Τα σχέδια των διακινητών για μετατροπή της Γαύδου σε δεύτερη Λαμπεντούζα βρίσκονται υπό τα βλέμματα Ερντογάν και Χάφταρ, προκειμένου να διοχετεύσουν από τη Λιβύη μέσω Ελλάδας στην Ευρώπη εκατοντάδες χιλιάδες παράτυπους μετανάστες, ανάμεσα στους οποίους και νέους πυρήνες τρόμου.

Η στρατηγική αλλαγή του Χάφταρ και οι επιπτώσεις για την Ελλάδα

"Τα έθνη δεν έχουν σταθερούς φίλους ή εχθρούς. Έχουν μόνο σταθερά συμφέροντα", έλεγε δογματικά στη μνημειώδη ομιλία του ο λόρδος Πάλμερστον στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, στα μέσα του 19ου αιώνα. Η ουσία των όσων έλεγε αποτελεί σήμερα κανόνα διπλωματίας.

Οι συνθήκες άλλαξαν στη Λιβύη και το καθεστώς Χάφταρ, που ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, ιδίως την ανατολική και νότια πλευρά, μεταβάλλει συνεχώς τη στάση του απέναντι στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τις τελευταίες επισημάνσεις Ελλήνων διπλωματών, φέρεται να συνεργάζεται με τους παρακρατικούς μηχανισμούς της Άγκυρας στη διοχέτευση λαθρομεταναστών απ' ευθείας από το λιμάνι του Τομπρούκ προς τη Γαύδο, στη νότια Κρήτη.

Ο στόχος μετατροπής του μικρού νησιού σε δεύτερη Λαμπεντούζα, μέσω της οποίας μπορούν να διακινηθούν προς την Ευρώπη νέοι πυρήνες του τρόμου, απασχολεί έντονα όχι μόνο τις ελληνικές, αλλά και τις ευρωπαϊκές αρχές.

Η μαζική μεταναστευτική ροή από το Τομπρούκ προς τη Γαύδο

Πηγές της ΕΥΠ από την Αίγυπτο αναφέρουν ότι χιλιάδες μετανάστες από την Ασία και την υποσαχάρια Αφρική προωθούνται συνεχώς προς το Τομπρούκ από τις συνορεύουσες περιοχές. Υπολογίζεται μάλιστα ότι από τον Μάρτιο 80.000 έως 100.000 εξ αυτών προσπάθησαν να ταξιδέψουν κυρίως προς την Ελλάδα.

Σχεδόν οι μισοί δεν κατάφεραν καν να περάσουν από τα λιβυκά ύδατα, ενώ 4.000 έως 5.000 αγνοούνται στα διεθνή ύδατα. Η στροφή του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος εσχάτως άλλαξε πορεία και τείνει προς την υπογραφή μνημονίου με τον Τ. Ερντογάν, εκτιμάται ότι θα επηρεάσει περαιτέρω τη μεταναστευτική πίεση. Με προσοχή καταγράφονται οι ενέργειες των γιων του, ένας εκ των οποίων ήλθε αυτές τις ημέρες στην Ελλάδα, ενώ άλλοι δύο είχαν επαφές στην Τουρκία τον περασμένο Απρίλιο και Μάιο.

Το πετρέλαιο ως εργαλείο ελέγχου και χρηματοδότησης

Επικεφαλής του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, ο 84χρονος Χάφταρ, παλαιός συνεργάτης του Μοαμάρ Καντάφι, ελέγχει τις κύριες πετρελαϊκές υποδομές της Λιβύης για πάνω από 7 χρόνια. Ο έλεγχος της ροής του πετρελαίου του επιτρέπει να παράγει τουλάχιστον 1 εκατ. βαρέλια ημερησίως, με εκτιμώμενα έσοδα 500 εκατ. δολάρια τον μήνα.

Αυτά τα έσοδα χρηματοδοτούν τον στρατό του και ενισχύουν την πολιτική του επιρροή. Η παράνομη πώληση λιβυκού πετρελαίου μέσω μεσαζόντων, κυρίως από τα λιμάνια Hariga και Ras Lanuf κοντά στο Τομπρούκ, έχει προκαλέσει σημαντική απώλεια κρατικών εσόδων για τη Λιβύη.

Το 2020, η παραγωγή μειώθηκε κατά 95% λόγω του αποκλεισμού των πετρελαϊκών υποδομών από τις δυνάμεις του Χάφταρ. Αν και ο Εθνικός Οργανισμός Πετρελαίου εδρεύει στην Τρίπολη, ο Χάφταρ έχει δημιουργήσει παράλληλες δομές για τον έλεγχο και την πώληση πετρελαίου, παρακάμπτοντας την επίσημη διαδικασία.

Η ανθρωπιστική κρίση στη Λιβύη και οι επιπτώσεις

Όπως αναφέρει πρόσφατη έκθεση του παγκόσμιου δικτύου ερευνητών και δημοσιογράφων "Πρόγραμμα Αναφοράς Οργανωμένου Εγκλήματος και Διαφθοράς", η κατάσταση ασφαλείας στη Λιβύη έχει επιδεινωθεί, θέτοντας τους εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες σε υψηλό κίνδυνο.

Κρατικοί και μη κρατικοί φορείς συλλαμβάνουν μετανάστες και αργότερα απαιτούν λύτρα για την απελευθέρωσή τους. Παρά τις πολλαπλές απειλές και προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκβιασμών, βασανιστηρίων, βιασμών, δουλείας, ακόμη και θανάτου, ο πληθυσμός των μεταναστών στη Λιβύη συνεχίζει να αυξάνεται.

Ο αριθμός των καταγεγραμμένων μεταναστών στη Λιβύη τον Δεκέμβριο του 2024 είχε ανέλθει στους 824.000 και σήμερα, βάσει του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης, έχει αυξηθεί τουλάχιστον κατά 5%.

Η συντριπτική πλειοψηφία τους προέρχεται από τέσσερις χώρες:
• Σουδάν 31%
• Νίγηρας 22%
• Αίγυπτος 20%
• Τσαντ 10%

Ειδικότερα, η σουδανική μετανάστευση έχει αυξηθεί σημαντικά λόγω της συνεχιζόμενης ένοπλης σύγκρουσης στο Σουδάν, η οποία έχει αναγκάσει χιλιάδες άτομα να αναζητήσουν καταφύγιο στη Λιβύη. Πάνω από τα τρία τέταρτα δεν έχουν πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη, κυρίως λόγω του υψηλού κόστους και της κακής ποιότητας των υπηρεσιών.