Το πρόσφατο µακελειό στα Βορίζια Ηρακλείου, µε τους δύο νεκρούς και τους τέσσερις τραυµατίες, ξύπνησε µνήµες από έναν άλλον, παλιό κύκλο βίας, που είχε ποτίσει µε αίµα τα ίδια αυτά χώµατα πριν από πολλές δεκαετίες, και συγκεκριµένα το 1955.

Διαβάστε: Ποιοι είναι οι άγραφοι νόμοι της βεντέτας και πότε έρχεται ο σασμός;


Τότε, µέσα σε δύο µόλις ώρες, έξι άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι δεκατέσσερις τραυµατίστηκαν, µε κάποιους εξ αυτών να µένουν ανάπηροι για µια ζωή. Το σκηνικό της νέας τραγωδίας µοιάζει ανατριχιαστικά γνώριµο, υπενθυµίζοντάς µας µε τον πιο σκληρό τρόπο πως στην πραγµατικότητα δεν έσπασε ποτέ ο φαύλος κύκλος των βεντετών στην Κρήτη.


Ο Πάνος Σόμπολος μιλάει στα «Π» για τις αιματηρές υποθέσεις της Κρήτης που τον σημάδεψαν

Ο Πάνος Σόµπολος, πρύτανης του αστυνοµικού ρεπορτάζ και συγγραφέας, έχει καλύψει πολλά τέτοια αιµατοκυλίσµατα και γνωρίζει καλά τι σηµαίνει αυτό το παλιό, βαρύ έθιµο που σκορπά τον θάνατο. Μάλιστα, το έβδοµο κατά σειρά βιβλίο του, που κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις «Πατάκη», είναι αφιερωµένο στις βεντέτες και φέρει τον τίτλο «Βεντέτες: Εγκλήµατα βεντέτας στην Ελλάδα».

«Το βιβλίο µου περιλαµβάνει πάνω από τριάντα υποθέσεις βεντέτας που συγκλόνισαν το πανελλήνιο, οι οποίες ξεκινούν από τη δεκαετία του '20 και φτάνουν µέχρι το 2000. Πολλές από αυτές τις έχω καλύψει ο ίδιος, άλλες τις βρήκα στα αρχεία της τότε Χωροφυλακής και της Αστυνοµίας Πόλεων ή µέσα από παλιές εφηµερίδες και δικαστικές αποφάσεις», αναφέρει ο κ. Σόµπολος µιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ».

Η πρώτη υπόθεση του βιβλίου του είναι εκείνη της σφαγής στα Βορίζια, ακριβώς στο ίδιο χωριό όπου πριν από λίγες µέρες γράφτηκε ξανά το ίδιο σενάριο αίµατος. «Τότε δύο οικογένειες είχαν σκοτωθεί µεταξύ τους, αφήνοντας πίσω τους έξι νεκρούς. Οι εικόνες που βλέπουµε σήµερα θυµίζουν εκείνες τις εποχές», σηµειώνει ο κ. Σόµπολος.

Μια άλλη υπόθεση που ο κ. Σόµπολος θυµάται χαρακτηριστικά είναι εκείνη του Γιάννη Παπαδόσηφου, ενός πατέρα που για να εκδικηθεί τον δολοφόνο του παιδιού του, Γιάννη Βενιεράκη, µπήκε στις 20 ∆εκεµβρίου του 1988 στο Εφετείο Πειραιά και τον σκότωσε µε όπλο που είχε κρυµµένο στη µακριά γενειάδα του. «Είχαν µεταφέρει τη δίκη από την Κρήτη στον Πειραιά για να αποφύγουν νέα αιµατοχυσία, αλλά τελικά ο κύκλος της εκδίκησης δεν σταµάτησε ούτε εκεί», σηµειώνει. Αλλη υπόθεση που περιλαµβάνεται στο βιβλίο είναι η πολύχρονη βεντέτα µεταξύ των οικογενειών Σαρτζέτη ή Σαρτζετάκη και Πεντάρη ή Πενταράκη, που ξεκίνησε για αγροτοκτηµατικές διαφορές και άφησε πίσω της 80 -κατά άλλους 120- νεκρούς.

«Η αιµατοχυσία έληξε το 1985, όταν ο αρεοπαγίτης Χρήστος Σαρτζετάκης εξελέγη Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας και τον ψήφισε ο Ευάγγελος Πεντάρης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και µέλος της αντίπαλης οικογένειας. Εκείνη η ψήφος ήταν ο σασµός τους - µια συµφιλίωση µε πολιτικό και συµβολικό βάρος», θυµάται ο κ. Σόµπολος, συµπληρώνοντας πως «στις περισσότερες περιπτώσεις, ο µόνος τρόπος να σταµατήσει το αίµα είναι ο σασµός - µια διαδικασία συµφιλίωσης που αναλαµβάνουν οι λεγόµενοι σαστάδες, άνθρωποι µε κύρος και σεβασµό στην τοπική κοινωνία, οι οποίοι µεσολαβούν ανάµεσα στις δύο οικογένειες για να σβήσουν το µίσος».



Πάνος Σόμπολος: "Η Πολιτεία να συνεργαστεί µε την Εκκλησία, να κηρύξουν σταυροφορία, όπως κάποτε στη Μάνη"

«Και στη Μάνη υπήρχε το έθιµο του γδικιωµού, που ήταν το αντίστοιχο µε αυτό της κρητικής βεντέτας. Εκεί όµως σταµάτησε, γιατί ο δεσπότης της περιοχής, βλέποντας πως χυνόταν αίµα καθηµερινά, οργάνωσε µια σταυροφορία κατά του γδικιωµού, στην οποία πήραν µέρος όλοι, εκτός από τον βουλευτή της περιοχής, που δεν συµφώνησε γιατί φοβόταν ότι θα χάσει ψήφους. Αυτός προτίµησε να βλέπει τα χωριά του να ερηµώνουν, παρά να χάσει την έδρα του. Το πολιτικό κόστος πάντα υπήρχε», σηµειώνει ο κ. Σόµπολος, επισηµαίνοντας τη µεγάλη διαφορά της Μάνης µε την Κρήτη.

«Εκεί δεν άφησαν ποτέ τα όπλα. Σε κάθε σπίτι, κυρίως στα ορεινά, υπάρχουν πολλά όπλα. Και καµία κυβέρνηση, καµία Αστυνοµία, δεν τόλµησε να τα µαζέψει και να συλλάβει τους κατέχοντες. Γιατί φοβούνται το πολιτικό κόστος, τις ψήφους. Οσο υπάρχουν όπλα, θα υπάρχει και η πιθανότητα να ξανανοίξει µια βεντέτα µε το παραµικρό», σύµφωνα µε τον κ. Σόµπολο.

Στην ερώτηση αν µπορεί ποτέ να τελειώσει αυτό το φαινόµενο, ο ίδιος απαντά χωρίς περιστροφές: «Η βεντέτα οφείλεται σε δύο λέξεις: στα όπλα και στην παιδεία. Αν δεν αφαιρεθούν τα όπλα από τα σπίτια και αν δεν υπάρξει παιδεία, δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Είναι θέµα χρόνου να ξαναγίνει το κακό».

Στη συνέχεια, ο κ. Σόµπολος µιλά για τις στιγµές που κινδύνεψε και ο ίδιος καλύπτοντας τέτοια περιστατικά. «Ηµασταν µε δύο συναδέλφους, τον Κώστα Βεζυράκη και τον Μανώλη Κοκολάκη, σε χωριό της Κρήτης που υπήρχε βεντέτα. Κάναµε ρεπορτάζ στο χωριό και ξαφνικά άρχισαν να περνούν σφαίρες δίπλα µας και πάνω από τα κεφάλια µας. Τότε, χωθήκαµε κάτω από έναν βράχο, σε µια µικρή σπηλιά, για να σωθούµε. Αλλη φορά κρυφτήκαµε πίσω από ένα καµπαναριό. Είπα τότε “εδώ θα αφήσουµε τα κοκκαλάκια µας”, αλλά ευτυχώς, δεν τα αφήσαµε».



Πώς θα λήξει η βεντέτα στα Βορίζια Ηρακλείου

Για τον κ. Σόµπολο, η λύση στο διαχρονικό πρόβληµα του θεσµού της βεντέτας δεν µπορεί να έρθει µόνο από την τοπική κοινωνία. «Η Πολιτεία πρέπει να συνεργαστεί µε την Εκκλησία της Κρήτης και να κηρύξουν µια νέα σταυροφορία, όπως τότε στη Μάνη, και να τελειώσει µια για πάντα αυτό το βάρβαρο έθιµο», τονίζει. «Αν δεν τολµήσουν οι κυβερνήσεις να αγγίξουν την οπλοκατοχή και να στηρίξουν την παιδεία, οι βεντέτες δεν θα εκλείψουν ποτέ. Θα αλλάζουν µόνο τα πρόσωπα, αλλά το αίµα θα συνεχίζει να χύνεται», καταλήγει, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου και επισηµαίνοντας ότι η απάντηση στην περίπτωση του µακελειού στα Βορίζια µπορεί να δοθεί έπειτα από πολύ καιρό.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά