Η επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων στη Νομική Σχολή της Κομοτηνής, κατόπιν της μηνυτήριας αναφοράς που υπέβαλαν οι πανεπιστημιακές αρχές, με αποτέλεσμα το «σπάσιμο» της κατάληψης, το οποίο είχε ως συνέπεια την προσαγωγή 18 ατόμων, προκάλεσε μεταξύ άλλων και τις αντιδράσεις του νομικού κόσμου, καθότι το ζήτημα έχει, πέρα από πολιτική, και βαθιά νομική διάσταση. 

Η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας εξέφρασε με ανακοίνωσή της τον προβληματισμό της για τα εν λόγω γεγονότα, ενώ αρκετά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ζήτησαν με δημόσιες τοποθετήσεις τους την καταδίκη της «εισβολής» των ΜΑΤ στο Πανεπιστήμιο της Θράκης. 

Εντύπωση προκάλεσε η παρέμβαση του Συμβούλου του ΔΣΑ, Στέλιου Λεριού, που τάχθηκε με την άποψη  ότι «η αστυνομική παρέμβαση για την αντιμετώπιση εγκληματικών πράξεων είναι, ως έσχατο μέσο, απολύτως αναγκαία σε μια δημοκρατική πολιτεία που σέβεται τους ποινικούς της νόμους» και «όσοι υποστηρίζουν ότι δικαιολογείται η τέλεση εγκλημάτων, ας το πουν ευθέως».

Συγκεκριμένα, ο νεαρότερος σύμβουλος του Συλλόγου και απόφοιτος της Νομικής Κομοτηνής πήρε τον λόγο και υπογράμμισε ότι «η κατάληψη ενός πανεπιστημιακού χώρου αποτελεί ποινικό αδίκημα και ως τέτοιο πρέπει να διώκεται από την πολιτεία. Όσοι υποστηρίζουν ότι δικαιολογείται η τέλεση εγκλημάτων, ας το πουν ευθέως». 

Η συνολική τοποθέτηση του κ. Λεριού: 

  • Η επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων εντός των πανεπιστημιακών χώρων πρέπει να αποτελεί το ύστατο μέσο προκειμένου να διασφαλιστεί, τόσο η ελεύθερη πρόσβαση των φοιτητών εντός των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, όσο και εν γένει η τήρηση και εφαρμογή του νόμου.
  • Τα δυσανάλογα μέτρα καταστολής, σε σχέση με τη διασφάλιση της εφαρμογής του νόμου, όπου αυτά υφίστανται, είναι απόλυτα καταδικαστέα. Καθίσταται όμως σαφές, ότι η εφαρμογή και η τήρηση του νόμου πρέπει να υποστηρίζεται από όλους.
  • Η κατάληψη ενός πανεπιστημιακού χώρου αποτελεί ποινικό αδίκημα και ως τέτοιο πρέπει να διώκεται από την πολιτεία. Όσοι υποστηρίζουν ότι δικαιολογείται η τέλεση εγκλημάτων, ας το πουν ευθέως.
  • Οι σχετικές αποφάσεις, που λαμβάνονται από μία μειοψηφία φοιτητών και οι οποίες έχουν ληφθεί υπό καθεστώς παρανόμων και άκυρων διαδικασιών με τη συμβολή εξωπανεπιστημιακών παραγόντων, καθώς και υπό το πρίσμα εκφοβιστικών και άλλων αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων, είναι ολότελα ανυπόστατες.
  • Ουδείς δικαιούται να δεσμεύει με την ψήφο του την τύχη ενός χώρου που ανήκει σε άλλο νομικό πρόσωπο. Δεν υπάρχει εξουσία διάθεσης του χώρου από κανέναν.
  • Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία δεν μπορεί να υπονομεύει το δικαίωμα στην ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση και στις ακαδημαϊκές δραστηριότητες.
  • Οι καταλήψεις βλάπτουν την εικόνα και το κύρος του ελληνικού πανεπιστημίου, για το οποίο οι καταληψίες δήθεν «αγωνίζονται» και στερούν από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες το πολύτιμο δικαίωμα της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
  • Ως εκ τούτου, η αστυνομική παρέμβαση για την αντιμετώπιση εγκληματικών πράξεων είναι, ως έσχατο μέσο, απολύτως αναγκαία σε μια δημοκρατική πολιτεία που σέβεται τους ποινικούς της νόμους. Όπως απολύτως αναγκαία είναι και η διερεύνηση της ολιγωρίας των πρυτανικών αρχών, όταν αυτές παραδίδουν το πανεπιστήμιο στις δυνάμεις που του επιτίθενται.