Το τι θα έπρεπε να είχε συμβεί πριν από τη σύλληψη των κατηγορουμένων ρασοφόρων και των συνεργών τους περιγράφει το άρ. 175 του Ποινικού Κώδικα, υπό τη σκέπη του άρ. 3 του Συντάγματος, που ορίζει ότι η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού ως επικρατούσα θρησκεία διοικείται σύμφωνα με τις διατάξεις του Πατριαρχικού Τόμου του 1850 και τη Συνοδική Πράξη της 4ης Σεπτεμβρίου 1928. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 7 του νόμου 5224/2025, οι θρησκευτικές κοινότητες και οι θρησκευτικοί λειτουργοί υποχρεούνται, όταν απευθύνονται στο κοινό ή επικοινωνούν μέσω εντύπων, ραδιοτηλεοπτικών ή διαδικτυακών μέσων, να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή τη θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκουν, προκειμένου να αποτρέπεται η σύγχυση ή η παραπλανητική προβολή ιδιότητας που δεν αντιστοιχεί στην πραγματική τους εκκλησιαστική υπόσταση.

Και σε αυτή την περίπτωση ο νόμος παραμένει ανεφάρμοστος. Ουδείς φέρει τίτλο μοναχού ή ιερέα ούτε ακολουθούν το ιερολογικό της Θείας Λειτουργίας και τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Δηλώνουν ότι δεν λαμβάνουν μισθό, αλλά δεν λένε πώς ζουν, προφανώς με τον οβολό των πιστών. 

Διαβάστε τη συνέχεια στο iapogevmatini.gr