Ο Βαγγέλης Μπαταρλής, αστυνομικόςπου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αλεξανδρούπολη, υπήρξε για χρόνια μια φιγούρα που συνδύαζε την εικόνα του αποφασιστικού επαγγελματία με το προφίλ του «δικού σου ανθρώπου». Από τα πρώτα του βήματα στην ΕΛ.ΑΣ., κέρδισε εκτίμηση και αναγνώριση, όχι μόνο για την επιχειρησιακή του δράση, αλλά και για την αμεσότητα με την οποία επικοινωνούσε με τους πολίτες.
Η σταδιοδρομία του ξεκίνησε το 2009, όταν εισήχθη στη Σχολή Αστυφυλάκων. Υπηρέτησε σε απαιτητικές υπηρεσίες, όπως η ΔΙ.ΑΣ., και φέρεται να είχε συμμετάσχει σε επικίνδυνες επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων και καταδίωξη στον Έβρο το 2019, όπου τραυματίστηκε σοβαρά. Το περιστατικό αυτό, όπως ο ίδιος έχει δηλώσει σε παλαιότερες συνεντεύξεις, τον οδήγησε να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές του, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα στην προσωπική ηθική παρά στις διακρίσεις.
Την τελευταία πενταετία, η φήμη του εκτοξεύθηκε χάρη στη δραστηριότητά του στο TikTok και το Instagram. Μέσα από βίντεο και αναρτήσεις, παρουσίαζε στιγμιότυπα από την καθημερινότητα ενός «λαϊκού» αστυνομικού που βοηθά τον κόσμο, καταγγέλλει αδικίες και εκφράζεται με ειλικρίνεια. Αυτή η ψηφιακή εικόνα, σε συνδυασμό με το ανοιχτό του χαμόγελο και τον άμεσο λόγο, του χάρισε δεκάδες χιλιάδες ακόλουθους.
Παράλληλα, οι αναρτήσεις του αποκάλυπταν και μια διαφορετική πτυχή της ζωής του: πολυτελή ταξίδια σε Μονακό, Σεν Τροπέ, Νέα Υόρκη και άλλους δημοφιλείς προορισμούς, διαμονές σε πεντάστερα ξενοδοχεία και φωτογραφίες σε ιδιωτικά αεροσκάφη. Το lifestyle αυτό δημιούργησε ερωτήματα για το πώς ένας αστυνομικός μπορούσε να συντηρεί τέτοιου είδους πολυτέλειες. Κυκλοφόρησαν φήμες για στενές σχέσεις με επιχειρηματίες του τουριστικού κλάδου, αλλά και υπαινιγμοί περί εμπλοκής σε παράνομες δραστηριότητες, χωρίς τότε να υπάρχει κάποια επίσημη απόδειξη.
Η ανατροπή ήρθε πριν από λίγες εβδομάδες. Μετά από στοχευμένη επιχείρηση της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της ΕΛ.ΑΣ., στο σπίτι του στην Αττική εντοπίστηκαν 153 γραμμάρια κοκαΐνης, τρεις ζυγαριές ακριβείας, φυσίγγια και η υπηρεσιακή του ταυτότητα, η οποία είχε δηλωθεί ως χαμένη. Σύμφωνα με την αστυνομία, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης ο ίδιος φέρεται να πέταξε από το παράθυρο σακούλα με ναρκωτικά, η οποία περισυνελέγη. Μαζί του συνελήφθη και ένας άνδρας που φιλοξενούνταν στο σπίτι.
Ο Μπαταρλής, στην απολογία του, αρνήθηκε κάθε εμπλοκή, υποστηρίζοντας ότι τα ναρκωτικά ανήκαν σε φίλο του και πως ο ίδιος δεν είχε καμία σχέση με τη διακίνηση. Ωστόσο, ανακριτής και εισαγγελέας αποφάσισαν την προφυλάκισή του, κρίνοντας ότι υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για τη συμμετοχή του.
Η υπόθεση προκάλεσε σοκ, όχι μόνο στις τάξεις της αστυνομίας, αλλά και στην κοινή γνώμη. Οι υποστηρικτές του τον περιγράφουν ως άνθρωπο που είχε ενοχλήσει με τις δημόσιες τοποθετήσεις του και στοχοποιήθηκε, ενώ οι επικριτές του βλέπουν σε αυτή την ιστορία μια ακόμη περίπτωση κατάχρησης θέσης και φήμης για ιδιοτελείς σκοπούς.
Η αλήθεια, προς το παρόν, παραμένει αντικείμενο της δικαστικής διερεύνησης. Όμως το παράδειγμα του Βαγγέλη Μπαταρλή αναδεικνύει το πόσο εύκολα μπορεί η δημόσια εικόνα ενός ανθρώπου να ανατραπεί – ειδικά όταν χτίζεται πάνω σε εντυπώσεις, social media και προσωπικές αφηγήσεις που δεν είναι πάντα ό,τι φαίνονται. Μέχρι την τελική απόφαση του δικαστηρίου, η ιστορία του θα εξακολουθήσει να αποτελεί αντικείμενο συζήτησης, διχάζοντας και προβληματίζοντας.