυτό είναι κάτι που μου το είπε ο Ιωαννίδης, που ήταν πρόεδρος της Ολυμπιακής…

Τι σας είπε;

Έχω ένα γράμμα, το τελευταίο γράμμα που έγραψε στον Ωνάση το 1968, στα γενέθλιά του, πριν εκείνος παντρευτεί την Τζάκι. Είναι ένα γράμμα που, μόλις το διαβάζεις, κλαις με μαύρο δάκρυ.

Τι γράφει το γράμμα αυτό;

Πόσο τον αγάπησε και πόσο τυχερή ήταν που τον γνώρισε. Ο Ιωαννίδης μού είπε ότι, όταν πέθανε ο γιος του ο Αλέξανδρος, στη Μαρία έτρεξε ο Ωνάσης. Μάλιστα, της είχε πει: «Τι κρίμα, αν είχαμε τον Όμηρο…». Όμηρο είχαν βαφτίσει το μωρό που έκαναν με τη Μαρία. Ήταν το όνομα του αγαπημένου θείου του Ωνάση, του αδελφού του πατέρα του.

Είχαν κάνει αεροβάπτισμα…

Ναι. Ο Ωνάσης είχε πει στην Κάλλας για το θείο του, που τον αγαπούσε πολύ και έτσι ονόμασε το παιδί Όμηρο. Είναι μια δραματική ιστορία, μια τραγωδία, αυτό που έζησε η Κάλλας.