Φοινικούντα: Γεμάτο λεφτά το πορτοφόλι του συνεργού του διπλού φονικού - Νέο βίντεο-ντοκουμέντο με τη διαδρομή των 22χρονων
Νέα μαρτυρία
Η διαδρομή που ακολούθησαν οι 22χρονοι πριν από το διπλό φονικό στο κάμπινγκ, τα 50άρικα στο πορτοφόλι του συνεργού και οι αντιφάσεις με το ερημικό σημείο στην Πιπερίτσα
Μεθοδικά ξετυλίγουν οι Αρχές το κουβάρι του διπλού φονικού στο κάμπινγκ της Φοινικούντας στη Μεσσηνία τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου. Eιδικότερα, οι Αρχές ερευνούν τις καταθέσεις συγγενών, αυτόπτων μαρτύρων, των 22χρονων (εκτελεστή και συνεργού), προκειμένου να φτάσουν στην άκρη του νήματος της διπλής δολοφονίας που έχει σοκάρει τη Μεσσηνία και το πανελλήνιο. Οι Αρχές εξετάζουν βιντεοληπτικό υλικό που «έπιασε» τους φερόμενους δράστες και μαρτυρά τη διαδρομή που έκαναν μέχρι να καταλήξουν στη Μεσσηνία. Παράλληλα ερευνούν τα όσα είπαν οι δύο κατηγορούμενοι σχετικά με το πώς ξεκίνησαν από την Αθήνα για να βρεθούν στο κάμπινγκ τη μοιραία μέρα του φονικού, αλλά και τη μαρτυρία μιας γυναίκας που τους είδε σε ερημική περιοχή κοντά στην περιοχή Πιπερίτσα, λίγες ώρες πριν από το έγκλημα. Σε βίντεο αποτυπώνεται η στιγμή που το λευκό σκούτερ στο οποίο επέβαιναν οι 22χρονοι βγαίνει από τον χωματόδρομο για να συνεχίσει την πορεία του προς τη Φοινικούντα.
Το ρολόι δείχνει 18:23 απόγευμα Κυριακής, κάτι που σημαίνει πως οι δύο νεαροί που έβαλαν βενζίνη στις 14:37 και δέκα λεπτά αργότερα έστριψαν στον χωματόδρομο μετά το εικονοστάσι, παρέμειναν σε αυτήν την τοποθεσία στη μέση του πουθενά για τουλάχιστον 3-4 ώρες, σαν κάτι ή κάποιον να περίμεναν.
Γι’ αυτήν την πολύωρη στάση στη μέση του πουθενά οι κατηγορούμενοι είπαν πως απλά σταμάτησαν και έπιναν τα ενεργειακά ποτά τους. Ο φερόμενος ως εκτελεστής αποκάλυψε πως ο συνεπιβάτης του μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνο. Μέτρησε τουλάχιστον 4-5 κλήσεις.
Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο, ο νεαρός με τη θήκη κιθάρας στην πλάτη, όπως τον περιέγραψε η μάρτυρας, έστριψε σε μία διχάλα για να βρει τον δεύτερο αναβάτη στο σημείο που τον περίμενε, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε έντονος τσακωμός.
Αξίζει να σημειωθεί πως η διαδρομή που ακολούθησαν έχει καταγραφεί από δεκάδες κάμερες ασφαλείας, όπως μία σε βενζινάδικο που σταμάτησαν οι 22χρονοι για να προμηθευτούν ενεργειακά ποτά.
Ο νεαρός φερόμενος ως συνεργός μπήκε μέσα σε μίνι μάρκετ με τη θήκη κιθάρας στην πλάτη, φορώντας και το κράνος του και φαίνεται να ανοίγει το ψυγείο. Στη συνέχεια πήγε άνετος στο ταμείο να πληρώσει, βγάζοντας ένα 50άρικο.
Ο 22χρονος ενώ έχει καταθέσει στις Αρχές πως δεν είχε καθόλου χρήματα και γι’ αυτό πήγε να κάνει τη ληστεία, τελικά αποδεικνύεται πως είχε πολλά χαρτονομίσματα των 50 ευρώ στο πορτοφόλι του την ώρα που πήγε να πληρώσει τα ενεργειακά ποτά. Υπενθυμίζεται, μάλιστα, ότι σύμφωνα με μαρτυρίες, ο 22χρονος μετά το έγκλημα, κατά τη διαφυγή του από τη Φοινικούντα, πήρε καφέ και φαγητό από ένα κατάστημα στην Καλαμάτα πληρώνοντας και πάλι με χαρτονόμισμα των 50 ευρώ. Το ίδιο έκανε και όταν έκλεισε εισιτήριο στα ΚΤΕΛ Καλαμάτας για να πάει με λεωφορείο στην Αθήνα το βράδυ της 5ης Οκτωβρίου, όπως έχουν καταγράψει επίσης κάμερες ασφαλείας στην πόλη.
Την ώρα που οι Αρχές προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί οι δράστες του διπλού φονικού στη Φοινικούντα Μεσσηνίας παραμόνευαν 4 ώρες σε συγκεκριμένο σημείο στη μέση του πουθενά, όπως το περιέγραψε αυτόπτης μάρτυρας αποκλειστικά στο Live News, έρχεται στο φως της δημοσιότητας μία δεύτερη, συγκλονιστική μαρτυρία.
Η μαρτυρία συνδέεται με ένα ύποπτο αυτοκίνητο που βρέθηκε μία μέρα πριν, ακριβώς στο ίδιο σημείο που περίμεναν επί ώρες με το σκούτερ τους οι δράστες πριν από τη διπλή δολοφονία. Πρόκειται για λευκό αμάξι με τρεις επιβαίνοντες.
«Προσπαθούν κάτι να με ρωτήσουν, δεν τους ακούω. Πηγαίνω λίγο κοντά. Δεν πλησιάζω πολύ γιατί είχα τους σωλήνες μπροστά και ακούω τον έναν να μου λέει "εδώ πέρα υπάρχουν σπίτια;" και του λέω "ένα σπίτι υπάρχει εδώ πίσω"», είπε η γυναίκα, ο οποία μάλιστα απόρησε όταν είδε το λευκό αμάξι, γιατί όλα αυτά τα χρόνια ήταν η πρώτη φορά που είδε κάποιον να περνά από το συγκεκριμένο σημείο.
«Μου έκανε εντύπωση γιατί τόσα χρόνια, πέραν από εμάς και τους διπλανούς, κανένας άλλος ποτέ δεν εμφανίστηκε», πρόσθεσε η ίδια. Η μάρτυρας περιέγραψε όλα όσα είδε εκείνο το μεσημέρι του Σαββάτου, όταν έκανε εργασίες με τον σύζυγό της στο κτήμα, και ξαφνικά άκουσε ένα αυτοκίνητο να τρέχει με μεγάλη ταχύτητα.
«Εμείς στο αγρόκτημα πήγαμε γύρω στις 11:30 και φύγαμε σίγουρα στις 14:00. Άρα αυτοί ήρθαν μεταξύ 12:30 και 14:00. Καθόμουν εγώ εκεί στο τσιμέντο και συγκεκριμένα στην πόρτα, και τους βλέπω ότι έρχονται προς το μέρος μας και με μία ταχύτητα η οποία έδειχνε ότι δεν ήξεραν ότι ήταν αδιέξοδο, γιατί εκεί πέρα είναι αδιέξοδο», τόνισε.
Στη συνέχεια, το συγκεκριμένο αυτοκίνητο φρέναρε απότομα μπροστά από το κτήμα της: «Εκεί που αρχίζει το τσιμέντο, είναι κάτι πλαστικοί σωλήνες που βάζουμε ώστε να καταλαβαίνει ο κόσμος ότι είναι αδιέξοδο για να μην μπαίνει μέσα στα κτήματά μας. Βλέποντας αυτοί τους σωλήνες πατάνε απότομα φρένο και σταματάνε και αντιλαμβάνομαι ότι είναι άνθρωποι που δεν ξέρουν ότι δεν έχει κάτι άλλο παραπέρα».
Έπειτα, η γυναίκα αιφνιδιάστηκε και πλησίασε διστακτικά: «"Εδώ ο δρόμος", λέει, "πού βγάζει;". Του λέω "δεν βγάζει πουθενά, είναι αδιέξοδο. Εδώ τελειώνει ο δρόμος". Κι όταν τους το είπα αυτό, κάθισαν κάποια δευτερόλεπτα, 20-30 δευτερόλεπτα, κάτι είπαν μεταξύ τους, έκαναν όπισθεν στη Ροδιά και έφυγαν».
Μία μέρα αργότερα, τυχαία, η γειτόνισσα θα δει στο ίδιο σημείο το περιβόητο σκούτερ των δραστών: «Και τον βλέπω να με κοιτάζει. Φορούσε ένα τζόκεϊ αυτός. Ήταν τρεις μέσα. Μπροστά δύο κι ένας πίσω. Ήταν σχετικά νεαροί στην ηλικία. Όχι όμως πολύ νεαροί, δεν ήταν παιδαρέλια. Πρόσωπο δεν διέκρινα γιατί χτυπούσε και ο ήλιος εκείνη την ώρα στο παρμπρίζ και με τύφλωνε, δεν μπορούσα να δω καλά».
Το ρολόι δείχνει 18:23 απόγευμα Κυριακής, κάτι που σημαίνει πως οι δύο νεαροί που έβαλαν βενζίνη στις 14:37 και δέκα λεπτά αργότερα έστριψαν στον χωματόδρομο μετά το εικονοστάσι, παρέμειναν σε αυτήν την τοποθεσία στη μέση του πουθενά για τουλάχιστον 3-4 ώρες, σαν κάτι ή κάποιον να περίμεναν.
Γι’ αυτήν την πολύωρη στάση στη μέση του πουθενά οι κατηγορούμενοι είπαν πως απλά σταμάτησαν και έπιναν τα ενεργειακά ποτά τους. Ο φερόμενος ως εκτελεστής αποκάλυψε πως ο συνεπιβάτης του μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνο. Μέτρησε τουλάχιστον 4-5 κλήσεις.
Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο, ο νεαρός με τη θήκη κιθάρας στην πλάτη, όπως τον περιέγραψε η μάρτυρας, έστριψε σε μία διχάλα για να βρει τον δεύτερο αναβάτη στο σημείο που τον περίμενε, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε έντονος τσακωμός.
Το γεμάτο πορτοφόλι του δράστη και η διαδρομή
Αξίζει να σημειωθεί πως η διαδρομή που ακολούθησαν έχει καταγραφεί από δεκάδες κάμερες ασφαλείας, όπως μία σε βενζινάδικο που σταμάτησαν οι 22χρονοι για να προμηθευτούν ενεργειακά ποτά.Ο νεαρός φερόμενος ως συνεργός μπήκε μέσα σε μίνι μάρκετ με τη θήκη κιθάρας στην πλάτη, φορώντας και το κράνος του και φαίνεται να ανοίγει το ψυγείο. Στη συνέχεια πήγε άνετος στο ταμείο να πληρώσει, βγάζοντας ένα 50άρικο.
Ο 22χρονος ενώ έχει καταθέσει στις Αρχές πως δεν είχε καθόλου χρήματα και γι’ αυτό πήγε να κάνει τη ληστεία, τελικά αποδεικνύεται πως είχε πολλά χαρτονομίσματα των 50 ευρώ στο πορτοφόλι του την ώρα που πήγε να πληρώσει τα ενεργειακά ποτά. Υπενθυμίζεται, μάλιστα, ότι σύμφωνα με μαρτυρίες, ο 22χρονος μετά το έγκλημα, κατά τη διαφυγή του από τη Φοινικούντα, πήρε καφέ και φαγητό από ένα κατάστημα στην Καλαμάτα πληρώνοντας και πάλι με χαρτονόμισμα των 50 ευρώ. Το ίδιο έκανε και όταν έκλεισε εισιτήριο στα ΚΤΕΛ Καλαμάτας για να πάει με λεωφορείο στην Αθήνα το βράδυ της 5ης Οκτωβρίου, όπως έχουν καταγράψει επίσης κάμερες ασφαλείας στην πόλη.
Ενδεχόμενη εμπλοκή τρίτου προσώπου
Την ώρα που οι Αρχές προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί οι δράστες του διπλού φονικού στη Φοινικούντα Μεσσηνίας παραμόνευαν 4 ώρες σε συγκεκριμένο σημείο στη μέση του πουθενά, όπως το περιέγραψε αυτόπτης μάρτυρας αποκλειστικά στο Live News, έρχεται στο φως της δημοσιότητας μία δεύτερη, συγκλονιστική μαρτυρία.Η μαρτυρία συνδέεται με ένα ύποπτο αυτοκίνητο που βρέθηκε μία μέρα πριν, ακριβώς στο ίδιο σημείο που περίμεναν επί ώρες με το σκούτερ τους οι δράστες πριν από τη διπλή δολοφονία. Πρόκειται για λευκό αμάξι με τρεις επιβαίνοντες.
«Προσπαθούν κάτι να με ρωτήσουν, δεν τους ακούω. Πηγαίνω λίγο κοντά. Δεν πλησιάζω πολύ γιατί είχα τους σωλήνες μπροστά και ακούω τον έναν να μου λέει "εδώ πέρα υπάρχουν σπίτια;" και του λέω "ένα σπίτι υπάρχει εδώ πίσω"», είπε η γυναίκα, ο οποία μάλιστα απόρησε όταν είδε το λευκό αμάξι, γιατί όλα αυτά τα χρόνια ήταν η πρώτη φορά που είδε κάποιον να περνά από το συγκεκριμένο σημείο.
«Μου έκανε εντύπωση γιατί τόσα χρόνια, πέραν από εμάς και τους διπλανούς, κανένας άλλος ποτέ δεν εμφανίστηκε», πρόσθεσε η ίδια. Η μάρτυρας περιέγραψε όλα όσα είδε εκείνο το μεσημέρι του Σαββάτου, όταν έκανε εργασίες με τον σύζυγό της στο κτήμα, και ξαφνικά άκουσε ένα αυτοκίνητο να τρέχει με μεγάλη ταχύτητα.
«Εμείς στο αγρόκτημα πήγαμε γύρω στις 11:30 και φύγαμε σίγουρα στις 14:00. Άρα αυτοί ήρθαν μεταξύ 12:30 και 14:00. Καθόμουν εγώ εκεί στο τσιμέντο και συγκεκριμένα στην πόρτα, και τους βλέπω ότι έρχονται προς το μέρος μας και με μία ταχύτητα η οποία έδειχνε ότι δεν ήξεραν ότι ήταν αδιέξοδο, γιατί εκεί πέρα είναι αδιέξοδο», τόνισε.
Στη συνέχεια, το συγκεκριμένο αυτοκίνητο φρέναρε απότομα μπροστά από το κτήμα της: «Εκεί που αρχίζει το τσιμέντο, είναι κάτι πλαστικοί σωλήνες που βάζουμε ώστε να καταλαβαίνει ο κόσμος ότι είναι αδιέξοδο για να μην μπαίνει μέσα στα κτήματά μας. Βλέποντας αυτοί τους σωλήνες πατάνε απότομα φρένο και σταματάνε και αντιλαμβάνομαι ότι είναι άνθρωποι που δεν ξέρουν ότι δεν έχει κάτι άλλο παραπέρα».
Έπειτα, η γυναίκα αιφνιδιάστηκε και πλησίασε διστακτικά: «"Εδώ ο δρόμος", λέει, "πού βγάζει;". Του λέω "δεν βγάζει πουθενά, είναι αδιέξοδο. Εδώ τελειώνει ο δρόμος". Κι όταν τους το είπα αυτό, κάθισαν κάποια δευτερόλεπτα, 20-30 δευτερόλεπτα, κάτι είπαν μεταξύ τους, έκαναν όπισθεν στη Ροδιά και έφυγαν».
Μία μέρα αργότερα, τυχαία, η γειτόνισσα θα δει στο ίδιο σημείο το περιβόητο σκούτερ των δραστών: «Και τον βλέπω να με κοιτάζει. Φορούσε ένα τζόκεϊ αυτός. Ήταν τρεις μέσα. Μπροστά δύο κι ένας πίσω. Ήταν σχετικά νεαροί στην ηλικία. Όχι όμως πολύ νεαροί, δεν ήταν παιδαρέλια. Πρόσωπο δεν διέκρινα γιατί χτυπούσε και ο ήλιος εκείνη την ώρα στο παρμπρίζ και με τύφλωνε, δεν μπορούσα να δω καλά».
En