Ποινή ισόβιας κάθειρξης, πέντε έτη φυλάκισης και 1.000 ευρώ χρηματική ποινή επιβλήθηκε στον 52χρονο οικοδόμο για τη δολοφονία της εν διαστάσει συζύγου του στο Μενίδι τον Μάιο του 2024. Το δικαστήριο τον καταδίκασε για ανθρωποκτονία από πρόθεση και παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία, ενώ απέρριψε τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του ότι τέλεσε το έγκλημα εν βρασμώ ψυχικής ορμής και περί μειωμένου καταλογισμού λόγω μέθης.

Διαβάστε: Κιλκίς: Ταυτοποιήθηκε ο δράστης της δολοφονίας στους Ευζώνους, παράνομη διακίνηση μεταναστών "βλέπει" η ΕΛΑΣ πίσω από το έγκλημα

Όπως είπε ο πρόεδρος του ΜΟΔ, προκειμένου να αιτιολογηθεί ο βρασμός ψυχικής ορμής χρειάζεται ένα περιστατικό ακραίου συναισθήματος, ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος προχώρησε στην πράξη του από ακραία ζήλια, λόγω σύναψης ερωτικού δεσμού τής εν διαστάσει συζύγου του με άλλον άνδρα.

Για τον μειωμένο καταλογισμό λόγω μέθης, ο πρόεδρος τόνισε πως προέκυψε ότι ο κατηγορούμενος ήταν «άνθρωπος βίαιος, επιθετικός, κτητικός, στερείται συναισθήματος, εντελώς απαθής, δεν θυμόταν τις ημερομηνίες γέννησης των παιδιών, αδιανόητο. Ο τρόπος τέλεσης έδειξε σχεδιασμό, καταφάνηκε με το που είδε το θύμα αμέσως εφόρμησε, αυτό δείχνει ακραία σκληρότητα, όταν συνελήφθη είπε στον αστυνομικό καλά της έκανα, είχε γνώση το τι της έκανε».


Γυναικοκτονία στο Μενίδι: Συγκλονίζει η κόρη του ζευγαριού - "Ο πατέρας μου ξυλοκοπούσε συνέχεια τη μητέρα μου"

Πρώτη μάρτυρας στη δίκη κατέθεσε η κόρη του ζευγαριού, η οποία έχει δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας σε βάρος του πατέρα της. Η 22χρονη περιέγραψε στην κατάθεσή της την κακοποιητική συμπεριφορά του πατέρα της σε βάρος της μητέρας της επί σειρά ετών, αναφέρθηκε στις απειλές που είχε εκτοξεύσει και είπε πως το τελευταίο διάσημα εκείνος την παρακολουθούσε.

«Πάντα είχαμε θέματα στο σπίτι», είπε η μάρτυρας και εξήγησε ότι «ο πατέρας μου ξυλοκοπούσε συνέχεια τη μητέρα μου, είχαμε φασαρίες, τσακωμούς. Όλη την παιδική ηλικία θυμάμαι να υπάρχουν τέτοια περιστατικά».

Πρόεδρος: Ήταν βίαιος, τη χτυπούσε;

Κόρη: Ναι. Ζήλευε και έβρισκε συνεχώς προφάσεις. Αυτός ήταν ο κύριος λόγος που τσακώνονταν.

Μια φορά είχαμε πάει στον παιδίατρο και είχαν τσακωθεί πάρα πολύ γιατί της έλεγε ότι η μπλούζα της ήταν προκλητική. Φωνές ακούγονταν τόσο, μέχρι που μας έδιωξε ο παιδίατρος.

Όμως εξήγησε η μάρτυρας, υπήρχαν πολλά προβλήματα στην οικογένεια, ενώ ο πατέρας της συνήθιζε να πίνει επίσης. «Έπινε αλκοόλ, έμεινε χωρίς δουλειά. Τα προβλήματα ήταν πιο πολλά. Ηταν πιο πολλές ώρες στο σπίτι, ήταν πιο συχνή η επαφή και οι τσακωμοί ήταν πιο έντονοι. Μετά χωρίσανε, έβγαλαν διαζύγιο το 2015», είπε η κόρη του ζευγαριού.

Πρόεδρος: Μετά πώς ήταν οι σχέσεις του;

Κόρη: Εκείνος έφυγε στην Αλβανία και δεν είχαμε επαφή. Είχαμε πάει μια φορά με τον αδελφό του. Δεν μας έπαιρνε τηλέφωνο, δεν είχαμε επαφές για πέντε χρόνια.

Πρόεδρος: Αυτό πώς έγινε; Δεν σας έπαιρνε ο ίδιος; Ήταν δική σας επιλογή;

Κόρη: Δεν μας αναζήτησε.

Η μάρτυρας εξήγησε πως όταν επέστρεψε ο πατέρας της υπήρξε μια επανασύνδεση και τα πράγματα ένα δυο χρόνια ήταν καλά.

Πρόεδρος: Γιατί τον δέχθηκε πίσω;

Κόρη: Δεν μπορώ να ξέρω γιατί τον δέχθηκε πίσω. Ήταν μόνη της με δύο παιδιά, είχε οικονομικά θέματα. Η μητέρα μου δούλευε σε ξενοδοχείο, έκανε κάποια μεροκάματα ο πατέρας μου, μετά έπιασα ξανά δουλειά στην οικοδομή. Όταν ένιωσε σίγουρα και μπήκε ξανά στην οικογένεια, άρχισε να πίνει και πάλι.

Το αλκοόλ ήταν η παρέα του. Άρχισαν οι τσακωμοί, τον έδιωχνε από το σπίτι η μαμά.

Έναν χρόνο πριν γίνει ό,τι έγινε, τον έδιωξε η μαμά μου πάλι από το σπίτι.

Στην αρχή, μας ενοχλούσε, μας έφερνε τα ρούχα του. Δεν το είχε πιστέψει. Με έπαιρνε και με έβριζε. Τη μαμά την έπαιρνε και την ενοχλούσε.

Πρόεδρος: Η μητέρα σας είχε άλλο σύντροφο;

Κόρη: Ναι.

Πρόεδρος: Το ήξερε ο πατέρα σας;

Κόρη: Προφανώς το είχε καταλάβει γιατί μας παρακολουθούσε. Γενικά μας παρακολουθούσε το τελευταίο διάστημα. Τον είχαν πάει στο αστυνομικό τμήμα. Με είχε πάρει τηλέφωνο και είχα καταλάβει ότι μας παρακολουθούσε, ήταν από πίσω μας, όταν φτάσαμε στο σπίτι ήταν εκεί, του έκλεισα τον δρόμο με το αμάξι και του είπα γιατί μας παρακολουθείς και είσαι εδώ.

Ένιωθε ότι πάντα θα είναι δική του, το κτήμα του, δεν μπορεί να είναι με κάποιον άλλον.

Πήγαινε με τα πόδια για να πάει στη δουλειά και μου είχε πει ότι ένιωθε ότι είναι από πίσω της και φοβόταν. Με είχε πάρει το βράδυ, τύφλα, με έβριζε.

Πρόεδρος: Είχε χρησιμοποιήσει όπλο; Μαχαίρι;

Κόρη: Είχε κάνει απόπειρα να τη δολοφονήσει το 2013, είχε πάει σπίτι, είχε μαχαίρι μαζί του και της έλεγε ότι θα τη σκοτώσει. Είχε αυτή τη συμπεριφορά και χωρίς να είναι μεθυσμένος. Επειδή έπινε χρόνια, είχε αντοχή.

Για την ημέρα της στυγερής δολοφονίας η μάρτυρας εξήγησε πως ενημερώθηκε από τους αστυνομικούς. «Κατέβηκα κάτω, ρώτησα τους αστυνομικούς τι γίνεται. Δεν με αφήνανε, δεν μου έδειξαν κάτι, μου έδειξαν μια φωτογραφία που είχε μαζί της στην τσάντα. Τους είπα ότι είναι η μαμά και την έχει σκοτώσει αυτός», είπε η 22χρονη, ενώ εξήγησε πως αρχικά ο πατέρας της τής ζήτησε συγγνώμη και στη συνέχεια άρχισε να βρίζει τη μητέρα της.

Σύνεδρος: Ήσασταν παρούσα σε περιστατικό απειλής;

Κόρη: Της έλεγε θα σε σκοτώσω, ή θα είμαστε μαζί ή θα πεθάνουμε και οι δύο, το σκεπτικό ήταν θα είμαστε μαζί και στη ζωή και στον θάνατο.

Σύνεδρος: Τον είδατε ποτέ να μην καταλαβαίνει τι κάνει;

Κόρη: Όχι, είχε πλήρη συνείδηση και με το ποτό. Είχαμε πάει στον ψυχίατρο και είχε πει ότι είχε αγχώδη διαταραχή. Με το αλκοόλ θεωρώ ότι έπαιρνε θάρρος.

Η μάρτυρας είπε ότι η ίδια συντηρεί τον εαυτό της και τον ανήλικο αδελφό της, ενώ είπε πως τα πιθανά ψυχικά θέματα του πατέρα της δεν έχουν καμία σχέση με το έγκλημα.

«Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι η μητέρα μου με πήγαινε στον παιδικό σταθμό και είχε γρατζουνιές στον λαιμό και προσπαθούσα να τις καλύψει. Πάντα ήμουν το παιδί που ο πατέρας της χτύπαγε τη μητέρα του.

Η εμμονή και η ζήλια δεν θεωρώ ότι ήταν συνέπεια του αλκοόλ. Οι περισσότεροι δεν τον καταλάβαιναν ότι έχει πιει, ήταν το φυσιολογικό του», είπε η μάρτυρας.

Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο αδελφός του θύματος, ο οποίος επίσης αναφέρθηκε σε περιστατικά βίας και απειλών του 52χρονου κατηγορούμενου προς το θύμα. «Θεωρούσε κτήμα του την αδελφή μου, μία ζωή. Ο λόγος που ήρθα στην Ελλάδα ήταν για να την προστατέψω. Παντρεύτηκαν από έρωτα στην αρχή. Είχαν διαφορά ηλικίας δέκα χρόνια. Πάντα είχαν τσακωμούς. Την τράβαγε στους δρόμους και της είχε βάλει το κεφάλι μέσα σε νερό με ασβέστη. Τότε, αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα για να μπορώ να την προστατέψω», είπε ο μάρτυρας.

Ο αδελφός του θύματος αναφέρθηκε σε περιστατικό που «είχε πάρει το μαχαίρι και έλεγε "θα σας σφάξω, θα σας σκοτώσω, είστε του δρόμου όλες". Μετά την επόμενη έλεγε "δεν θα το ξανακάνω". Είναι κακός άνθρωπος. Δεν τον ένοιαζε κανείς άλλος, ούτε τα παιδιά, μόνο η αδελφή μου. Δεν ήθελε να πάει πουθενά».

Ο μάρτυρας, μάλιστα, εξήγησε πως το τελευταίο διάστημα η αδελφή του ήταν κάθετη στο να χωρίσει με τον κατηγορούμενο.

Η απολογία του 

Ο κατηγορούμενος στην απολογία του τόνισε ότι γνωρίστηκε με το θύμα το 1997, ερωτεύτηκαν, αρραβωνιαστήκαν και ύστερα από δύο χρόνια παντρεύτηκαν. Ο κατηγορούμενος στην ερώτηση του προέδρου πότε γεννήθηκαν τα παιδιά του, είπε πως δεν θυμάται. «Την αγαπούσα πάρα πολύ, είχαμε καβγάδες, ναι. Πάντα εκείνη ήθελε να φύγει», είπε ο κατηγορούμενος.

«Το 2012 ήταν πολύ στενοχωρημένη, είχαμε τσακωμούς, ερχόταν τα αδέλφια της να την προστατέψουν», είπε ο κατηγορούμενος, προσθέτοντας «την αγαπούσα πάρα πολύ».

«Μου είπε το 2012 θα χωρίσουμε γιατί πίνεις. Εντάξει έπινα», είπε ο κατηγορούμενος.

Πρόεδρος: Χάνατε τον έλεγχο;

Κατηγορούμενος: Όχι τελείως.

Στη συνέχεια, εξήγησε ότι μετά τον χωρισμό εκείνος έφυγε για την Αλβανία, όπου έμεινε τρία χρόνια.

Πρόεδρος: Δεν ανησυχούσατε για την ασφάλειά της;

Κατηγορούμενος: Αφού με έδιωξε.

Ο κατηγορούμενος είπε ότι ύστερα από τρία χρόνια έγινε προσπάθεια επανασύνδεσης και πήγαν μάλιστα σε ψυχολόγο στην Αλβανία για να αντιμετωπίσει το θέμα του με το αλκοόλ. Όπως ισχυρίστηκε ο κατηγορούμενος, έκοψε το αλκοόλ και επέστρεψε στην οικογένειά του, ωστόσο ισχυρίστηκαν ότι τα προβλήματα επανήλθαν όταν άρχισε και πάλι να πίνει.

«Πάντα έφευγα από το σπίτι για να μη γίνονται φασαρίες. Το 2022-2023 έγινε ένας μεγάλος καβγάς και έφυγα από το σπίτι», ανέφερε στην απολογία του.

«Πήγαμε στον λογιστή να κάνουμε δήλωση και εκεί την άκουσα να ρωτάει εάν υπάρχει η δυνατότητα να πάρει σπίτι. Αποφασίσαμε να πάρουμε σπίτι. Βρέθηκε. Πήγαμε μαζί, πήραμε τα λεφτά. Ξεκίνησε η διαδικασία. Στο μεταξύ εγώ έπινα», είπε ο κατηγορούμενος. «Μετά επέμενε να μη μείνω στο σπίτι, δεν ήθελε», είπε ο κατηγορούμενος. «Εγώ ήθελα πάντα να μείνω μαζί της», είπε ο κατηγορούμενος, ενώ αρνήθηκε ότι παρακολούθησε το θύμα πριν τη δολοφονία. Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι είχε πληροφορηθεί τη σχέση της εν διαστάσει συζύγου του, καθώς είχε δει κάτι φωτογραφίες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, λίγες ημέρες πριν από τη δολοφονία.

«Εγώ δεν ζήλεψα καθόλου, αν ήθελε να βρει άλλον, να βρει. Εγώ ανησυχούσα για το παιδί μου, που ήταν 15 ετών. Να μπει κάποιος άλλος στο σπίτι σου που έχεις φτύσει αίμα, στο αυτοκίνητο το δικό σου», είπε φορτισμένος ο κατηγορούμενος. Ο κατηγορούμενος είπε πως πήρε μαζί το μαχαίρι για προστασία επειδή είχε μάθει ότι είναι επικίνδυνος ο νέος σύντροφος του θύματος, ενώ είπε πως δεν θα της έκανε ποτέ κακό. Εκείνη την ημέρα είπε πως είχε πιει.

«Της λέω μπορεί να φωνάξεις τον άλλον να μιλήσουμε. Δεν ήξερα τι να κάνω, την αγαπούσα», είπε ο κατηγορούμενος και πρόσθεσε, ξεσπώντας σε λυγμούς, «δεν θυμάμαι πως σκότωσα εγώ τη γυναίκα. Μετά από δύο ημέρες κατάλαβα τι είχα κάνει. Ήμουν θολωμένος. Πήρα ένα ταξί, πήγα σε ένα ξενοδοχείο, δεν θυμάμαι πώς», είπε ο κατηγορούμενος.

Πρόεδρος: Από πότε θυμάστε τι κάνατε;

Κατηγορούμενος: Το βράδυ που μου είπε ο αστυνομικός, δεν το πιστεύω και τώρα τι έχω κάνει. Τα αγαπούσα πάρα πολύ τα παιδιά μου. Όλους αυτούς εγώ τους έφερα με τη γυναίκα μου μαζί.

«Εγώ ζητάω ένα συγγνώμη στα παιδιά μου, εγώ έχω τελειώσει, έχω πεθάνει», είπε ο κατηγορούμενος κλαίγοντας και πρόσθεσε «εγώ τα παιδιά μου θέλω να είναι καλά».


Η εισαγγελέας ζήτησε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος με πλήρη καταλογισμό

Η εισαγγελέας ζήτησε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος με πλήρη καταλογισμό. «Ο κατηγορούμενος ήταν σε πλήρη διαύγεια όταν τέλεσε την πράξη αυτή όπως την τέλεσε. Ήταν μια οικογενειακή σχέση που πέρασε από πολλές διακυμάνσεις. Ο κατηγορούμενος σιγά σιγά άρχισε να δείχνει κτητική συμπεριφορά, να την υποβάλλει σε χειροδικίες, ήταν επιθετικός απέναντί της», τόνισε η εισαγγελέας και αναφέρθηκε και στο γεγονός ότι παρακολουθούσε το θύμα και είχε αποπειραθεί να τη σκοτώσει και το 2013.

«Το τελευταίο διάστημα είχε δει φωτογραφίες της παθούσας με άλλο άνδρα. Γι' αυτό αποφάσισε να τη σκοτώσει, γι' αυτό έστησε καρτέρι έξω από το σπίτι της οικογένειας και εκεί μετά από συνομιλία, έβγαλε ένα μαχαίρι και της κατάφερε πολλαπλά χτυπήματα, στον τράχηλο, στην κοιλιακή χώρα, ακόμα και στα πόδια», είπε η εισαγγελέας.

«Δεν πρέπει να γίνει πιστευτός ο ισχυρισμός του ότι δεν ξέρει πώς έφτασε στο έγκλημα, ήταν ψύχραιμος και είχε πάρει την απόφαση να τη σκοτώσει», είπε επίσης.

Η υπεράσπιση υπέβαλε αίτημα να διενεργηθεί ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη στον κατηγορούμενο, αίτημα που απορρίφθηκε από το δικαστήριο.