Μία εξαφάνιση παιδιού κάθε 48 ώρες διαχειρίστηκε το «Χαµόγελο του Παιδιού» στην Ελλάδα το 2024. Από την υπόθεση του Άλεξ Μεσχισβίλι, που είχε συγκλονίσει τη χώρα το 2006, µέχρι σήµερα οι εξαφανίσεις παιδιών συνεχίζουν να σοκάρουν, αλλάζοντας µορφή.

«Η αλλαγή είναι πολυδιάστατη: ηλικιακή, ποιοτική, κοινωνική και ψυχολογική», λέει στα «Παραπολιτικά» η Ειρήνη Ριζοπούλου, κοινωνική λειτουργός, συντονίστρια του Εθνικού Κέντρου για τις Εξαφανίσεις Παιδιών και Ενηλίκων του «Χαµόγελου του Παιδιού». Και όπως φαίνεται από τα στοιχεία που έδωσε στη δηµοσιότητα ο οργανισµός, µε αφορµή την Παγκόσµια Ηµέρα για τα Εξαφανισµένα Παιδιά στις 25 Μαΐου, οι εξαφανίσεις αφορούν κυρίως δύο οµάδες παιδιών: τα κορίτσια εφηβικής ηλικίας, που συχνά αρπάζονται µε τη θέλησή τους από κυκλώµατα στο ∆ιαδίκτυο, και τα ασυνόδευτα παιδιά.

«Η εξαφάνιση ενός παιδιού είναι πάντα λόγος συναγερµού. Μία από τις πιο ανησυχητικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στη χώρα µας είναι η σταθερή αύξηση της φυγής εφήβων, µε κυρίαρχη παρουσία νεαρών κοριτσιών, και, συχνά, µε επαναλαµβανόµενα περιστατικά», τονίζει η κ. Ριζοπούλου, προσθέτοντας πως «όταν πρόκειται για ασυνόδευτα ανήλικα -προσφυγόπουλα ή παιδιά µεταναστών που βρίσκονται µόνα τους σε µια ξένη χώραο εντοπισµός τους γίνεται εξαιρετικά δύσκολος».

Διαβάστε: Ρούλα Πάντου: Παραμένει εξαφανισμένη εδώ και 14 χρόνια - Για δολοφονία κάνει λόγο η οικογένειά της

247 αιτήµατα εξαφάνισης για 214 παιδιά το 2024

Σύµφωνα µε τα στοιχεία, το 2024 το «Χαµόγελο του Παιδιού» διαχειρίστηκε 247 αιτήµατα εξαφάνισης για 214 παιδιά. Για 26 από αυτά ενεργοποιήθηκε το Amber Alert Hellas, ενώ για 24 επιστρατεύτηκε η Οµάδα Ερευνας και ∆ιάσωσης «Θανάσης Μακρής». Το πρώτο τετράµηνο του 2025, δε, το «Χαµόγελο του Παιδιού» διαχειρίστηκε µία εξαφάνιση παιδιού κάθε δύο ηµέρες (58 αιτήµατα για 48 παιδιά). Με βάση την ΕΛ.ΑΣ., το 2024 δηλώθηκαν 321 εξαφανίσεις ανηλίκων ελληνικής υπηκοότητας (117 αγόρια και 204 κορίτσια). Βρέθηκαν τα 301, όµως 20 παιδιά εξακολουθούν να αγνοούνται.

Όσο για τους ασυνόδευτους ανηλίκους; 2.673 εξαφανίσεις, εκ των οποίων 1.555 παιδιά (στη συντριπτική πλειονότητα αγόρια) παραµένουν άφαντα.

Η Ελλάδα, ωστόσο, έχει τα καλύτερα στατιστικά εξιχνιάσεων εξαφανίσεων στην Ευρώπη, όπου αναφέρονται ετησίως 250.000 εξαφανίσεις. Κάθε χρόνο στη Γερµανία εξαφανίζονται 100.000 παιδιά, στο Ηνωµένο Βασίλειο 112.853, ενώ στις ΗΠΑ ετησίως εξαφανίζονται 460.000 παιδιά.

Το Amber Alert Hellas

Ποιος είναι ο µηχανισµός ανεύρεσης των παιδιών στη χώρα; Το Amber Alert Hellas, το οποίο εδώ και 17 χρόνια συντονίζεται από «Το Χαµόγελο του Παιδιού», σε συνεργασία µε κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς, και έχει σώσει ζωές, έχει κινητοποιήσει πολίτες και έχει ενισχύσει µια νέα κουλτούρα ευθύνης γύρω από την παιδική προστασία. «Το Κέντρο ∆ιαχείρισης Κρίσεων του οργανισµού αποτελεί τον επιχειρησιακό πυρήνα σε κάθε επιχείρηση αναζήτησης. Ο τρόπος δράσης βασίζεται σε εξειδικευµένα πρωτόκολλα, τα οποία διασφαλίζουν την άµεση ανταπόκριση, τη σωστή αξιολόγηση των δεδοµένων και την αποτελεσµατική συντονισµένη έρευνα», αναφέρει στα «Π» η Μάνια Αλεξοπούλου, κοινωνική λειτουργός και συντονίστρια του κέντρου, τονίζοντας πως «το Amber Alert δεν είναι απλώς ένα σύστηµα συναγερµού. Είναι η συντονισµένη, άµεση απάντηση µιας ολόκληρης κοινωνίας µπροστά στην εξαφάνιση ενός παιδιού».

Το πιο κρίσιµο σηµείο σε µια εξαφάνιση

Ποιο είναι, όµως, το πιο κρίσιµο σηµείο σε µια εξαφάνιση; Οι πρώτες ώρες. Το χρονικό αυτό παράθυρο, που είναι καθοριστικό, καθώς εκεί εντοπίζεται και η µεγαλύτερη δυσκολία: η έλλειψη άµεσης ενηµέρωσης. «Συχνά, η δήλωση της εξαφάνισης γίνεται µε καθυστέρηση λόγω φόβου για το τι µπορεί να έχει συµβεί, είτε από την ελπίδα ότι ο εξαφανισµένος θα επιστρέψει σύντοµα και µόνος του είτε επειδή υπάρχει γενικότερη σύγχυση. Η έρευνα για ένα αγνοούµενο άτοµο είναι ένας γρίφος που καλούµαστε να λύσουµε µε έναν σηµαντικό περιορισµό: τον χρόνο. Όσο περνούν οι ώρες, οι δυσκολίες αυξάνονται, καθώς οι πληροφορίες είναι πιο δύσκολο να ανιχνευθούν ή να διασταυρωθούν, οι ενδείξεις καταστρέφονται, η ανθρώπινη οσµή σβήνει, τα ίχνη φθείρονται ή παρασύρονται από το περιβάλλον», συνεχίζει.

Και όπως υπογραµµίζει, «η ενεργός συµµετοχή των πολιτών αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην επιτυχή ανεύρεση εξαφανισµένων. ∆εν είναι ούτε ατοµική ευθύνη ούτε ένα εσωτερικό οικογενειακό δράµα. Είναι υπόθεση όλων µας - του πολίτη που παρατηρεί, του οδηγού που σταµατά, του επαγγελµατία που αναγνωρίζει».

Σταθερή η αύξηση των έφηβων κοριτσιών που φεύγουν από το σπίτι «οικειοθελώς», ενώ πίσω κρύβονται κακοποίηση, συναισθηµατική παραµέληση και βία

Τι πρέπει να γίνει από την Πολιτεία και την κοινωνία; «Η προστασία των παιδιών δεν πρέπει να ξεκινά µόνο όταν έχει ήδη συµβεί κάτι κακό. Είναι ζήτηµα πρόληψης, επαγρύπνησης και συνεργασίας. Η Πολιτεία πρέπει να ενισχύσει τις υπηρεσίες παιδικής προστασίας µε περισσότερο και κατάλληλο προσωπικό και να εντάξει ενηµερωτικά προγράµµατα στα σχολεία. Η οικογένεια όµως είναι το βασικότερο στήριγµα. Τα παιδιά χρειάζονται ένα περιβάλλον αγάπης, ασφάλειας και ειλικρίνειας. Οι γονείς πρέπει να είναι παρόντες, όχι µόνο σωµατικά, αλλά και συναισθηµατικά. Να χτίζουν µια σχέση εµπιστοσύνης, όπου το παιδί θα νιώθει ότι µπορεί να πει τα πάντα - ακόµα και αν έχει κάνει λάθος», µας λέει η κ. Ριζοπούλου.

Τα σημάδια της ψηφιακής χειραγώγησης

Τι έχει αλλάξει στο προφίλ των παιδιών που εξαφανίζονται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια; «Στο παρελθόν, οι περισσότερες εξαφανίσεις αφορούσαν µικρά παιδιά, µε υπόνοιες απαγωγής, ατυχηµάτων ή στιγµιαίας απροσεξίας. Σήµερα, η πλειονότητα αφορά εφήβους -κυρίως κορίτσια-, που φεύγουν από το σπίτι “οικειοθελώς”. Μόνο που ο όρος αυτός συχνά παραπλανά. Πίσω από την απόφαση της φυγής κρύβονται προβλήµατα, όπως κακοποίηση, συναισθηµατική παραµέληση, βία και έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας στο σπίτι», σηµειώνει η κ. Ριζοπούλου.

Οι δυσκολίες της εφηβείας γίνονται «όπλο» στα χέρια των λάθος ανθρώπων και το ∆ιαδίκτυο η παγίδα. «Το ∆ιαδίκτυο έχει δηµιουργήσει νέα πεδία ευαλωτότητας: grooming, ψηφιακή αποπλάνηση, ψυχολογική χειραγώγηση από ενηλίκους ή οµάδες που εκµεταλλεύονται την ανάγκη των παιδιών για αποδοχή, κατανόηση ή αγάπη. Η φυγή συχνά δεν είναι προς την “ελευθερία”, αλλά προς έναν νέο κύκλο κινδύνων, όπως η εκµετάλλευση ή ακόµα και η εµπορία», εξηγεί.

Kαι πολλές φορές η επιστροφή δεν είναι δεδοµένη. «Αυτές οι περιπτώσεις δεν εξιχνιάζονται εύκολα. Τα παιδιά σπάνια αναγνωρίζουν ότι είναι θύµατα - αντίθετα, αισθάνονται ότι παίρνουν µια συνειδητή απόφαση, ότι “ακολουθούν την καρδιά τους”. Έτσι, κλείνουν τις πόρτες πίσω τους, όχι µόνο κυριολεκτικά, αλλά και συναισθηµατικά, απέναντι στην οικογένεια και οποιονδήποτε προσπαθεί να τα προστατεύσει».

Βέβαια, τα προειδοποιητικά σηµάδια υπάρχουν. «Αλλαγές στη συµπεριφορά, απότοµη αποµόνωση, υπερβολική χρήση του ∆ιαδικτύου, µυστικοπάθεια, συναισθηµατικές εξάρσεις ή -αντιθέτως- απάθεια. Το ερώτηµα είναι αν εµείς, οι ενήλικοι, είµαστε παρόντες και επαρκώς ευαισθητοποιηµένοι ώστε να τα εντοπίσουµε έγκαιρα».

Στο έλεος διακινητών

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το διαφορετικό προφίλ των ασυνόδευτων ανηλίκων που εξαφανίζονται. «Στη συντριπτική τους πλειονότητα πρόκειται για αγόρια ηλικίας 15-17 ετών, κυρίως από το Αφγανιστάν, την Αίγυπτο και τη Σοµαλία, που σε αρκετές περιπτώσεις απογοητεύονται από τις καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των αιτηµάτων τους, και αυτή ακριβώς η απογοήτευση µπορεί να τα οδηγήσει σε αποφάσεις που τα εκθέτουν σε σοβαρούς κινδύνους. Συχνά επηρεάζονται από φήµες ή ψευδείς υποσχέσεις τρίτων -πιθανότατα διακινητών-, που τα πείθουν να εγκαταλείψουν τις δοµές φιλοξενίας», λέει στα «Π» η υπεύθυνη Παιδικής Προστασίας της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «ΜΕΤΑδραση - ∆ράση για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη», Ευδοκία-Εύχαρις Γρυλλάκη.

Ευδοκία-Χάρις Γρυλλάκη: Τα προσφυγόπουλα επηρεάζονται από ψευδείς υποσχέσεις τρίτων -πιθανώς διακινητών-, που τα πείθουν να εγκαταλείψουν τις δοµές φιλοξενίας

Σύµφωνα µε τη «ΜΕΤΑδραση», «η έλλειψη επαρκών θέσεων σε κατάλληλες δοµές φιλοξενίας, η µακροχρόνια παραµονή σε camps, η εµπλοκή µε κυκλώµατα εµπορίας ή παιδικής εργασίας, καθώς και η αστεγία δυσχεραίνουν σηµαντικά την υποστήριξη και την προστασία των ασυνόδευτων παιδιών». Και όπως επισηµαίνει η κ. Ριζοπούλου, ο εντοπισµός τους γίνεται ακόµα πιο περίπλοκος, καθώς «τα στοιχεία τους πολλές φορές δεν είναι σωστά καταγεγραµµένα, ενώ δεν υπάρχει πάντα συνεργασία µεταξύ των αρµόδιων Αρχών ή των χωρών. Μετακινούνται συνεχώς, χωρίς κανείς να ξέρει ακριβώς πού πάνε, ενώ οι χώροι φιλοξενίας δεν έχουν τους πόρους να τα παρακολουθούν όπως θα έπρεπε. Και το πιο σοβαρό είναι ότι όσο περνάει ο χρόνος χωρίς να ενεργοποιηθούν οι µηχανισµοί εντοπισµού, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος να χαθούν για πάντα».

Θύµατα κυκλωµάτων εκµετάλλευσης

Και τα ασυνόδευτα ανήλικα πέφτουν συχνά θύµατα κυκλωµάτων εκµετάλλευσης, αντιµετωπίζοντας τους κινδύνους της εµπορίας ανθρώπων, της εργασιακής ή σεξουαλικής εκµετάλλευσης, της κακοποίησης, της αστεγίας και της ψυχικής επιβάρυνσης. «∆ύο ανήλικα κορίτσια σε δοµή της “ΜΕΤΑδρασης” παρασύρθηκαν από διακινητές κατά τη διάρκεια βόλτας και µεταφέρθηκαν σε ξενοδοχείο. Η Αστυνοµία ήταν ήδη ενήµερη για τη δράση κυκλώµατος στην περιοχή. Η οργάνωση ενηµέρωσε άµεσα τις Αρχές και χάρη στην άριστη συνεργασία που υπήρξε τα κορίτσια εντοπίστηκαν και επέστρεψαν στη δοµή. Και καθώς η δίκη και η τελική καταδίκη των διακινητών εκκρεµούσε για έξι χρόνια, η “ΜΕΤΑδραση” µε ίδιους πόρους και µε τη σύµφωνη γνώµη της Εισαγγελίας µετέφερε τα κορίτσια σε άλλο, ασφαλές και κρυφό στεγαστικό πλαίσιο», περιγράφει η κ. Γρυλλάκη. Παρόλο που η Ελλάδα έχει κάνει σηµαντικά βήµατα ως προς την προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων, µε πιο χαρακτηριστικό τη θεσµοθέτηση του Συστήµατος Επιτροπείας, χρειάζονται και κάποιες επιπλέον κινήσεις. «Απαραίτητες κινήσεις κρίνονται η απλοποίηση και η επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου και οικογενειακής επανένωσης, ιδίως τώρα, µε τις επικείµενες αλλαγές που επιφέρει το Νέο Ευρωπαϊκό Σύµφωνο για τη Μετανάστευση και το Ασυλο, η άµεση λειτουργία ενός ενιαίου, ευρωπαϊκού πληροφοριακού συστήµατος καταγραφής και παρακολούθησης της πορείας κάθε παιδιού, η επιτάχυνση ορισµού επιτρόπου για κάθε παιδί, ώστε να διασφαλίζεται η άµεση και σταθερή παρουσία προσώπου αναφοράς, και κυρίως η θεσµική συνεργασία µεταξύ αρµόδιων κρατικών φορέων και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για την έγκαιρη παρέµβαση και πρόληψη των εξαφανίσεων, αλλά και για την ουσιαστική προστασία των ασυνόδευτων παιδιών», συµπληρώνει.

Σε κάθε περίπτωση, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επουλωθούν οι πληγές που έχουν δηµιουργηθεί στην ψυχή ενός παιδιού χωρίς οικογένεια, το οποίο µετακινείται αναγκαστικά από χώρα σε χώρα ζώντας κάτω από άθλιες συνθήκες.

Δημήτρης Βαρτζόπουλος: "Μια σιωπηρή κρίση, που αγγίζει το σύνολο της κοινωνίας"

Τα στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα το «Χαµόγελο του Παιδιού», λίγες ηµέρες πριν από την Παγκόσµια Ηµέρα για τα Εξαφανισµένα Παιδιά, προκαλούν έντονο προβληµατισµό. Μέσα στο 2024, ο οργανισµός διαχειρίστηκε µία εξαφάνιση παιδιού κάθε δύο µέρες, ενώ το πρώτο τετράµηνο του 2025 καταγράφηκαν 48 νέες περιπτώσεις. Πρόκειται για αριθµούς που ξεπερνούν τη στατιστική αποτύπωση και αποκαλύπτουν µια σιωπηρή κρίση, που αγγίζει οικογένειες, σχολεία και το σύνολο της κοινωνίας.

Η εξαφάνιση ενός παιδιού είναι πάντοτε τραγική και πολυσύνθετη. Στη σηµερινή εποχή, το ∆ιαδίκτυο και τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης διαδραµατίζουν ολοένα και σηµαντικότερο ρόλο - άλλοτε διευκολύνοντας τον εντοπισµό, άλλοτε όµως συντελώντας στην ίδια την εξαφάνιση. Οι διαδικτυακές επαφές, οι ψηφιακές απειλές και η διαδικτυακή κακοποίηση είναι πλέον παράγοντες που πρέπει να λαµβάνουµε σοβαρά υπόψη.

Η αντιµετώπιση του φαινοµένου των παιδικών εξαφανίσεων απαιτεί διατοµεακή συνεργασία, διαρκή επαγρύπνηση και συλλογική ευαισθητοποίηση. Ως Πολιτεία, οφείλουµε να ενισχύσουµε την πρόληψη, την ενηµέρωση και τις δοµές στήριξης. Στο υπουργείο Υγείας στηρίζουµε ενεργά τις δράσεις ψυχοκοινωνικής παρέµβασης και συνεργαζόµαστε µε αρµόδιους φορείς και οργανισµούς, όπως είναι το «Χαµόγελο του Παιδιού» για την προστασία των παιδιών. Παράλληλα, εστιάζουµε ιδιαίτερα στην πρόληψη µέσω της ενίσχυσης της ψυχικής ανθεκτικότητας των παιδιών και της γονικής εκπαίδευσης, καθώς και στη διαµόρφωση ασφαλούς ψηφιακού περιβάλλοντος.

Υφυπουργός Υγείας, αρµόδιος για θέµατα ψυχικής υγείας

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά