Η υιοθεσία είναι μια πράξη αγάπης, στην οποία καταφεύγουν πολλά ζευγάρια, αλλά και μεμονωμένα άτομα, είτε από επιλογή είτε λόγω υπογονιμότητας. Για πολλά χρόνια ο δρόμος προς την υιοθεσία ήταν δύσκολος και ανηφορικός. Ωστόσο, μετά τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις η διαδικασία αυτή έχει γίνει σαφώς πιο εύκολη και γρήγορη, άρα και λιγότερο ψυχοφθόρα για κάποιον που επιθυμεί να ανοίξει την αγκαλιά του σε ένα παιδί που βρίσκεται σε ίδρυμα.

Τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» παρουσιάζουν βήμα προς βήμα όλες εκείνες τις ενέργειες που πρέπει να κάνει ένας υποψήφιος θετός γονέας για να αποκτήσει παιδί. Από τον Απρίλιο του 2019 όλες οι αιτήσεις για υιοθεσία ανηλίκου γίνονται ηλεκτρονικά, ενώ όσον αφορά τους έγγαμους είναι απαραίτητη η δήλωση συναίνεσης του/ της συζύγου. Με την αίτηση, λοιπόν, αναρτώνται στη διαδικτυακή πύλη anynet ηλεκτρονικά τα εξής δικαιολογητικά: πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, εκκαθαριστικό για τα τρία τελευταία έτη και πιστοποιητικό δημόσιου νοσηλευτικού ιδρύματος, από το οποίο να προκύπτει ότι ο αιτών έχει καλή ψυχική, διανοητική και σωματική υγεία, ιδίως μάλιστα ότι δεν πάσχει από χρόνια μεταδοτικά νοσήματα.

Παράλληλα, αναρτώνται μια σειρά άλλων δικαιολογητικών, όπως το πιστοποιητικό περί μη θέσης σε δικαστική συμπαράσταση ή κίνησης σχετικής διαδικασίας από το Πρωτοδικείο του τόπου μόνιμης κατοικίας των αιτούντων, ένα αντίγραφο ποινικού μητρώου, πιστοποιητικό εισαγγελικής Αρχής ότι ο αιτών δεν είναι φυγόδικος ή φυγόποινος και, τέλος, φωτοτυπία αστυνομικής ταυτότητας ή διαβατηρίου. Ακολουθεί ο έλεγχος των δικαιολογητικών αυτών από την κοινωνική υπηρεσία και, εφόσον η αίτηση εγκριθεί, αναλαμβάνει στη συνέχεια εξειδικευμένος κοινωνικός λειτουργός, που αξιολογεί το οικογενειακό περιβάλλον, τις συνθήκες και τα κίνητρα για την υιοθεσία.

Η διαδικασία αυτή καταλήγει στην έκθεση της κοινωνικής έρευνας, ενώ στο επόμενο στάδιο είναι η υποχρεωτική παρακολούθηση προγράμματος εκπαίδευσης 30 ωρών, με σκοπό την καλύτερη προετοιμασία του ενδιαφερομένου για τον καινούργιο του ρόλο. Με την ολοκλήρωση της εκπαίδευσης, ο αιτών εγγράφεται στο Εθνικό Μητρώο Υποψηφίων Θετών Γονέων. Αν η διαδικασία αυτή καταλήξει σε αρνητική έκβαση, τότε ο ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλει νέα αίτηση έπειτα από τρία χρόνια.

Προϋποθέσεις

Για να υιοθετήσει κάποιος ένα παιδί, δεν παίζει ρόλο αν είναι έγγαμος. Η υιοθεσία μπορεί να γίνει και από ένα άτομο, είτε άνδρα είτε γυναίκα. Ωστόσο, υπάρχουν συγκεκριμένα κριτήρια. Ο υποψήφιος θετός γονέας θα πρέπει να είναι άνω των 30 ετών και να μην έχει ξεπεράσει τα 60. Επίσης, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 18 χρόνια μεγαλύτερος από το παιδί που υιοθετεί, ενώ η διαφορά τους θα πρέπει ταυτόχρονα να είναι και μικρότερη των 50 ετών.

Μέχρι σήµερα δεν µπορούν να υποβάλουν αίτηση για υιοθεσία άτοµα οµόφυλα ή ετερόφυλα που έχουν υπογράψει σύµφωνο συµβίωσης. Η διαδικασία της υιοθεσίας παλαιότερα ήταν αρκετά χρονοβόρα, µε τους υποψηφίους να απογοητεύονται και κάποιους να µην µπαίνουν καν στη διαδικασία αυτή. Σήµερα η διαδικασία κυλά γρηγορότερα, ωστόσο και πάλι, µέχρι να γίνουν όλες οι απαραίτητες ενέργειες, µπορεί το παιδί να φτάσει στο νέο του σπίτι έπειτα από έναν χρόνο. Παράλληλα, πρέπει να βρεθεί το κατάλληλο οικογενειακό περιβάλλον για κάθε παιδί. Πρέπει δηλαδή για «ταιριάξουν» γονείς και παιδιά. Ωστόσο, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι υποψήφιοι γονείς δεν δέχονται το παιδί που τους προτείνουν, ενώ θα πρέπει να συνυπολογιστεί το γεγονός πως πλέον υπάρχουν πολύ λιγότερα παιδιά στα ιδρύµατα της χώρας.

Η αναδοχή 

Υπάρχουν περιπτώσεις που κάποιο παιδί δεν µπορεί να δοθεί για υιοθεσία, αλλά για αναδοχή. Στην περίπτωση αυτή, τα δεδοµένα είναι απλουστευµένα, ωστόσο κάποιος που θα γίνει ανάδοχος θα πρέπει να είναι προετοιµασµένος πως το παιδί κάποια στιγµή µπορεί να φύγει από την αγκαλιά του και, αν οι συνθήκες το επιτρέψουν, να επιστρέψει στη βιολογική του οικογένεια.

Η διαδικασία της αναδοχής γίνεται µε τρεις τρόπους:

α) µε σύµβαση µεταξύ των φυσικών γονέων και του φορέα που έχει την επιτροπεία ή την επιµέλεια του προς αναδοχή ανηλίκου
β) µε δικαστική απόφαση
ή γ) µε εισαγγελική διάταξη.

Ωστόσο, στην αναδοχή υπάρχουν δύο βασικές διαφορές. Η πρώτη είναι η οικογενειακή κατάσταση των αιτούντων. Κατάλληλοι να γίνουν ανάδοχοι είναι οικογένειες που αποτελούνται από συζύγους ή έχοντες συνάψει σύµφωνο συµβίωσης, µε ή χωρίς παιδιά, ή µεµονωµένα άτοµα, άγαµα ή διαζευγµένα ή σε χηρεία, µε ή χωρίς παιδιά, που µπορεί να είναι συγγενείς εξ αίµατος οποιουδήποτε βαθµού µε το ανήλικο τέκνο. Η δεύτερη αφορά στα ηλικιακά όρια. Εδώ οι υποψήφιοι θα πρέπει να έχουν συµπληρώσει τα 25 έτη και να µην έχουν υπερβεί τα 75. Θα πρέπει να έχουν, δε, διαφορά ηλικίας από το αναδεχόµενο άτοµο από 18 έως 60 έτη.

Για την αναδοχή έχει µάλιστα θεσπιστεί επίδοµα αναδοχής, ως οικονοµική ενίσχυση προς όλες τις ανάδοχες οικογένειες, το οποίο κυµαίνεται από 325 έως και 1.200 ευρώ τον µήνα, ανάλογα µε τις ειδικές ανάγκες των παιδιών. Συνολικά στις 95 δοµές παιδικής προστασίας της χώρας υπάρχουν 1.265 ανήλικα, σύµφωνα µε το Εθνικό Μητρώο Ανηλίκων, στο οποίο εγγράφονται όλοι οι ανήλικοι που τοποθετούνται σε µονάδες παιδικής προστασίας. Μάλιστα, µέσα σε τρεις µήνες από την εισαγωγή ενός ανηλίκου σε µονάδα οφείλεται να έχει συµπληρωθεί ατοµικό σχέδιο για την οικογενειακή του αποκατάσταση.

Σοφία Ζαχαράκη: "Στόχος μας, να διευκολύνουμε όσους θέλουν να αποκτήσουν παιδιά"

Ο στόχος μας είναι να συνεχίσουμε να διευκολύνουμε τους συμπολίτες μας που θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, δίνοντάς τους κίνητρα ή και διευκολύνοντας τις διαδικασίες για επιλογές όπως η αναδοχή και η υιοθεσία. Και επίκεντρο της προσπάθειάς μας είναι πάντα το παιδί, που θέλουμε να μεγαλώσει σε ένα ζεστό και οικογενειακό περιβάλλον. Συγχρόνως, φροντίζουμε έτσι ώστε να βελτιώνονται οι συνθήκες διαβίωσης των παιδιών στα κέντρα παιδικής προστασίας, με μια χαρακτηριστική μείωση στον αριθμό των παιδιών τα τελευταία χρόνια.

Το ενθαρρυντικό είναι ότι το 2022, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, υπήρξε μια αξιοσημείωτη αύξηση των υιοθεσιών στη χώρα: 274 παιδιά βρήκαν οικογένεια, σπίτι και όλα συνδέονται με αυτά. Ασφάλεια, φροντίδα, υποστηρικτικό περιβάλλον. Είχαν προηγηθεί άλλα 184 παιδιά το 2021. Αντιλαμβάνεστε ότι αυτό είναι αποτέλεσμα μιας συγκροτημένης πολιτικής και κυρίως μιας δέσμευσης που έχουμε αναλάβει ως κυβέρνηση. Να βγάλουμε τα παιδιά από τα ιδρύματα. Να βρούμε τους κατάλληλους για κάθε παιδί θετούς γονείς και αναδόχους. Για να το πετύχουμε, πρώτα έπρεπε να ξέρουμε ακριβώς πόσα παιδιά βρίσκονται στα κέντρα παιδικής προστασίας.

Η ηλεκτρονική καταγραφή ήταν από τις πρώτες μέριμνες που έλαβε η τότε υφυπουργός Εργασίας, κ. Δόμνα Μιχαηλίδου, και έτσι σήμερα γνωρίζουμε ότι 1.265 παιδιά, εκ των οποίων 166 με αναπηρίες, βρίσκονται σε μονάδες παιδικής προστασίας. Τον Σεπτέμβριο του 2023 αναβαθμίσαμε το πληροφοριακό σύστημα anynet και έχει βοηθήσει πολύ, αλλά πρέπει να επιταχύνουμε ακόμα περισσότερο τον χρόνο επεξεργασίας και απάντησης στις αιτήσεις. Γνωρίζουμε ότι, βελτιώνοντας ή και εξαλείφοντας την εξαντλητική και ψυχικά εξουθενωτική γραφειοκρατία, ενθαρρύνουμε περισσότερους ανθρώπους να επιλέξουν την υιοθεσία και την αναδοχή. Συγχρόνως, γνωρίζουμε καλά ότι πρέπει να ενισχυθεί ο αριθμός των κοινωνικών λειτουργών σε όλες τις περιφέρειες και είμαστε σε συνεχή συνεργασία μαζί τους. Εχει θεσπιστεί το επίδομα αναδοχής, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκουμε να ενδυναμώσουμε έναν νέο θεσμό, τον θεσμό της επαγγελματικής αναδοχής.

Γνωρίζουμε ότι παιδιά με μεγάλο ποσοστό ψυχικής ή σωματικής αναπηρίας δεν είναι εύκολο να βρεθούν σε μια θετή οικογένεια. Προσβλέπουμε ότι με την επαγγελματική αναδοχή θα καταφέρουμε και αυτά τα παιδιά να έχουν την καλύτερη δυνατή φροντίδα εκτός των ιδρυμάτων. Ο συγκεκριμένος θεσμός εντάσσεται στα χρηματοδοτούμενα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης και καταφέραμε μάλιστα στην πρόσφατη επαναδιαπραγμάτευση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να αυξήσουμε την αποζημίωση για τον επαγγελματία ανάδοχο.  Πλέον, η επαγγελματική αναδοχή αποτελεί ακόμα ένα βήμα στην προσπάθεια για αποϊδρυματοποίηση.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 13/1